Δευτέρα 6 Ιουνίου 2022

Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου

Η Κρίση κρίση, ο πόλεμος, πόλεμος, η ακρίβεια, ακρίβεια, οι διαφημίσεις όμως για τα νέα μοντέλα κινητών τηλεφώνων και αυτοκίνητων, επιμένουν προκλητικά. Μα έχουμε όλοι κινητά περισσότερα του ενός και τα αυτοκίνητα μας έχουν πνίξει.

"Έτσι θα ξεπεράσουμε την κρίση. Αυτοί είναι οι κανόνες της νέας οικονομίας.” μας λένε, όσο για την πραγματική…


Με τη λατρεία των πραγμάτων, όλοι βρίσκουμε τον μπελά μας. “Η κατοχή δεν ταυτίζεται με τη χρηστικότητα, γράφει ο Κωστής Παπαγιώργης, “με την αντικειμενική αξία του πράγματος , κάθε εξορθολογισμός απορρίπτεται. Ο άσβεστος πόθος γι' αυτό που δεν κατέχουμε, τελικά αποδεικνύεται ισχυρότατο κίνητρο.

Πάμε πάντα προς το απώτερο του παρόντος, γι' αυτό και το παιδί χαίρεται με την αναμονή του παιχνιδιού - ποτέ με την κατοχή του...”

Αυτό απουσιάζει τελικά από τη ζωή μας; Αυτό αποτελεί την ύψιστη ανάγκη μας; Μας περίσσεψαν οι άνθρωποι και ψάχνουμε αντικείμενα για να καλύψουμε την απουσία;

«Απούσα η μορφή σου διαστέλλεται τόσο που γεμίζει το σύμπαν. Περνάς στη ρευστή κατάσταση των φαντασμάτων. Παρούσα, συμπυκνώνεται και αποκτάς το ειδικό βάρος των βαρύτερων μετάλλων, του ιριδίου και του υδράργυρου. Αυτό το βάρος με πεθαίνει καθώς πέφτει στην καρδιά μου», γράφει η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ.

Κι όσον για κείνον που ποθεί, όπως παρατηρεί ο Μπαρτ, «το αντικείμενο της αγάπης είναι πάντοτε απόν κι από την ταραχή που φέρνει η απουσία, γεννιέται ο στεναγμός».

Σ ΄αυτή την απουσία έχουμε ανάγκη παρουσίας, γιατί αυτή αποτελεί την χαμένη μας Εδέμ, τα χαμένα μας κομμάτια . Πως θα την αποκτήσουμε; Με κινητά τηλέφωνα που ψήνουν καφέ και αυτοκίνητα που στριμώχνονται στους δρόμους. Εγώ δεν καταλαβαίνω.

Αυτοί, όμως, έχουν καταλάβει, που στο δρόμο το χάσαμε το σημαντικό και επιδιώκουν με το αζημίωτο να το αναπληρώσουν με ασημαντότητες. Με πληρωμένα προσχήματα προσπαθούν τάχατες να μας φέρουν κοντά.

Ακριβώς Κυρία μου «Όλα για ένα σύννεφο προκαταβολή. Στις 60 άτοκες θα έρθει η καταιγίδα. Δε μου αρέσουν οι ομπρέλες ή μη μόνον όταν φέρνουν κοντά δυο ανθρώπους με το πρόσχημα της βροχής. Θα μου πείτε, το «κοντά» χρειάζεται προσχήματα; Γιατί υπάρχει κάτι άλλο πια, που να μην τα χρειάζεται;» Εκεί ποντάρουν… 

Τίποτα δεν έχουν διδαχθεί

Είχα την εντύπωση ότι οι πρωτόγνωρες στιγμές που ζήσαμε με την πανδημία, το κλείσιμο των καταστημάτων και τον εγκλεισμό, σε κάποιες περιπτώσεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ευεργετικά. Γελάστηκα! Ορθά μου σχολίασε φίλος στο κείμενο που ακολουθεί.

«Όταν περάσει η πανδημία, θα πέσουν με τα μούτρα, στην αισχρή εκμετάλλευση της πόλης. Τίποτα δεν έχουν διδαχθεί»


Μπορούμε να σκεφτούμε τους εαυτούς μας σήμερα, σε υλικοτεχνικό περιβάλλον του ’60, του ’70, του ’80; Δεν μπορούμε. Είμαστε το παρόν μας. Το παρελθόν, ακόμη κι αν το κρατάμε στη μνήμη μας, είναι στάχτη. Θα μου πείτε εν μέσω πανδημίας, που η αγορά στενάζει, βρήκες να μας τα θυμίσεις. Τώρα είναι η ώρα η καλή, που το μυαλό έχει λίγο χρόνο να αναρωτηθεί.
"Δεν θέλουμε μια πόλη νεκροταφείο. Θέλουμε μια πόλη του 2020 για να μην πω του 2030.
Μία πόλη σύγχρονη, ζωντανή, βιώσιμη, φιλική για τους κατοίκους της και για τους επισκέπτες. Μια πόλη καθαρή, και γι΄ αυτό πρέπει να φροντίσουμε όλοι, από το Δήμο πρωτίστως, μέχρι τον τελευταίο πολίτη.
Δεν θέλουμε τη πόλη στα χέρια των νταβατζήδων αλλά των κατοίκων της.
Θέλουμε και μπαρ και καφέ και φαγάδικα και τραπεζάκια έξω. Δεν θέλουμε όμως αυτός που έχει άδεια για δέκα τραπέζια να βγάζει εκατό και να εκμεταλλεύεται κάθε σπιθαμή δημόσιου χώρου. Αυτός κλέβει πρωτίστως όλους εμάς, που μας ανήκει ο χώρος και τους συναδέλφους του με τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Δεν θέλουμε ηχορύπανση και απαιτούμε να εφαρμοστούν κανόνες λειτουργίας.
Δεν θέλουμε να μπαίνουν λεωφορεία τουριστικά, ανοιχτά και κλειστά, στο κέντρο της πόλης. Δεν τα αντέχει το ιστορικό κέντρο.
Να μπορούν να την περπατήσουν την πόλη, να την δουν, να την ζήσουν, να την χαρούν και οι μόνιμοι κάτοικοι και οι επισκέπτες.
Δεν θέλουμε η εμβληματική εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, να γίνει μαγαζί γωνία, για πλούσιους επισκέπτες. Οι δρόμοι γιουσουρούμ από τα τουριστικά καταστήματα, που αντί για την προβλεπόμενη εξωτερική προσθήκη, καταλαμβάνουν το μισό δημόσιο δρόμο, προσβάλλουν βάναυσα την εικόνα της πόλης.
Για να μην επανέλθουμε. Τα αυτονόητα ζητάμε. Και πολλά άλλα που τα ξέρουμε όλοι.
Να προστατεύσουμε την πόλη που κληρονομήσαμε και γι΄ αυτό να σταθούμε αλληλέγγυοι για τις επόμενες γενιές, ώστε και αυτές να έχουν την ευκαιρία να την γνωρίσουν και να τη ζήσουν. Να μη βρουν χαλάσματα..." 

Απόπειρα για να σωπάσουν οι σκιές

Όσο περνάει ο καιρός, έχω την αίσθηση ότι περισσεύω σε ένα παρελθόν που προσπάθησα να γίνει μέλλον, γιατί αυτό που ήθελα, ήταν μόνο το μέλλον του.

Στο νου μου έρχονται εκείνα τα παραμύθια, που μας μετέφεραν σε κόσμους, που όλα καλώς καμωμένα ήταν και αναρωτιέμαι, πως καταλήξαμε... Δεν είμαστε οι κακοί και όμως χάσαμε.
Όσο μικραίνει ο χρόνος, δυσάρεστες συζητήσεις καλύπτουν πλέον, ένα μεγάλο μέρος των ενδιαφερόντων, των ανθρώπων της ηλικίας μου. Ξεκινούν χαλαρά με αναλύσεις αίματος και ούρων, με κάποια προγραμματισμένα τσεκάπ και φτάνουν προοδευτικά στα εγκεφαλικά στις ανακοπές, στο σάκχαρο, που δεν πρόσεξε, μέχρι να ξεθάψουν κάποιους γνωστούς συνγχωρεμένους.


Ξεκινάω από την πρεσβυωπία και φτάνω να βγάζω τη γλώσσα στο θάνατο σε μια απόπειρα «για να σωπάσουν οι σκιές»
Θυμάστε που έγραψα παλιότερα για τις ευεργετικές επιπτώσεις της πρεσβυωπίας; Ε! λοιπόν αυτή η καλπάζουσα πρεσβυωπία, που λειτουργεί σε αντιστάθμισμα του χρόνου του αδυσώπητου, σβήνει πολλά από τα μελαγχολικά σημάδια του. Αφαιρεί στα δικά μας, στραβά μάτια πολλά χρόνια που μας βαραίνουν. Στον καθρέπτη συνεχίζουμε να βλέπουμε, αφού δεν βλέπουμε, καστανά τα γκρίζα μας μαλλιά και χωρίς ίχνος ρυτίδας το αυλακωμένο πρόσωπό μας. Μας ενεργοποιεί τη μνήμη και αυτό είναι μεγάλο πλεονέκτημα στην ανηφόρα της ζωής. Το ευχάριστο είναι ότι το μέγεθος του βαθμού, φτάνει στο σημείο, να συνεχίζουν τα μάτια μας, να βλέπουν ανήφορο τον κατήφορο, που έχει ξεκινήσει. Και προχωράμε και προχωράμε… χωρίς κίνδυνο να γλιστρήσουμε, αφού οι άγιες μέρες της νεότητας μας επανέρχονται στη μνήμη και μας στηρίζουν. Έτσι γλυκά θα βουλιάξουμε χωρίς να το μάθουμε ποτέ. Αυτοί που φεύγουν, από την τσέπη τους δε λείπει το εισιτήριο της επιστροφής και ας μην γυρίσουνε ποτέ... 

Το χάσμα μεταξύ τόπου και αυτών, που τον κατοικούν συνεχώς διευρύνεται

Τραπεζοκαθίσματα παντού, στις πλατείες, στους δρόμους, στους πεζόδρομους, στα καντούνια , όπου υπάρχει δημόσιος χώρος έχει καταληφθεί. Στις περισσότερες των περιπτώσεων παρανόμως. Γιατί είναι παρανομία, να έχεις άδεια για δέκα τραπέζια και να βγάζεις 100. Και να ήταν μόνο αυτό: Τραινάκια, άμαξες, τουριστικά λεωφορεία και κάτι τεράστια οχήματα, με δυο πατώματα που πουλάνε περιήγηση στους επισκέπτες. «Η γενική της πόλης άποψη σε φωτογραφία κίτρινη, έπνιγε κάθε προσδοκία».


Μπορεί, η παλιά πόλη της Κέρκυρας, να άντεξε στο χρόνο, μπορεί τα φρούρια να δεσπόζουν, και να θυμίζουν εποχές δόξης λαμπρές, μπορεί τα στενά καντούνια, να εκπέμπουν ζεστασιά και νοσταλγία. Μπορεί όλα αυτά μαζί και τόσα άλλα να αποτελούν σήμερα ένα από τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, το ζωντανό στοιχείο όμως, όπου έχει την ευθύνη της διαχείρισής του, κάνει ότι μπορεί για να μουτζουρώσει την εικόνα . Δυστυχώς τα κτίρια από μόνα τους, δεν μπορούν να διεκπεραιώσουν μια τόσο δύσκολη διαδικασία. Η Κέρκυρα δεν είναι φιλόξενη πόλη. Το χάσμα μεταξύ τόπου και αυτών, που τον κατοικούν συνεχώς διευρύνεται. Κουράστηκα να τα λέω και να τα γράφω. Μετά από τόσες συνεδριάσεις, τόσες χαμένες ώρες σε ασκήσεις επί χαρτού, κουράστηκα να δίνω εξηγήσεις.
Στο «Σύγνεφο με παντελόνια», ο Μαγιακόφσκι, προσπάθησε να γίνει επεξηγηματικός.
«Τη σκέψη σας που νείρεται πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές σ’ ένα ντιβάνι λιγδιασμένο, εγώ θα την τσιγκλάω επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου, φαρμακερός κι αγροίκος πάντα ως να χορτάσω χλευασμό».
Είκοσιδυό χρονών λεβέντης τότε που έγραφε αυτά. Στα τριάντα εφτά του αυτοκτόνησε, είχε βαρεθεί τις επεξηγήσεις και τις πολλές συνεδριάσεις

Δεν είναι η απουσία γύρω, είναι η απουσία μέσα

Το παρακάτω με τον χρόνο που περνάει γίνεται ακόμα πιο δυσβάστακτο. Το αντιμετωπίζω έντονα τελευταία. Η μοναξιά έρχεται με τα χρόνια τελικά. Και δεν είναι η απουσία γύρω, είναι η απουσία μέσα. Και ένα βάρος απροσδιόριστο. Να φταίει άραγε εκείνη η ατζέντα με τα «πρέπει», που φυλακίζει το μυαλό;


Σίγουρα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αν ξέραμε ότι δεν είμαστε ελεύθεροι. Θα ήταν διαφορετικές οι κοινωνίες, αν οι λέξεις συγγένευαν με το νόημα τους. Δεν χρειάζεται τεκμηρίωση για να στηρίξουμε το αυτονόητο. Το παραπάνω γενικώς. Από εδώ αρχίσει ο προσωπικός Γολγοθάς του καθένα μας.
Γιατί τελικά όλα στο μυαλό μας είναι, αν θέλουμε να ζήσουμε στη ζέστη και στην υγρασία, θα το κατορθώσουμε και ας φυσάει έξω ο βοριάς…
Σ’ αυτήν την προσπάθεια κάποιοι, μεγαλώνουν την απόσταση, απομακρύνονται από το πλήθος, πετούν και χάνονται… Διάβασα κάπου ότι μερικοί άνθρωποι, πνίγονται από τα πολλά χαρίσματα τους, γιατί είναι παράταιροι και παράκαιροι και μέσα και έξω. Έξω γιατί δεν συμβαδίζουν με την εποχή τους. Μέσα, γιατί δεν ξέρουν να διαχειριστούν όλη αυτή τη δύναμη που διαθέτουν και δεν την αναγνωρίζουν, διότι δεν τη διαβάζουν στα μάτια των άλλων. Των άλλων τη μίζερη ζωή.
Εξάλλου αυτό που μετράει εν τέλει τις αντοχές μας και τις προκοπές μας, είναι η συναισθηματική μας νοημοσύνη και η πειθαρχημένη της δύναμη. Πειθαρχία που οι έχοντες τα χαρίσματα, ούτε που θέλουν ν΄ ακούν στα αυτιά τους. Έτσι πολλά αντικρίζουν και τυφλώνονται. Δικές τους αλήθειες καθιερώνουν και προσκρούουν στα κοινωνικά στεγανά.
Η ιστορία, μας έχει διδάξει ότι όλοι αυτοί στην εποχή τους έμειναν καταραμένοι, περιθωριακοί, οριακές προσωπικότητες, μόνοι, δυσβάσταχτοι για όλους τους άλλους. Κατόπιν βέβαια γίνανε αθάνατοι.
“Γιατί όλοι αγαπούν την όπερα, κανείς την πριμαντόνα. Όλοι αγαπούν την ποίηση κανείς τον ποιητή. Όλοι αγαπούν την μουσική, αλλά ο συνθέτης τις νύχτες ουρλιάζει μόνος”. Γιατί είναι η μοναχικότητα πιο πέρα κι απ’ τη μοναξιά.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...