Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2021

Ούτε και σήμερα θ’ ανοίξω τηλεόραση…


Χθες δεν άνοιξα τηλεόραση. Είμαι καλύτερα σήμερα. Το να συγκρουστούμε κάποια στιγμή με το παρελθόν μας, είναι μια επώδυνη διαδικασία. Όταν έρθει η στιγμή να παραδεχτούμε λάθη, οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα, βασανιστικά θα έλεγα. Πάντα στο τέλος υπάρχει μια μικρή δικαιολογία για να αμβλύνει τις εντυπώσεις. Σε καμία περίπτωση βέβαια, η εξομολόγηση δεν διαγράφει τις πράξεις μας, που αδίκησαν, που πόνεσαν που προκάλεσαν ζημιά στους γύρω μας, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό. Δεν γράφω τίποτα καινούργιο προσπαθώ ξεκινώντας από τα αυτονόητα, να καταλάβω, τι είναι εκείνο που δίνει ασυλία στην τηλεόραση να λειτουργεί με τόση αναξιοπιστία απέναντι στους τηλεθεατές, χωρίς να νοιώθει ποτέ κανείς την ανάγκη να απολογηθεί για εκείνα που μας έλεγε χθες και για τα αλλά που μας λέει σήμερα. Βεβαίως η τηλεόραση δεν παίζει μονή της, ο καθένας για τον δικό του λόγο, συνωμοτεί, και συμφωνεί για το μεγάλο ψέμα που θα ξεγελάσει το τηλεθεατή.

Ιδιοκτήτες δημοσιογράφοι, παράπλευρα συμφέροντα και κυρίως πολιτικοί, έχουν συστήσει μια Ομερτά πίσω από το γυαλί, με σκοπό να εισπράξει ο καθένας το μερίδιο του. Άλλος την δόξα, άλλος το χρήμα και κάποιοι και τα δυο μαζί .
Οι κατ’ εξακολούθηση παλινδρομήσεις απέναντι σε πολιτικά πρόσωπα, όταν δεν υπάρχουν παράπλευρα συμφέροντα, συνήθως εξαρτώνται από την ανανέωση χρόνου ομιλίας, που στην προκειμένη περίπτωση δεν στερεί στον ενδιαφερόμενο μόνο την δυνατότητα να προβληθεί, αλλά μέχρι τη στιγμή της επόμενης κατάθεσης, εισπράττει τόνους λάσπη, που θα ξεπλυθεί μόνο όταν θα τακτοποιηθεί οικονομικώς.
Βεβαίως και δεν ανακάλυψα την Αμερική, όμως απορώ πως αυτή η παρωδία αντέχει στο χρόνο όταν είναι πρόδηλο και στον πιο ανυποψίαστο τηλεθεατή, ότι δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες ήταν ανίκανος επικίνδυνος διαπλεκόμενος, μέσα σε μια μέρα να μεταμορφώνεται σε άξιο ηγέτη. Δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες έλεγε όλα αυτά, ο ίδιος χωρίς να κοκκινίζει με την άνεση που του δίνει η σιωπηρή αποδοχή, να λέει σήμερα ακριβώς τα αντίθετα.
Πάμε παρακάτω. Ποιος έχει σειρά. Ο άλλος πλήρωσε ότι είχε να πληρώσει τελείωσε.
Η τηλεόραση λειτουργεί λες και έχει πάρει απαλλαγή από την ιστορία. Κινδυνεύουμε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει παρελθόν, γινόμαστε συνένοχοι σε μια διαδικασία που νομιμοποιεί τη λήθη για ότι εγκληματικό έχει διαπραχθεί.
Για να μην υπάρχει δικαιολογία απώλειας μνήμης θυμίζουμε: «εδώ και ένα χρόνο, δεν λιβανίζατε αυτόν που σήμερα προσπαθείτε να κρεμάσετε;»
«Εδώ και ένα χρόνο…» μακρόσυρτη απάντηση, λες και ανατρέχουμε στα βάθη των αιώνων». Η τηλεόραση δεν έχει παρελθόν. Ότι συνέβη χθες σβήνεται με τη γομολάστιχα του σήμερα και το σήμερα με του αύριο.
Ούτε και σήμερα θ’ ανοίξω τηλεόραση…

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

Βασίλη Αλεξάκη "θα σε ξεχνάω κάθε μέρα"

Από τον αγαπημένο μου Βασίλη Αλεξάκη που έφυγε χθες, κρατάω μια μικρή αφιέρωση συνοδευόμενη από ένα σκιτσάκι “Του Μάκη που του άρεσε πάντοτε”, στην επανέκδοση του βιβλίου του «τα κορίτσια του Σίτυ μπουμ μπουμ».


Από την πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή μαζί του πριν 35 χρόνια, με το παραπάνω βιβλίο τον αγάπησα, τρεις μήνες έκανε να γράψει τον πρόλογο.
«Να σας πω το πρόβλημα μου; Δεν γαμάω αρκετά! Σχεδόν καθόλου! Ονειρεύομαι να κάνω έρωτα μ’ ένα σωρό γυναίκες: με τη γειτόνισσα του επάνω ορόφου και με τη φίλη της, που είναι και οι δύο παντρεμένες, με τη γυναίκα του αρχισυντάκτη μου, μια μελαχρινή με γαμψή μύτη (έχω την εντύπωση ότι αρέσω περισσότερο στις γυναίκες που έχουν γαμψή μύτη), με τη σερβιτόρα ενός μπαρ, που βρίσκεται κοντά σ’ έναν παλιό εκδοτικό οίκο, με την Βαρβάρα Πέτροβνα, με τη μνηστή του σούπερμαν, με τη μαρκησία των αγγέλων, με την Νίκη της Σαμοθράκης, με την εκφωνήτρια του αεροδρομίου του Ορλύ, με την θαμμένη ζωντανή, με την κυρία Ρενό, τη δεσποινίδα Χέννινγκερ, με τα κορίτσια του Σιτυ Μπουμ Μπουμ…»
Και παρακάτω «Έχω την εντύπωση ότι θα έχω ζήσει αρκετά σε λίγο καιρό. Ότι θα έχω ονειρευτεί αρκετά, θα έχω κάνει αρκετά τηλεφωνήματα. Η ζωή μου θα μ’ έχει βαρεθεί. Τι θα κάνω τότε; Θα ξανοιχτώ στο πέλαγος πάνω σε μια εύθραυστη σχεδία μια νύχτα με δέκα μποφόρ; Θα αυτοκτονήσω με ένα περίστροφο στο γραφείο μου όπως συνηθίζεται; Θα κόψω τις φλέβες μου; Θα κόψω το λαιμό μου; Θα πιω δηλητήριο;»
Τα κορίτσια του Σίτυ Μπουμ- Μπουμ, η πιο ανάλαφρη εκδοχή αυτού του «παιχνιδιού»: Η Βιργινία, η Ιουλιέτα, η Δουλτσινέα, η Ευρυδίκη, η Εύα, η Μαργαρίτα που τσακίζονται για το τι ακριβώς θα αρέσει στον Πωλ. Σε μια ιστορία που εναλλάσσει πραγματικότητα κι όνειρο, με το όνειρο να κυριαρχεί των πάντων και να διεκδικεί τον τίτλο. Επειδή, όσο κι αν η ζωή να τον προσγειώνει, η καρδιά του Πωλ διαρκώς χτυπά σαν τρελή: «Θα το βάλουν όπου να ‘ναι. Σίγουρα θα πάρω ένα σωρό γράμματα αναγνωστών. Μια όμορφη Βιετναμέζα, εγκαταστημένη στο Κλερμόν- Φεράν, θα μου γράψει: «Σας ερωτεύτηκα από την πρώτη γραμμή». Ο Ζαν ντε λα Τουρ- Μπομπούρ, που διευθύνει την Εφημερίδα θα με καλέσει το Σαββατοκύριακο στο εξοχικό του. Τα μεσάνυχτα η κόρη του, που δεν θα φοράει παρά ένα διαφανές νυχτικό, θα μπει αθόρυβα στο δωμάτιό μου. Την επομένη ο καιρός θα είναι υπέροχος. Θα είναι η πιο όμορφη Κυριακή του Μαρτίου που γνώρισε η Γαλλία από το 1826. Θα φάμε στον κήπο…»
Και τον αγαπάω ακόμα για την πολιτική του σκέψη, όταν πριν χρόνια ήταν υποψήφιος για την ευρωβουλή με την Αριστερά μας εξήγησε γιατί το κάνει
«Επειδή πιστεύω ότι ο πολιτισμός μιας κοινωνίας κρίνεται από τον τρόπο που συμπεριφέρεται στα ασθενέστερα μέλη της, επειδή τα κέρδη του κεφαλαίου δεν καταλήγουν ποτέ στις τσέπες των εργαζομένων,
Επειδή δεν δέχομαι να ονειρεύονται άλλοι για λογαριασμό μου,
Επειδή δεν θέλω να ζήσω σε μια καμένη γη που την περιβάλλει μια βρώμικη θάλασσα, ούτε σε μια κοινωνία όπου επιπλέουν οι απατεώνες σαν τους φελλούς,
Επειδή μια χώρα που περιθωριοποιεί τους ηλικιωμένους και τους νέους είναι μια χώρα χωρίς μέλλον και χωρίς παρελθόν,
Επειδή δεν καταλαβαίνω πώς γίνεται οι αδέσποτες σφαίρες να βρίσκουν πάντα τον στόχο τους,
Επειδή δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχουν γονείς που δεν θέλουν τα παιδιά τους να μάθουν να σκέφτονται ελεύθερα,
Επειδή απαραίτητη προϋπόθεση για την χειραφέτηση της παιδείας είναι ο διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους,
Eπειδή η θέση των εικονισμάτων είναι στις εκκλησίες και όχι στα σχολεία, τα δικαστήρια και τους στρατώνες,
Επειδή το Βυζάντιο δεν συνεχίζει την Αρχαιότητα αλλά την αναιρεί όπως η νύχτα αναιρεί τη μέρα,
Επειδή, όπως έλεγε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά,
Επειδή κάποτε πρέπει να γίνουν γνωστά τα περιουσιακά στοιχεία της Εκκλησίας και των μοναστηριών,
Επειδή μια χώρα όπου έχουν ανθίσει τόσα τραγούδια για τη «μαύρη» ξενιτιά θα έπρεπε να συμπεριφέρεται διαφορετικά στους ξένους,
Επειδή η Ευρώπη φέρει το όνομα μιας μετανάστριας από τη Φοινίκη που έπεσε θύμα βιασμού,
Επειδή ευελπιστώ ότι θα ισχύσει κάποτε η δημοτική και για τα κύρια ονόματα,
Επειδή με ξαφνιάζει το γεγονός ότι το τόσο διαδεδομένο όνομα Γιάννης δεν εμφανίζεται σε κανένα δελτίο ταυτότητας,
Επειδή θεωρώ ότι η ωραιότερη λέξη που έδωσε η Ελλάδα στον κόσμο είναι η λέξη διάλογος,
Επειδή η λέξη μονόλογος είναι δυστυχώς κι αυτή ελληνική,
Επειδή κανένας λαός δεν δικαιούται να κομπάζει για τη γλώσσα του, γιατί καμιά δεν είναι δημιούργημα ενός μόνο λαού.”

Θα σε ξεχνάω κάθε μέρα Βασίλη Αλεξάκη 

Έκοψα το σκοινί τη στιγμή της πιο γλυκιάς εξάρτησης

Δεν μπορώ να μετρήσω πόσες φορές είδα το πρόσωπο του πρωθυπουργού σήμερα. Είναι αδύνατον να περάσει μια μέρα και να μην σκάσει μύτη από κάποιο μέσο ενημέρωσης ή κάποιο δίκτυο κοινωνικής δικτύωσης. Αποτελεί άθλο για το κάποιο πολίτη που θα καταφέρει να μην έρθει σε επαφή έστω και για μια μέρα με την εξουσία. Το ιδεώδες θα ήταν να ζει κανείς σε ένα τόπο, που η εξουσία, τοπική και κεντρική να ήταν τόσο συνεπής, ώστε να μην αντιλαμβάνεται την παρουσία της.


Κανείς δεν πιστεύει πια ότι οι πολιτικοί του τόπου μας, είναι ικανοί να επωμιστούν τα προβλήματα της κοινωνίας, ότι τα κόμματα ενδιαφέρονται πραγματικά να δώσουν λύσεις, ότι τέλος πάντων λειτουργεί στοιχειωδώς ο πολιτικός παρεμβατισμός.
Θαρρείς ότι όλα κινούνται για να υπηρετήσουν με συνέπεια την επικοινωνία.
Έβαλα τελεία με το μαύρο και συνεχίζω με κόκκινο στυλό.
«Αυτοί οι τύποι που μας κυβερνούν σκότωσαν την Ελλάδα δύο φορές. Την πρώτη με την ψευδή ευμάρεια και τη δεύτερη με την πραγματική φτώχεια» έγραφε ο Στάθης. Κι ας μην αυτοπαραμυθιάζονται οι έως τώρα «πανταχού νικήσαντες» που ο λαός αδρανεί ή στέκει αμήχανος σαν να ’χει «παραδεχθεί την ήττα». Ουδέποτε φέρονται οι λαοί «σαν να ’ναι έτοιμοι από καιρό να πουν το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Το λένε απότομα! Κι αν πουν «όχι», γίνεται της Βαστίλλης...
Πριν πολλά χρόνια είχα γράψει, για την «πανικόβλητη, ηρεμία του σχοινοβάτη». Σ’ αυτές τις δύσκολες μέρες έχει αξία να το επαναφέρουμε… γιατί αν δεν κόψεις, το σπάγκο…, δεν γλυτώνεις τελικά απ’ όλα αυτά που σε βασανίζουν.
Εκείνη την ελευθερία που αναζητούσα, ακόμα, δεν κατάφερα να τη συναντήσω. Κάνω βουτιά στα μαρξιστικά μου ιδεώδη, μήπως και βρω μια εξήγηση. Οι πράξεις των πρώην συντρόφων μου, με απογοήτευσαν. Επιμένω στη θεωρία, ας είναι μακριά από την πράξη, ίσως μου δώσει μια εξήγηση μια αμυδρά ελπίδα ότι μπορεί με άλλες εφαρμογές κάτι να γίνει. Είχα αρχίσει να βρίσκω επιχειρήματα (επιχειρήματα, ο λόγος το λέει), κάποιες δικαιολογίες , που θα έφερναν προσωρινή ανακωχή στην μάχη με τον εαυτό μου. Τότε επενέβη, ο «Ζορμπάς» και με τραχιά φωνή με επανάφερε στη τάξη.. «Όχι δεν είσαι λεύθερος. Το σκοινί , που είσαι δεμένος είναι πιο μακρύ από τους άλλους ανθρώπους, αυτό είναι όλο. Του λόγου σου αφεντικό έχεις μακρύ σπάγκο , πας κι έρχεσαι, θαρρείς πως είσαι λεύθερος, μα το σπάγκο δεν τον κόβεις . Κι άμα δεν κόψεις τον σπάγκο…»
Στο όνομα του παρόντος όλα σβήνονται και στο όνομα του μέλλοντος θ’ αλλάξουν όλα. Εγώ όμως εκεί δεμένος, άμα δεν κόψεις τον σπάγκο… έντρομος κοίταξα πίσω, για να δω την άκρη του σχοινιού, μονάχα αγώνες και αγωνίες αντάμωσα: μοναξιά, φόβους και πανικό. Ορκιζόμουν στην ηρεμία μου και σε εκείνη την τρελή παράλογη γαλήνη, που με αντάμωνε στην ώρα του πιο τρελού πανικού, ότι είχα νικήσει. Νόμιζα, χωρίς καθόλου να υποπτεύομαι πως ίσως και να μην είναι η γαλήνη του πραγματικά ελεύθερου, αλλά η αυτοσυγκεντρωμένη πανικόβλητη ηρεμία του σχοινοβάτη. Σε τεντωμένο σχοινί διαρκώς.
Υπάρχει τελικά άνθρωπος ελεύθερος; Ο «Ζορμπάς», μου έδειξε το δρόμο, « άρχισα να αλαφρώνω αφεντικό, γίνομαι άνθρωπος, γλύτωσα από την πατρίδα, γλύτωσα από τους παπάδες, γλύτωσα από τα λεφτά…»
Υπάρχουν κάποιες απλές αλήθειες, που μπορεί να σου κόψουν το σχοινί χωρίς να χρειαστεί να βουτήξεις μέσα σε ιδεολογικά πονήματα κρατώντας σημειώσεις.
Έκοψα το σκοινί τη στιγμή της πιο γλυκιάς εξάρτησης 

Στο κύκλο που πιστεύεις...

Το παρακάτω επανέρχεται αυτοδικαίως, για να δικαιώσει τα πιστεύω του, άλλωστε σας το έχω δηλώσει, η στήλη αντιπαθεί τα τετράγωνα και τις λογικές τους, μέσα σε κύκλους περιστρέφεται και επανέρχεται.


Λατρεύω τους κύκλους, όχι αυτούς, του περιορισμού, που βάζουν φραγμούς στην ελευθερία και επιβάλλουν το σύστημα. Τους κύκλους εκείνους του χρόνου, που κάποια στιγμή απονέμουν δικαιοσύνη.
Έχετε ακούσει για τους ανθρώπους των ρολογιών; Οι άνθρωποι των ρολογιών πιστεύουν ότι κάνουν ιστορία και το τέλος της ιστορίας θα έρθει όταν καταστραφούν τα ρολόγια. Τι θα γίνει μετά; Θα περάσουμε σε ένα «συνεχές» λένε που το ονομάζουν «αιωνιότητα της χαράς», σε μια άχρονη κατάσταση, όπου οι βαριεστημένοι, οι απογοητευμένοι και οι ανικανοποίητοι άνθρωποι, δεν θα χρειαστούν πια να σκοτώνουν την ώρα τους, γιατί ο χρόνο θα είναι τελικά νεκρός.
Σχεδόν πάντα το παθαίνω. Παρεμβάλλω το χρόνο και είναι εις γνώσιν μου, που κυνηγάω ουτοπίες . Επανέρχομαι σε πράγματα απτά: «Δεν μπορεί να υπάρξει δύναμη σε ένα τετράγωνο» γράφει ο Τομ Ρομπινς. Και αυτό γιατί η δύναμη του κόσμου κινείται πάντα σε κύκλους. «Το κάθε τι προσπαθεί να είναι στρογγυλό δεν υπάρχουν τετράγωνα στη φύση ούτε στο μακρόκοσμο ούτε στον μικρόκοσμο η φύση δημιουργεί σε κύκλους και κινείται σε κύκλους, τα άτομα και οι γαλαξίες είναι κυκλικά καθώς και τα περισσότερα οργανικά πράγματα που υπάρχουν ανάμεσα τους. Η Γη είναι στρογγυλή, ο άνεμος φυσάει σε δίνες, η μήτρα δεν είναι σαν χαρτόκουτο για παπούτσια. Που είναι οι γωνίες ενός αυγού, που είναι οι γωνίες του ουρανού; Κοίτα τις φωλιές των πουλιών, το τετράγωνο είναι παράγωγο της λογικής. Κοίτα την κοιλιά σου κυρία καθηγήτρια, κοίτα τα κωλομέρια σου, κοίτα τα βυζιά σου…» Ο όλος σκοπός της λογικής είναι να τετραγωνίσει τον κύκλο… όμως η ζωή μας κύκλους κάνει και αυτό καλό είναι να μην το ξεχνάμε. 

Με την ελπίδα πάντα παρούσα


Είναι κάποιοι συμβιβασμοί, που εκμεταλλεύονται το θολό τοπίο που κυριαρχεί μέσα μας και γίνονται επιλογή μας.
Στην ίδια οικεία διαδρομή, με τα στενά παπούτσια να μας πρήζουν τα πόδια, μέχρι η κατάφαση να μας χαρίσει ελευθερία, θα πορευόμαστε εξαντλώντας κάθε όριο της υπομονής μας και της ανοχής, πρωτίστως στον εαυτό μας.



Τα σημερινά διλήμματα υπαγορεύονται από μέσα μας και είναι βασανιστικά. Ένα είναι βέβαιο: δεν έχουμε ξεμπερδέψει με τις ρήξεις. Ατομικές και συλλογικές. Όπως και να το κάνουμε δεν αρκεί να ανοίξεις το παράθυρο και να κυλήσει το φως μέσα.
Θα συνεχίσω τη διαδρομή με τα στενά παπούτσια, σαν χρέος στα παιδικό μου όνειρα, γιατί δε μπορώ να σβήσω προς χάριν των αγορών, την πίκρα και τον ενθουσιασμό μιας εποχής, που άνθιζε η ελπίδα. Φτάσαμε μέχρι εδώ και αφήσαμε δρόμο πίσω μας, με λάθη δε λέω. Με πίκρες και με χαρές, που αν τελειώσουν θα τελειώσω και εγώ μαζί τους,
Θα συνεχίσω στα καμένα με τα παπούτσια να με στενεύουν και με σημάδια τα αρώματα - όσα έχουν απομείνει - εκείνης της παιδικής επαναστατικότητας. Με φόβο αλλά την ελπίδα πάντα παρούσα να επιμένει.

Μεθεόρτια

Σύμφωνα με μια μαθηματική εξίσωση, που συνδύασε παράγοντες όπως ο καιρός, τα χρέη, τις γιορτές των Χριστουγέννων, τους στόχους που δεν επιτεύχθηκαν τη νέα χρονιά, το χαμηλό επίπεδο κινητοποίησης, αυτές οι ημέρες είναι οι πιο μελαγχολικές του χρόνου. Μακάρι να μπορούσαν τα μαθηματικά να δώσουν απαντήσεις στις μέρες που μας βαραίνουν. Δυστυχώς η μαθηματική εξίσωση δε λέει την αλήθεια.


Γι' αυτό ας λαδώσουμε σιγά – σιγά τις μηχανές να ξεκινήσουμε. Η μελαγχολία δεν γνωρίζει εποχές, πηγάζει μέσα από δυσκολίες, όχι απ’ αυτές που ζούμε, αλλά απ’ αυτές που περιμένουμε. Είναι η αρχή στην ανηφόρα και νοιώθουμε ήδη κουρασμένοι.
Φιλολογούμε και αγωνιούμε για διάρκειες που δεν είναι εφικτές. Αν δεν το καταλάβουμε απλά ρίχνουμε σταχτή στα μάτια μας.
Πόσες φορές να τα επαναλάβω, Η αναφορά στην θλίψη είναι επιβεβλημένη, για να μη γίνει κατάθλιψη. Πως λέτε τόσα χρόνια καταφέραμε ν’ αντέξουμε; Μοιραζόμαστε τα κακά μαζί σας, τα εκθέτουμε στο φως , τα κάνουμε κοινά μυστικά και τα αποδυναμώνουμε.
Δεν είναι τα μεθεόρτια , που μας δημιουργούν μελαγχολία είναι οι μέρες πριν, οι ώρες πριν το παιγνίδι, όταν μπούμε, δεν υπάρχουν περιθώρια για κακές σκέψεις.
Αλώστε όπως σχολιάζει η Κυρία του ραδιοφώνου: «Μεγαλώσαμε, αλητέψαμε, λεηλατήσαμε και μας λεηλάτησαν, πειρατές επιπόλαιοι, χωρίς χρυσό δόντι και γάντζο στο χέρι, κάναμε γιουρούσι στις ήττες, και τι όμορφα που γελάει κανείς όταν είναι λυπημένος ! Αυτό το γέλιο που στάζει αλμύρα και χει το ίσκιο των αναμνήσεων στον ήχο του. Μην κλείνεις τα μάτια τώρα που λιγόστεψε η διαδρομή, άσε το αεράκι να διαπεράσει τις ηλικίες σου και πάρε με τηλέφωνο μόλις φτάσεις στο όνειρο σου. Αμέσως. Και που είσαι; Εκείνο το κρυμμένο τραύμα πως το κρατάς ακόμα κόκκινο;» 

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...