Για τον τόπο και σήμερα γιατί το παρακάναμε με τον χρόνο. Για τον τόπο που αγαπάμε και καταριόμαστε. Γιατί έτσι είναι αυτά τα πράγματα. Ο τόπος γεννάει αισθήματα, έρωτα και μίσους.
Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ και βαθιά σ’ ευχαριστώ γιατί μ’ έμαθες και ξέρω ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ να πεθαίνω όπου πατώ και να μην σε υποφέρω
Αχ Ελλάδα θα στο πω πριν λαλήσει πετεινό δεκατρείς φορές μ’ αρνιέσαι
μ’ εκβιάζεις μου κολλάς σαν το νόθο με πετάς μα κι απάνω μου κρεμιέσαι
Έτσι ακριβώς, αυτή είναι η σχέση και πρέπει να το πούμε κάποτε.Τις αλήθειες αυτές τις νοιώθουμε βαθειά, έτσι όπως τις περιγράφει με εκπληκτική ποιητική ενάργεια και ευθυβολία ο Μανώλης Ρασούλης, σε ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έγραψε ποτέ. Γιατί ο τόπος μας, για να δώσουμε περισσότερες εξηγήσεις για τις χθεσινές κατάρες στον επίλογο, είναι μάνα. Είναι μάνα αλλά φέρεται στα καλύτερα παιδιά της σαν μια κακή μητριά. Τα αρνιέται τα παιδιά της, τα εκβιάζει, τα ζορίζει, τα πετάει, τους κόβει σύρριζα την αφιλοκερδή διάθεση για προσφορά, τσαλαπατάει τα όνειρά τους. Και τα αναζητάει, με κομμένη την ανάσα, όταν ζορίζουν τα πράγματα, να βάλουν πλάτη. Για να τα ξεχάσει, αμέσως μετά. Αυτά τα παιδιά όμως, δεν την εγκαταλείπουν ποτέ. Γιατί, παρόλο που αηδιάζουν με την συγκυριακή έκφρασή της, παρόλο που δε θέλουν ούτε να τη βλέπουν, ξέρουν και αγαπούν.
……………………………………………………………………………………….
Η Στάση Σιντροέν που γνωρίζουν οι επιβάτες του Αστικού εδώ και δεκαετίες στην Μιλτιάδη Μαργαρίτη, έγινε στάση «Κίνας», όπως η στάση Λυσσιατρείου στην Αθήνα. Αν δεν το ξέρετε στην πρώην αντιπροσωπεία και συνεργείο της Σιντροέν άνοιξε πλέον ένα από τα πολλά κινέζικα καταστήματα της πόλης μας, που εμπορεύονται ρούχα…
………………………………………………………………………………………..
Όταν έγραφα για την Άλλη Κέρκυρα, για την Κέρκυρα της Ηλέκτρας του Σπύρου Αλαμάνου του Διονύση Γραμμένου του Γιώργου του Κάρτερ των αγωνιστών της αντίστασης, των απλών ανθρώπων της υπαίθρου, των επαγγελματιών, των ανθρώπων του πνεύματος, αυτό ήταν το παράπονο μου. Αυτή τη μάνα σκεφτόμουνα που αφήνει τα παιδιά της νηστικά, τα αντιμετωπίζει σαν απόπαιδα και γυρίζει με τους νταβατζήδες. Με του νταβατζήδες που την ξεπουλούν χρόνια τώρα. Οι κατάρες δεν χρειάζεται να πιάσουν, βρίσκονται σε εξέλιξη…
Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008
Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008
Ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Όσους κύκλους και να κάνουμε, όσο και να προσπαθούμε να απομακρυνθούμε νοερά, από τον μικρόκοσμο μας, η δίνη της καθημερινότητας, μας ρίχνει στην βαθιά λακκούβα της βάσης μας.
Ο Πεσόα δεν το είχε κουνήσει από την Λισαβόνα και το αντιλαμβάνεται κανείς από τα απλά παραδείγματα, που χρησιμοποιούσε στα έργα του για να μπορέσει να υποστηρίξει τις φιλοσοφικές του ανησυχίες.
Στο λάκκο, γατί όσο και αν προσπαθούμε, όσο και να κλείνουμε τα μάτια, για να ταξιδέψουμε στο παραμύθι, ο τόπος μας επαναφέρει.
Ακόμα και σήμερα, που έχουμε δικτυωθεί με τον κόσμο όλον, η πραγματικότητα έχει τη δική της δυναμική.
«Το είδα με τα μάτια μου» λέμε και όχι στην τηλεόραση γιατι εκεί δεν μπορούμε να είμαστε αυτόπτες μάρτυρες.
Δυστυχώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον τόπο, ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Αν περάσει τα χωρικά μας ύδατα η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, που δυστυχώς θα περάσει, τότε θα αρχίσει να γίνεται κατανοητή. Σεισμοί λιμοί καταποντισμοί στο γυαλί διαρκούν μέχρι το επόμενο δελτίο ειδήσεων, ενώ εδώ…
Ο τόπος λοιπόν, που ζήσαμε, και ζούμε. Ο τόπος που γίνεται ανάμνηση γλυκιά η πικρή που γίνεται προσμονή, που γίνεται κατάρα.
Είσαι, η Πράγα, η Αθηνά, η Ιθάκη. Είμαι Η Κέρκυρα το Ναύπλιο η Θεσσαλονίκη, παραφράζοντας την κυρία από το Ιατρείο ασμάτων που καταριέται τις αγάπες της.
Πολιτείες με ιστορίες παλιές σαν τη ζωή και ιστορίες πρόσφατες σαν το χθεσινό σου γέλιο. Και σ’ όλες τις ιστορίες μέσα, οι μάνες με τα πύρινα μάτια που αγκάλιασαν με δύναμη τα παιδιά τους, άλλες για να προστατεύσουν και άλλες για να τα αποχαιρετίσουν. Αχ πολιτεία, που κρατάς τη θλίψη μου στο βυθό της θάλασσας σου, πολιτεία που μίσησα από τα βάθη του είναι μου, σε καταριέμαι να γεμίσεις ανέστιους, απάτριδες, αδέσποτους, διωγμένους. Να γεμίσουν οι δρόμοι σου ανήμερες ψυχές, τα σπίτια σου από ζωές άδικες. Μήπως και την επόμενη φορά που ξεβραστεί ένα παιδί στην πέτρινη αγκαλιά σου καταφέρεις να του δείξεις το δρόμο για το πατρικό του σπίτι.
Ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Ο Πεσόα δεν το είχε κουνήσει από την Λισαβόνα και το αντιλαμβάνεται κανείς από τα απλά παραδείγματα, που χρησιμοποιούσε στα έργα του για να μπορέσει να υποστηρίξει τις φιλοσοφικές του ανησυχίες.
Στο λάκκο, γατί όσο και αν προσπαθούμε, όσο και να κλείνουμε τα μάτια, για να ταξιδέψουμε στο παραμύθι, ο τόπος μας επαναφέρει.
Ακόμα και σήμερα, που έχουμε δικτυωθεί με τον κόσμο όλον, η πραγματικότητα έχει τη δική της δυναμική.
«Το είδα με τα μάτια μου» λέμε και όχι στην τηλεόραση γιατι εκεί δεν μπορούμε να είμαστε αυτόπτες μάρτυρες.
Δυστυχώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον τόπο, ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Αν περάσει τα χωρικά μας ύδατα η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, που δυστυχώς θα περάσει, τότε θα αρχίσει να γίνεται κατανοητή. Σεισμοί λιμοί καταποντισμοί στο γυαλί διαρκούν μέχρι το επόμενο δελτίο ειδήσεων, ενώ εδώ…
Ο τόπος λοιπόν, που ζήσαμε, και ζούμε. Ο τόπος που γίνεται ανάμνηση γλυκιά η πικρή που γίνεται προσμονή, που γίνεται κατάρα.
Είσαι, η Πράγα, η Αθηνά, η Ιθάκη. Είμαι Η Κέρκυρα το Ναύπλιο η Θεσσαλονίκη, παραφράζοντας την κυρία από το Ιατρείο ασμάτων που καταριέται τις αγάπες της.
Πολιτείες με ιστορίες παλιές σαν τη ζωή και ιστορίες πρόσφατες σαν το χθεσινό σου γέλιο. Και σ’ όλες τις ιστορίες μέσα, οι μάνες με τα πύρινα μάτια που αγκάλιασαν με δύναμη τα παιδιά τους, άλλες για να προστατεύσουν και άλλες για να τα αποχαιρετίσουν. Αχ πολιτεία, που κρατάς τη θλίψη μου στο βυθό της θάλασσας σου, πολιτεία που μίσησα από τα βάθη του είναι μου, σε καταριέμαι να γεμίσεις ανέστιους, απάτριδες, αδέσποτους, διωγμένους. Να γεμίσουν οι δρόμοι σου ανήμερες ψυχές, τα σπίτια σου από ζωές άδικες. Μήπως και την επόμενη φορά που ξεβραστεί ένα παιδί στην πέτρινη αγκαλιά σου καταφέρεις να του δείξεις το δρόμο για το πατρικό του σπίτι.
Ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008
Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος
Σε μια περίοδο αγωνίας ενόψει διάσπασης των επιχειρήσεων του Δήμου, το παρακάτω κείμενο για να τονώσει το ηθικό σε μια μερίδα ταλαιπωρημένων εργαζομένων, και να τους βάλει στα χείλη, στην περίπτωση που τα πράγματα δεν έρθουν όπως τα επιθυμούν, ότι σε τελική ανάλυση δεν χάθηκε και ο κόσμος
Έγραφα παλαιοτέρα ότι μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο, η πορεία μου όμως αποδεικνύει ότι εγώ κατά βάθος το κυνηγάω.
Έχω την ευτυχία να ανήκω στην ομάδα των συμβασιούχων, αορίστου χρόνου. Βιοποριστικές ανάγκες και χρονικές συγκυρίες με οδήγησαν σ’ αυτό το περιβάλλον, που εκτός από στασιμότητα και μια θεωρητική ασφάλεια, μέσα στην ανασφάλεια τίποτε παραπάνω δεν μπορεί να σου προσφέρει.
Ελπίδα όλων των συνάδελφων μου, είναι η μονιμοποίηση, εξαιρώ τον εαυτό μου απ’ αυτήν την προοπτική, φαντάζομαι ότι η προσωπική ομηρία από εκεί αρχίζει.
Αυτή η τακτοποίηση της μονιμότητας με τρομάζει, έχω βαθύτατα ριζωμένη, την αίσθηση του παροδικού, αισθάνομαι περαστικός από παντού, δεν λέω για τη ζωή, αυτό δεν θέλω να το σκέφτομαι.
Καταλαβαίνω την αγωνιά των συνάδελφων ύστερα απ’ αυτό το καθεστώς ανασφάλειας που βιώνουν τόσα χρόνια, προσωπικά όμως μου φαίνονται εντελώς ξένα όλα αυτά. Για μένα η ζωή είναι κίνηση, ροή αγώνας. είναι διαρκής αναζήτηση αναίρεση και αμφισβήτηση. Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος.
Σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα στην «Καθημερινή της Κυριακής» διάβασα μια περίπτωση μονιμότητα, που προσεγγίζει την αιωνιότητα.
«Αξιωματικός γεννημένος το 1875 νυμφεύτηκε εικοσιπέντε χρόνια νεότερή του - η οποία ζει ακόμα, θαλερότατη, και εισπράττει σύνταξη. Και μετά από αυτήν, η κόρη, γεννημένη το 39 και πρόσφατα χωρισμένη, θα εισπράττει, στατιστικά, και μέσα στον 21ο αιώνα. Να μια περίπτωση μονιμότητας που μπορεί να διαρκέσει εκατόν τριάντα χρόνια».
Εργάζεσαι τριάντα πληρώνεσαι εσύ και οι απόγονοι σου εκατό τριάντα, αυτό θα πει αλληλεγγύη για τις επόμενες γενιές.
Επειδή οι άνθρωποι είναι περαστικοί καλό είναι να αποφεύγουν την μονιμότητα. Μου λένε ότι αυτό το αμάξι κρατάει μια ζωή και με πιάνει τρόμος. Τι θα πει μια ζωή, μια ζωή κρατάνε οι άνθρωποι και όλα τα άλλα πρέπει να τ’ αλλάζουν.
Η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής.
Οι άνθρωποι μπαίνουν στο δημόσιο όπως παλιά έμπαιναν στα μοναστήρια. Για να κερδίσουν την αιωνία ζωή. Και αυτό αποδεικνύει ότι η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια άλλη, διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής. Μια μεταφυσική κατηγορία.
…………………………………………………………………………………………..
Το αφιερώνω στους ταλαιπωρημένους συναδέλφους συμβασιούχους και τους υπενθυμίζω ότι με την μονιμότητα στο δημόσιο δεν κερδίζουμε και την αιώνια ζωή.
Έγραφα παλαιοτέρα ότι μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο, η πορεία μου όμως αποδεικνύει ότι εγώ κατά βάθος το κυνηγάω.
Έχω την ευτυχία να ανήκω στην ομάδα των συμβασιούχων, αορίστου χρόνου. Βιοποριστικές ανάγκες και χρονικές συγκυρίες με οδήγησαν σ’ αυτό το περιβάλλον, που εκτός από στασιμότητα και μια θεωρητική ασφάλεια, μέσα στην ανασφάλεια τίποτε παραπάνω δεν μπορεί να σου προσφέρει.
Ελπίδα όλων των συνάδελφων μου, είναι η μονιμοποίηση, εξαιρώ τον εαυτό μου απ’ αυτήν την προοπτική, φαντάζομαι ότι η προσωπική ομηρία από εκεί αρχίζει.
Αυτή η τακτοποίηση της μονιμότητας με τρομάζει, έχω βαθύτατα ριζωμένη, την αίσθηση του παροδικού, αισθάνομαι περαστικός από παντού, δεν λέω για τη ζωή, αυτό δεν θέλω να το σκέφτομαι.
Καταλαβαίνω την αγωνιά των συνάδελφων ύστερα απ’ αυτό το καθεστώς ανασφάλειας που βιώνουν τόσα χρόνια, προσωπικά όμως μου φαίνονται εντελώς ξένα όλα αυτά. Για μένα η ζωή είναι κίνηση, ροή αγώνας. είναι διαρκής αναζήτηση αναίρεση και αμφισβήτηση. Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος.
Σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα στην «Καθημερινή της Κυριακής» διάβασα μια περίπτωση μονιμότητα, που προσεγγίζει την αιωνιότητα.
«Αξιωματικός γεννημένος το 1875 νυμφεύτηκε εικοσιπέντε χρόνια νεότερή του - η οποία ζει ακόμα, θαλερότατη, και εισπράττει σύνταξη. Και μετά από αυτήν, η κόρη, γεννημένη το 39 και πρόσφατα χωρισμένη, θα εισπράττει, στατιστικά, και μέσα στον 21ο αιώνα. Να μια περίπτωση μονιμότητας που μπορεί να διαρκέσει εκατόν τριάντα χρόνια».
Εργάζεσαι τριάντα πληρώνεσαι εσύ και οι απόγονοι σου εκατό τριάντα, αυτό θα πει αλληλεγγύη για τις επόμενες γενιές.
Επειδή οι άνθρωποι είναι περαστικοί καλό είναι να αποφεύγουν την μονιμότητα. Μου λένε ότι αυτό το αμάξι κρατάει μια ζωή και με πιάνει τρόμος. Τι θα πει μια ζωή, μια ζωή κρατάνε οι άνθρωποι και όλα τα άλλα πρέπει να τ’ αλλάζουν.
Η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής.
Οι άνθρωποι μπαίνουν στο δημόσιο όπως παλιά έμπαιναν στα μοναστήρια. Για να κερδίσουν την αιωνία ζωή. Και αυτό αποδεικνύει ότι η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια άλλη, διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής. Μια μεταφυσική κατηγορία.
…………………………………………………………………………………………..
Το αφιερώνω στους ταλαιπωρημένους συναδέλφους συμβασιούχους και τους υπενθυμίζω ότι με την μονιμότητα στο δημόσιο δεν κερδίζουμε και την αιώνια ζωή.
Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008
Αρκεί να πονέσουμε ξανά
Περιμένοντας ψες το βραδύ τον Μορφέα θυμήθηκα τον Οκτάβιο Πας «Η μονή ελπίδα μας, είναι να βγάλουμε την ψυχή μας από το μπαούλο. Μόνο έτσι θα μπει φρένο στο τρεχαλητό του μυαλού μας. Το μυαλό είναι ένα σκυλί που αν δεν το δέσεις από την ψυχή ικανοποιεί τις επιθυμίες του όπως τα ζώα. Άρα οδηγεί τον άνθρωπο με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον θαυμαστό κόσμο των ζώων. Υπάρχει ελπίδα, αρκεί να πονέσουμε ξανά». Και να πεινάσουμε και να διψάσουμε και να κρυώσουμε και να ζεσταθούμε και να νυστάξουμε και να κουραστούμε και να ερωτευθούμε. Να αισθανθούμε επιτέλους την ανάγκη για να χαρούμε πραγματικά, όταν καταφέρουμε να την ικανοποιήσουμε.
Θύματα της καταναλωτικής μανίας, κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε «τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», και ας ζούμε στη στέπα. Η απόλαυση των καθημερινών αναγκών πνίγεται στα «πρέπει». Πρέπει να φάμε να πιούμε να κοιμηθούμε να κάνουμε έρωτα. Δεν πρέπει να κρυώσουμε, δεν πρέπει να ζεσταθούμε. Μα πως θα ζεσταθούμε αν δεν κρυώσουμε και πως θα δροσιστούμε αν δεν ζεσταθούμε; Πνίγουμε τις ανάγκες μας πριν γεννηθούν, ανάβουμε το κλιματιστικό πριν ζεσταθούμε και το καλοριφέρ πριν κρυώσουμε.
Περιμένοντας ψες το βράδυ τον Μορφέα, ύστερα από μια κουραστική μέρα ένοιωσα την αγαλλίαση της ανάγκη του ύπνου, αυτού που έρχεται και σε τυλίγει και εσύ παραδίνεσαι με την ασφάλεια μιας άλλης εποχής. Της εποχής που ο χρόνος είχε εποχές.
Μιας εποχής που νοιώθαμε τη δροσιά του αέρα αλλά και τ’ αγιάζι, που έβγαινε ο ήλιος στην ώρα του, που τα καλοκαίρια ήταν καλοκαίρια.
«Εκείνα τα καλοκαίρια φύγανε. Τα ένθεα καλοκαίρια του Σικελιανού, τα μεταφυσικά-εκστατικά του Ελύτη, ακόμα και τα αισθησιακά-αστικά του Κοσμά Πολίτη - που είναι πια; Η μήπως μεγαλώσαμε και χάσαμε τη δυνατότητα της καλοκαιρινής μέθης;»
Πάει το καλοκαίρι: έγινε βιομηχανία. Μπήκε στο μίξερ μαζί με τις άλλες εποχές και έγινε χυλόπιτα.
Κλεισμένη στη γυάλα, όχι με τα χρυσόψαρα αλλά με τους καρχαρίες, προστατευμένοι, τυλιγμένοι σε κύματα κλιματισμού, με αδρανοποιημένες τις αισθήσεις έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ικανοποιούμε τις ανάγκες μας, αυτές που δεν τους δίνεται η ευκαιρία να εκδηλωθούνε πια.
«Υπάρχει ελπίδα αρκεί να πονέσουμε ξανά».
.
Θύματα της καταναλωτικής μανίας, κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε «τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», και ας ζούμε στη στέπα. Η απόλαυση των καθημερινών αναγκών πνίγεται στα «πρέπει». Πρέπει να φάμε να πιούμε να κοιμηθούμε να κάνουμε έρωτα. Δεν πρέπει να κρυώσουμε, δεν πρέπει να ζεσταθούμε. Μα πως θα ζεσταθούμε αν δεν κρυώσουμε και πως θα δροσιστούμε αν δεν ζεσταθούμε; Πνίγουμε τις ανάγκες μας πριν γεννηθούν, ανάβουμε το κλιματιστικό πριν ζεσταθούμε και το καλοριφέρ πριν κρυώσουμε.
Περιμένοντας ψες το βράδυ τον Μορφέα, ύστερα από μια κουραστική μέρα ένοιωσα την αγαλλίαση της ανάγκη του ύπνου, αυτού που έρχεται και σε τυλίγει και εσύ παραδίνεσαι με την ασφάλεια μιας άλλης εποχής. Της εποχής που ο χρόνος είχε εποχές.
Μιας εποχής που νοιώθαμε τη δροσιά του αέρα αλλά και τ’ αγιάζι, που έβγαινε ο ήλιος στην ώρα του, που τα καλοκαίρια ήταν καλοκαίρια.
«Εκείνα τα καλοκαίρια φύγανε. Τα ένθεα καλοκαίρια του Σικελιανού, τα μεταφυσικά-εκστατικά του Ελύτη, ακόμα και τα αισθησιακά-αστικά του Κοσμά Πολίτη - που είναι πια; Η μήπως μεγαλώσαμε και χάσαμε τη δυνατότητα της καλοκαιρινής μέθης;»
Πάει το καλοκαίρι: έγινε βιομηχανία. Μπήκε στο μίξερ μαζί με τις άλλες εποχές και έγινε χυλόπιτα.
Κλεισμένη στη γυάλα, όχι με τα χρυσόψαρα αλλά με τους καρχαρίες, προστατευμένοι, τυλιγμένοι σε κύματα κλιματισμού, με αδρανοποιημένες τις αισθήσεις έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ικανοποιούμε τις ανάγκες μας, αυτές που δεν τους δίνεται η ευκαιρία να εκδηλωθούνε πια.
«Υπάρχει ελπίδα αρκεί να πονέσουμε ξανά».
.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...
-
Το έγραψα πέρυσι «κατόπιν εορτής», το θυμίζω σήμερα λίγες μέρες πριν το Πάσχα, χωρίς να έχω την ψευδαίσθηση, ότι θα αλλάξει κάτι. Τ...
-
Όταν το 2007 η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας, με την σφραγίδα της UNESCO εντασσόταν στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, υ...
-
Τα πράγματα παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις. Ο αποκλεισμ ό ς του ΧΥΤΑ έπρεπε να έχει λήξει χθες. Η συνέχιση του αποκλεισμού από το...