Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Χάθηκαν οι λέξεις και άρχισαν τα ερωτηματικά



Είχα γράψει ένα κείμενο πολύ σκληρό, πριν είχα σπάσει δυο ποτήρια κρασιού, κατά λάθος. Τριακόσιες εβδομήντα λέξεις έγραφε ο καταμετρητής, δεν έμεινε ούτε μία. Έκανα μια προσπάθεια να το ξαναγράψω, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Η κεντρική ιδέα, δεν ήταν ικανή να βάλει τις θυμωμένες λέξεις στη σειρά, μπορεί να με φύλαξαν οι θεοί. Πάμε παρακάτω. 
Απάντηση σε μια συχνή ερώτηση αναγνωστών. Μέσα από ένα βιβλίο . Το έγραψε η Ελένη στην στήλη της. «Τα κίνητρα της γραφής προσπάθησε να συγκέντρωση η συγγραφέας Μάργκαρετ Ατγουντ στο βιβλίο της «Συνομιλώντας με τους νεκρούς» Δηλαδή με τους συγγραφείς που αγάπησε. Τα φαντάσματά της. Τους μελλοντικούς της ήρωες που θα ζωντανέψει. Και ιδού μερικά… κίνητρα απ’ αυτά. Τα αποκαλύπτουν οι ίδιοι οι συγγραφείς στο ερώτημα «γιατί γράφω»:
Για να καταγράψω τον κόσμο όπως είναι. Για να καταγράψω το παρελθόν προτού λησμονηθεί. Για να ανασκάψω το παρελθόν επειδή λησμονήθηκε. Για να ικανοποιήσω την επιθυμία μου για εκδίκηση.  Επειδή να γράφεις σημαίνει να αναλαμβάνεις ρίσκα, και μόνον έτσι γνωρίζουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Για να παράγω τάξη από το χάος. Για να εκφράσω την ανέκφραστη ζωή των μαζών. Για να κατονομάσω το μέχρι τούδε ακατονόμαστο. Για να κοροϊδέψω τον Θάνατο. Για να αρέσω στις γυναίκες γενικά. Για να ευχαριστήσω και να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη. Για να επιβιώσω και μετά θάνατον.   Γιατί η ιστορία στοίχειωσε μέσα μου και δεν με άφηνε στην ησυχία μου. Για να μιλήσω για αυτούς που δεν μπορούν να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Για να επιστρέψω κάτι από αυτό που δόθηκε. Για να μιλήσω με τους νεκρούς…
Το κίνητρο είναι εκείνο που θα καθορίσει πολλά στη συνέχεια: ποιότητα, αισθητική, ειλικρίνεια, πάθος, ματαιοδοξία, ύφος…
Αλλά αυτό το κίνητρο, εν τέλει, είναι και αναγνωστικό. Πως θα μπορούσε, εξάλλου, να γίνει διαφορετικά. Αυτά τα δύο είναι «σε σχέση». Κατά συνέπεια θα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε γιατί διαβάζουμε εμείς: Για να μαθαίνω. Για να βαθαίνω. Για να ανακαλύπτω.

Για να καταλαβαίνω. Για να κρίνω. Για να ταξιδεύω. Γιατί με ευχαριστεί. Ανακαλύπτω τους άλλους. Τη ζωή. Γιατί επικοινωνώ. Γιατί με παρηγορεί. Με ασφαλίζει. Για να σκοτώσω την ώρα μου.
Προσπαθώντας να απαντήσω στην ερώτηση «γιατί γράφω», ώστε να εντοπίσω και το δικό μου κίνητρο σε αυτή την καθημερινή διαδικασία της γραφής, διαπίστωσα ότι είναι πολλά τα κίνητρα. Κάθε μέρα δε, είναι και διαφορετικά. Αλλά και σαν αναγνώστης κινούμαι από διαφορετικές κατευθύνσεις. Σχεδόν όλα τα «Για» στο γιατί θα μπορούσαν να ήταν απαντήσεις δικές μου, ακόμα και αυτές που δεν περιποιούν τιμή.
Η γραφή και η ανάγνωση είναι μια διαδικασία σύνθετη, που έχει να κάνει με τις αδήριτες ανάγκες της ψυχής μας. Και αυτές είναι πολλές και διαφορετικές, δημιουργούνται δε, σε σχέση με το χρόνο και τα γεγονότα που για τον καθένα παίζουν και διαφορετικό ρόλο στη ζωή του
Γράφω γιατί είμαι ερωτευμένος. Γιατί δεν είμαι ερωτευμένος. Γιατί πονάω. Γιατί χαίρομαι. Για μένα και για τους άλλους για τους λίγους και για τους πολλούς. Για τους φίλους και τους εχθρούς. Για να ανασάνω σήμερα εγώ και να δώσω ανάσες από το περίσσευμα μου αύριο, σ’ αυτούς που τις χρειάζονται
Όλες οι απαντήσεις που πείρε η κ. Ατγουν, συνομιλώντας με τους νεκρούς συγγραφείς που αγάπησε, δικές ήταν τελικά. Γιατί η γραφή δεν έχει κίνητρα

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

«Το Μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ»


Πάντα αυτές τις μέρες η αναφορά σε ένα βιβλίο.  Η φίλη μου η  Ελένη Γκίκα υπογράφει το νέο της μυθιστόρημα «Το Μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ»,  από τις εκδόσεις Καλέντης. Οι ήρωες αναμετρώνται με το χρόνο, με τις αναμνήσεις και το παρόν.  
«Η μνήμη μου συνίσταται κυρίως από βιβλία. Στην πραγματικότητα, θυμάμαι ελάχιστα την πραγματική μου ζωή» ∙ διαβάζει χαμογελώντας, αναλογιζόμενος τη δική του ζωή που είναι κυρίως μουσικές. Μουσικές, κι ένας φόνος. (σελ. 149)
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Η Εκάτη-Ουλρίκα, μνήμη που συγκρατεί τα μυστικά και κάνει προσωπεία τα πρόσωπα και μαριονέτες τους πεθαμένους της για ν’ αντέξει.
Και ο Μιχαήλ-Σεμπάστιαν που συμπληρώνει τη χαμένη παρτιτούρα – γι’ αυτό έχει έρθει εξάλλου σ’ αυτή τη ζωή.
Ανάμεσά τους, η Ιστορία και η Συγγένεια, το Παρελθόν και η Νέμεσις, το Χρέος και ο Έρωτας, ο Μπόρχες και η Αιώνια Επανάληψη.
 

«Άλεφ» και «Μπεθ», υπνοβάτες στο Σολάρις του Διαδικτύου, όπου «ό,τι γεννιέται γεννιέται ξανά», για μια αιώνια στιγμή. «Δραπέτες», καταδικασμένοι να συναντιούνται ξανά και ξανά στην ίδια σκακιέρα. Με προσωπεία, έστω. Και με λόγια -για να τ’ αντέξουν; δανεικά. Ακούγοντας πάντα τον δικό τους Ραβέλ ή Βάγκνερ, με την υπόσχεση να αιωρείται εκεί σαν θηλιά: «Πατέρα, δεν ξέχασα, μάνα είμαι εδώ στην ξερολιθιά, σε κάθε ξερολιθιά, κι ακούω πάντα τον δικό μας Βάγκνερ. Θα ξανάρθω, και η τιμωρία θα είναι πορφυρή».
Είκοσι και ένας οι νεκροί.
Και δύο έγκλειστοι.
Οι πρώτοι, σε νεκρομαντεία, αρχαία θέατρα, ιστορικά μνημεία. Εκεί όπου «η πύλη του Άδη παραμένει ανοιχτή».
Οι δεύτεροι, σ’ ένα ρημαγμένο ξενοδοχείο που ζωντανεύει με τον καιρό και σ’ ένα Πυργόσπιτο με γκρεμισμένες τις πολεμίστρες, αλλά με στοιχειωμένες τις ζωές και τις μουσικές.
Επειδή οι ιστορίες δεν ξεφεύγουν εύκολα ούτε από την Ιστορία ούτε και από την καταγωγή. Ο Λαβύρινθος παραμένει λαβύρινθος και αναπάντητη η απορία του Αβερρόη. Αλλά εκείνοι οι δύο θα κάνουν τα πάντα για να μπορέσει ν’ απαντηθεί.




Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Στο γκρεμό με πλαστές πινακίδες



Το έχετε αντιληφτεί άλλωστε,  με την εξουσία πάντα είχα θέμα.   Δεν είμαι «αντιεξουσιαστής»,  απλά μέχρι σήμερα δεν έτυχε να  βρεθούμε σε κοινό τόπο. Από εκεί αυτή, από εδώ εγώ.  Ποτέ δεν την είδα από το πλάι. Η εικόνα της, πάντα από  την απέναντι οπτική γωνία. Απωθητική, ξενέρωτη, αντιερωτική. Σε πολλές περιπτώσεις κυνική,  ψεύτικη, απάνθρωπη. Πέρα και έξω  από  τη  δική μου, αισθητική.
Παρ όλα αυτά δεν σας κρύβω: ποτέ δεν είχα φανταστεί,  ακόμα και στα χρόνια της «επαναστατικής» μου νεότητας,  που η οργή έκαιγε τα χλωρά μαζί με τα ξερά,  αυτή τη ξεφτίλα.
Ποτέ δεν είχα, υποψιαστεί,  ότι αυτό το κράτος,  που μισούσα,    ήταν τόσο διεφθαρμένο. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι αυτά τα χρήματα,  που με τόση δυσκολία πλήρωνα στην εφορία, θα κατέληγαν σε τράπεζες της Σιγκαπούρης, σε υποβρύχια που γέρνουν, σε νεοκλασικά στην Διονυσίου Αεροπαγίτη.
Ποτέ δεν είχα φανταστεί, ότι ένας πρώην Υπουργός - Μεταφορών και Επικοινωνιών μάλιστα -  θα κυκλοφορούσε με πλάστες πινακίδες  για να γλυτώσει το φόρο πολυτελείας  από το υπερπολυτελή τζιπ  του.  «Είμαι συνταξιούχος  και  θύμα της κρίσης», δήλωσε προκλητικά. Ντροπή.  «Ένα σάπιο σύστημα με πλαστές πινακίδες», όπως τιτλοφορεί στο  σημερινό πρωτοσέλιδο της,  η «Ελευθεροτυπία» .
Η χθεσινή εικόνα,  ήρθε για να συμπληρώσει τη διαβάθμιση της διαφθοράς, από μεγαλοαπατεώνες  υπουργούς, μέχρι κλεφτοκοτάδες.
Βεβαίως η διαφθορά έχει όνομα,  ΠΑΣΟΚ και ΝΔ , που ψυχορραγούν,  ακόμα γαντζωμένα στην εξουσία.   Αυτά τα δύο κόμματα,  απαρτίζουν το δίδυμο,   που  εξέθρεψε  στους κόλπους  του  τέτοια φαινόμενα.
Η εξουσία,  που είχα πάντα απέναντι μου,  πέρα από την απωθητική εικόνα της,  έχει γίνει πλέον επικίνδυνη, πολύ επικίνδυνη!  

  

   

    

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Ότι πετά και κάνει θόρυβο είναι επικίνδυνο... και άδικο για τα πουλιά


Αργήσαμε.  Aπό τις αρχές του νέου χρόνου θα μπούμε σε τροχιά εκλογών.  Αυτή την φορά διπλών  με προοπτική να εξελιχτούν σε τριπλές. Χαρά θεού
Μέχρι τότε,  μέρες που είναι ας κάνουμε ειρήνη, όχι που πριν κάναμε πόλεμο. Άκαπνοι ατσαλάκωτοι,  με τα περισσότερα να περνούνε ξώφαλτσα χωρίς να μας αγγίζουν. Μια γκρίνια εκ του ασφαλούς και για όλα φταίνε οι γκόμενες οι πρώην και οι επόμενες.
Για τον τόπο, γιατί το θέμα δεν μπορεί να κλείσει ούτε με ευχές ούτε με κατάρες
Χρειάζεται να καταθέσουμε την ψυχή μας, σ’ αυτήν την πόλη, σ’ αυτόν τον έρωτα σ’ αυτά τα παιδιά. Να καταθέσουμε την ψυχή μας, πέρα και έξω από τον εαυτό μας. 
Είναι ανάγκη εμείς που δεν μας υποτάσσουν οι σκοπιμότητες, που βλέπουμε και λίγο έξω από τον μικρόκοσμο μας, εμείς  οι πιο ψύχραιμοι, να ξεφύγουμε από αυτό το βάλτο. Να ξεφύγουμε από τα συνθήματα, και τα ΘΑ. 


Να ξεφύγουμε από τα χάρτινα πρόσωπα και τα ιλουστρασιόν προγράμματα. Να πάμε παραπέρα από την τηλεοπτική προπαγάνδα,  που υπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα.  Να δούμε τις ανάγκες αυτής της κοινωνίας και να συνθέσουμε δημιουργικές δυνάμεις σε μια προσπάθεια υπεράσπισης όλων εκείνων των αξιών που συμβάλουν στην καλύτερη ποιότητας ζωής. Που συμβάλουν στην καλύτερη κοινωνία.  
Εργατικότητα, μετριοφροσύνη και πολύ ψυχή, είναι τα απαραίτητα υλικά σ’ αυτόν τον αγώνα.
Ψυχή θέλουν όλα για να είναι αληθινά.
Τα μεγάλα προβλήματα, που δημιούργησε ο σύγχρονος τρόπος ζωής,  δεν είναι δυνατόν να λυθούν με μαγικά ραβδάκια. Χρειάζεται αέναη προσπάθεια, σε μια κατεύθυνση προοδευτική. Με μικρές καθημερινές νίκες, που θα τις χαιρόμαστε χαρίζοντας χαρά, που θα μας πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα.
Πάντα θεωρούσα το μέτρο εκμαγείο του μετρίου και το αποστρεφόμουν. Η αληθινή ζωή είναι όλα ή τίποτα, όμως το «όλα» γι’ αυτήν την πόλη είναι βήμα - βήμα η προοδευτική πορεία..
Ότι πετά και κάνει θόρυβο, είναι επικίνδυνο. Και είναι άδικο για τα πουλιά…

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Μέχρι εδώ όμως…



Τα ίδια  πρόσωπα  της καταστροφής,  σε μια άνευ  προηγουμένου  ανακύκλωση, μας ζητούν επιτακτικά μια ακόμα ευκαιρία… Για να μας σώσουν. Να τη δώσουμε,  άλλωστε δεν έμεινε και τίποτα να καταστρέψουν.  Ο καθένας απ’ όλους αυτούς,  προσπαθεί να διαχωρίσει τον εαυτό του, αποποιείται  τις  ευθύνες και επανέρχεται στο προσκήνιο άσπιλος και αμόλυντος.  Απύθμενο θράσος, που επιβεβαιώνει, ότι ο κόσμος της πολιτικής, είναι  ξεχωριστός,  με δικές  του αξίες και αρχές, που δεν  έχουν καμία σχέση με αυτές των ανθρώπων.
«Μητέρα είμαι εξαίσια άρρωστος» γράφει στο «Σύγνεφο με παντελόνια» ο μεγάλος Βλαδίμηρος Μαγιακόφσι «…στο παρεκκλήσι της καρδιάς μου τα ψαλτήρια καίγονται,  κάθε λέξη που φτύνω από το σαψαλιασμένο στόμα μου, μοιάζει σαν πόρνη γδυτή από ένα μπουρδέλο που έπιασε φωτιά…».
Φαντασθείτε την εικόνα, και υποθέστε τη διάθεση πω έχω, όχι για να γράψω αλλά για να βρίσω.
Τους  βλέπω καμαρωτούς στους τηλεοπτικούς δέκτες,  να διορθώνουν το ψέμα με άλλο ψέμα. Να σβήνουν την ιστορία και να μιλούν εξ’ ονόματος του Λαού. Αυτοί που βύθισαν τη χώρα στη φτώχεια και το μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας στην απόγνωση.


Να δεχτώ ότι δεν είχαν κακές προθέσεις. Να δεχτώ ότι έκαναν λάθος υπολογισμούς.  Να επικαλεστώ και τους αστάθμητους παράγοντες, τη διεθνή συγκυρία,  τη σοδιά που την έφαγε ο δάκος  και ό,τι άλλο ακόμα που θα τους απαλλάξει απ’ την κρεμάλα.  Μέχρι εδώ  όμως.   Είναι πρόκληση να εμφανίζονται ενώπιών μας. Είναι   θράσος οι αρχιτέκτονες της καταστροφής,   να   περπατούν πάνω στα χαλάσματα που δημιούργησαν και να κάνουν σχέδια για το μέλλον.
Υπάρχουν μέρες που στυλώνεις τα ποδιά για να στερεώσεις ακόμα περισσότερο την μοναξιά σου. Και είναι αυτές οι μέρες που δεν αρκείσαι στα λίγα, δεν σου φτάνει μόνο το πείσμα, ο φόβος, ο πόνος, ο θυμός, η θλίψη το παράπονο. Τα θέλεις όλα μαζί, για να μπορέσεις να ισορροπήσεις . Μην υποτιμάτε τους απογοητευμένους δίνουν το καλύτερο άλλοθι στους αναίσθητους.
Είναι μέρες που σε αναγκάζουν να ψηλώσεις, τόσο που να τους βλέπεις πολύ μικρούς. Είναι οι μέρες που ευτυχώς συγκρούονται τα συναισθήματα και απενεργοποιούν τις παράλογες σκέψεις που περνούν απ’ το μυαλό μας, του τύπου
«Να τους ανατινάξω»; «Να τους βάλω φωτιά και να τους κάψω»;.
Είναι οι μέρες που χρειάζεται. να κάνεις υπομονή…

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...