Βλέποντας
τον όγκο των σκουπιδιών, αυτές τις μέρες
που ήταν κλειστός ο ΧΥΤΑ του Τεμπλονίου,
τρόμαξα. Όχι από τα σκουπίδια. Τρόμαξα
από την συμπεριφορά των κατοίκων αυτής
της πόλης... Όχι κάποιων ασυνείδητων,
αυτά τα τεράστια βουνά από σκουπίδια,
δεν μπορούν να τα δημιουργήσουν κάποιοι.
Αυτή η εικόνα ντροπής είναι εικόνα που
χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των κατοίκων
αυτής της πόλης, την παιδεία ενός Λαού,
που περηφανεύεται για τον πολιτισμό
του. Δεν θα συνεχίσω, γιατί αυτές οι
λέξεις που βγαίνουν δεν γράφονται.
Σε
παλαιότερο ρεπορτάζ της κυριακάτικης
«Καθημερνής» γράφει η Μαρία Κατσούνακη
«Αθήνα, μια βρώμικη πόλη – δυστυχώς…»,
( όπου Αθήνα βάλτε Κέρκυρα ). Πληροφορούμαστε,
μεταξύ άλλων, από τους δημάρχους της
Στοκχόλμης, του Μπέρμιγχαμ και της
Δουνκέρκης, την πολιτική περισυλλογής
απορριμμάτων, τις μεθόδους που εφαρμόζουν,
τα κονδύλια που δαπανούν. Και κυρίως:
παντού υπάρχουν ειδικοί χώροι, τα
σκουπίδια δεν εκτίθενται στους δρόμους,
όσοι δεν υπακούουν τιμωρούνται με υψηλά
πρόστιμα. Όμως οι Κερκυραίοι είναι, ως
γνωστόν, «νοικοκυραίοι». Γνωρίζουν
καλύτερα από τον καθένα (Ευρωπαίο) πολίτη
πώς να απομακρύνουν τη βρωμιά, να την
ξεφορτωθούν, γιατί εκτός σπιτιού -
διαμερίσματος, πρόκειται για μια «άλλη
πόλη». Μια Κέρκυρα που ανήκει αποκλειστικά
στον δήμαρχο και στους πολιτικούς της,
που δεν είναι στη δική μας δικαιοδοσία,
που υπόκειται σε διαφορετικό ιδιοκτησιακό
καθεστώς. Ξένο έδαφος, δηλαδή. Και
συμπεριφερόμαστε αναλόγως.
Ας μην προχωρήσουμε σε πιο σύνθετες έννοιες, όπως διαχωρισμός απορριμμάτων. Γιατί τότε, αν είμαστε (πολιτειακά) υπεύθυνοι και με στοιχειώδη (αστική) αξιοπρέπεια θα πρέπει να βάλουμε τα κλάματα ως μετεξεταστέοι με ανυπέρβλητα μαθησιακά προβλήματα. Έως ότου επιτύχουμε τις επιδόσεις (όλων) των άλλων Ευρωπαίων, θερμή παράκληση προς τον Δήμο Κερκυραίων: Μήπως θα μπορούσατε κ. Δήμαρχε να εγκαταστήσετε έναν υπάλληλο έξω από κάθε κάδο, ο οποίος να αναλαμβάνει να εξυπηρετεί τους πολίτες εκείνους με ανεπτυγμένο αίσθημα καθαριότητας που σιχαίνονται να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό; Και αν αυτό το μέτρο σάς φαίνεται δαπανηρό, μήπως συμφέρει καλύτερα να τοποθετήσετε ένα ηλεκτρονικό σύστημα που να αντιδρά στην εντολή «κάδε, άνοιξε». Με κίνδυνο βέβαια να εκτοξεύεται η εντολή μαζί με τα απόβλητα από τους ορόφους. Γιατί πάντα θα επιλέγουμε την πιο ξεκούραστη λύση. Γιατί πάντα «ιδιωτικό» θα σημαίνει ό,τι μας συμφέρει και «δημόσιο» ό,τι δεν μας αφορά
Ας μην προχωρήσουμε σε πιο σύνθετες έννοιες, όπως διαχωρισμός απορριμμάτων. Γιατί τότε, αν είμαστε (πολιτειακά) υπεύθυνοι και με στοιχειώδη (αστική) αξιοπρέπεια θα πρέπει να βάλουμε τα κλάματα ως μετεξεταστέοι με ανυπέρβλητα μαθησιακά προβλήματα. Έως ότου επιτύχουμε τις επιδόσεις (όλων) των άλλων Ευρωπαίων, θερμή παράκληση προς τον Δήμο Κερκυραίων: Μήπως θα μπορούσατε κ. Δήμαρχε να εγκαταστήσετε έναν υπάλληλο έξω από κάθε κάδο, ο οποίος να αναλαμβάνει να εξυπηρετεί τους πολίτες εκείνους με ανεπτυγμένο αίσθημα καθαριότητας που σιχαίνονται να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό; Και αν αυτό το μέτρο σάς φαίνεται δαπανηρό, μήπως συμφέρει καλύτερα να τοποθετήσετε ένα ηλεκτρονικό σύστημα που να αντιδρά στην εντολή «κάδε, άνοιξε». Με κίνδυνο βέβαια να εκτοξεύεται η εντολή μαζί με τα απόβλητα από τους ορόφους. Γιατί πάντα θα επιλέγουμε την πιο ξεκούραστη λύση. Γιατί πάντα «ιδιωτικό» θα σημαίνει ό,τι μας συμφέρει και «δημόσιο» ό,τι δεν μας αφορά
Αυτήν
την πόλη την απροσδιόριστη και για να
μην την αδικήσω θα προτιμούσα καλύτερη
να ήταν άδεια. Θα μου πείτε τώρα, αν δεν
υπήρχε κόσμος πώς θα υπήρχε πόλη; Αυτό
είναι άλλη ιστορία.
«Η πόλη μας μοιάζει να εγκληματεί πρωτόγνωρα: Μας ενθαρρύνει τα μέγιστα να θαφτούμε στη σκόνη της. Απλανείς μας χρειάζεται «με τα χέρια μας να βουλιάζουν στις τσέπες και να παίζουν τα κλειδιά των δικαιωμάτων μας.»
Συνέχισε αγαπητή αναγνώστρια: «Βγήκα στην πλατεία. Δεν είχε κρύο. Μόνο φύσαγε πολύ. Τα μαλλιά μου, το σακάκι μου, τα έσπρωχνε επίμονα ο αέρας. Θέλησα να μείνω εκεί, με χέρια και σακάκι ανοιχτά να με χτυπά ο αέρας και να διώχνει τις λύπες. Να με περάσει ολόκληρη ένας αέρας που θα πάρει μαζί του θυμούς και πίκρες, χρωστούμενα και αδιέξοδα. Όλα να τα πάρει μακριά. Κι εγώ να μείνω εκεί, στη μέση μιας πλατείας φαρδιάς, ανοιχτής, και να ανασαίνω μια καινούργια πνοή. Να γεμίζω τα πνευμόνια μου με καθαρό αέρα, το μυαλό μου με καινούργιες ιδέες. Να μη λερώνεται τίποτα απ’ τους λεκέδες του χτες.
Εκεί που η σκέψη είναι ελεύθερη, απαλλαγμένη από συμβάσεις συμφερόντων, κοινωνική υποχρέωση και συγκατάβαση εξ ανάγκης.
«Η πόλη μας μοιάζει να εγκληματεί πρωτόγνωρα: Μας ενθαρρύνει τα μέγιστα να θαφτούμε στη σκόνη της. Απλανείς μας χρειάζεται «με τα χέρια μας να βουλιάζουν στις τσέπες και να παίζουν τα κλειδιά των δικαιωμάτων μας.»
Συνέχισε αγαπητή αναγνώστρια: «Βγήκα στην πλατεία. Δεν είχε κρύο. Μόνο φύσαγε πολύ. Τα μαλλιά μου, το σακάκι μου, τα έσπρωχνε επίμονα ο αέρας. Θέλησα να μείνω εκεί, με χέρια και σακάκι ανοιχτά να με χτυπά ο αέρας και να διώχνει τις λύπες. Να με περάσει ολόκληρη ένας αέρας που θα πάρει μαζί του θυμούς και πίκρες, χρωστούμενα και αδιέξοδα. Όλα να τα πάρει μακριά. Κι εγώ να μείνω εκεί, στη μέση μιας πλατείας φαρδιάς, ανοιχτής, και να ανασαίνω μια καινούργια πνοή. Να γεμίζω τα πνευμόνια μου με καθαρό αέρα, το μυαλό μου με καινούργιες ιδέες. Να μη λερώνεται τίποτα απ’ τους λεκέδες του χτες.
Εκεί που η σκέψη είναι ελεύθερη, απαλλαγμένη από συμβάσεις συμφερόντων, κοινωνική υποχρέωση και συγκατάβαση εξ ανάγκης.
Εκεί
που η πόλη μου ντύνεται τα καλά της και
μιλά για τους ανθρώπους της, παλιούς
και καινούργιους και τα έργα τους.
Μα
τι λέω; Ένας αέρας ήταν, και κράτησε
λίγο, όσο κρατούν τα όνειρα στη χώρα των
λεπρών. Λερωμένα τα πάντα κι η πλατεία
κι η πόλη κι η χώρα κι ο κόσμος.
Μόνο
η σκέψη, ίσως καθαρίσει αν μπορεί κανείς
να ψηλώσει, για να συναντήσει καθαρό
αέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου