Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Σημασία έχει η διαδρομή

Δεν ξέρω πως μου είχε κολλήσει, εδώ και πολλά χρόνια όταν είχα αποπειραθεί να γράψω ένα μυθιστόρημα, είχα ξεκινήσει από τον τίτλο, εκεί έμεινα «στο δρόμο με τις πορτοκαλιές τουλίπες»
Θυμήθηκα αυτές τις μέρες τις τουλίπες, τον δρόμο που δεν περπάτησα, το μυθιστόρημα που δεν έγραψα, όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, που ποτέ δεν ήμουνα με τους νικητές και εκείνο το κόσμο που ονειρεύτηκα και ποτέ δεν άλλαξε…
Τι να πεις… όταν ο άλλος ερωτά και απαντά, όταν, ενώ ακόμα ψάχνει τον εαυτό του, μπορεί να γνωρίζει τι κρύβει ο άλλος στη ψυχή του, όταν βαφτίζει με άλλες λέξεις την πραγματικότητα προσπαθώντας να την αποφύγει, σιωπάς…
Δεν σας κρύβω ότι από τέτοιες καταστάσεις, οδηγούμε σε διαλείμματα, χρήσιμα για την ψυχραιμότερη επεξεργασία της έκφρασης.
«Μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι. Μεγάλη κουβέντα. Και ακόμα μεγαλύτερη εκείνο το πάντα γελαστοί και γελασμένοι οι φίλοι του Χάρου. Αυτός είναι ο ορισμός του ωραίου θανάτου. Γελασμένοι να φύγουμε. Τα έξυπνα πουλιά ας μείνουν να πετούν πάνω από τα χαλάσματα, ας φτιάξουν πάλι εξάδυμους πύργους και σιδερένια χαμόγελα.

Εμείς θέλουμε να πεθάνουμε στον ίσκιο ενός ονείρου, στην άκρη μιας ιδέας, στην αγκαλιά μιας λυτρωτικής ψευδαίσθησης. Γελασμένοι, κοροϊδεμένοι, γοητευμένοι από ένα θαύμα που δεν καταφέραμε».
Στο κυνήγι για ακόμα ένα θαύμα, που πάλι δεν θα καταφέρουμε, γιατί ποτέ δεν πιστέψαμε στα θαύματα, αντίθετα δώσαμε όλο μας το είναι σ’ αυτή την πανέμορφη διαδρομή.
Προχωράμε στο δρόμο με τις πορτοκαλιές τουλίπες για να μην φτάσουμε ποτέ. Ωστόσο θα έχουμε να γράψουμε πολλά...

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Το Νομικό δεν είναι και Ηθικό

Πριν ένα χρόνο ο Πρωθυπουργός κάλυπτε τον υπουργό κ. Βουλαγαράκη με τη ρήση «το νόμιμο είναι και ηθικό». Εφέτος σε μια κρίση αυτοκριτικής παραδέχτηκε το λάθος του. Καμία σημασία δεν έχει πια, η ευθύνη για την πολιτική κάλυψη θα τον βαραίνει για πάντα.
Θυμάμαι πέρυσι τέτοια εποχή έγραφα γι’ αυτό το θέμα και το επαναλαμβάνω και τώρα γιατί μπορεί να πέρασε μόνο ένας χρόνος, ο Λάος όμως αυτέ ς τις μέρες, σε αντίθεση με αυτά που υποστηρίζει το ΚΚΕ « ο Λαός δεν ξεχνά οργανώνεται νικά» παθαίνει αμνησία
Απύθμενο θράσος, από τον Υπουργό κ. Βουλγαράκη, όταν αναγκάσθηκε, ύστερα από κάποια δημοσιεύματα, να υπερασπιστεί τα πλούτη του.
Προκλητικός απέναντι στον Λαό που στενάζει από την ακρίβεια, την φτώχια, την ανεργία. Νόμιμα λέει είναι τα πλούτη του. Δεν έχω λόγο να αμφιβάλλω, άλλωστε το νόμιμο από το παράνομο στην περίπτωση πλουτισμού θέλει πολύ κουβέντα.
Η ολιγάρκεια είναι αρετή που διδάσκεται από την ανάγκη αλλά και από μια φρόνηση που κανείς δεν ξέρει πως αποκτιέται. Ο κ. Βουλγαράκης δεν είναι οπαδός αυτής της άποψης και πως άλλωστε θα μπορούσε, ένας σημαιοφόρος της πολιτικής που θέλει τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι και τους φτωχούς φτωχότεροι.
Το κακό στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι αυτή η στάση περνάει με ευκολία πλέον στην κοινωνία, που μένει απαθής σε τέτοια φαινόμενα και όταν δοθεί η ευκαιρία θέλει να τ’ ακολουθήσει.
«Κάποτε η φτώχεια», υποστηρίζει ο Κωστής Παπαγιώργης δεν ήταν ντροπή, παρότι ήταν αφόρητη, σήμερα έχει τεθεί εκποδών διότι δεν ταιριάζει με τίποτα.
Ο κύβος έχει ριφθεί προ πολλού. Το «δούλεψε να ζεις και κλέψε να ’χεις» ανταποκρίνεται στο φλέγμα, που έχει διαδοθεί. Οι τάξεις εξαρθρώθηκαν, υποχρεώσεις και δικαιώματα υποτιμήθηκαν, οπότε πήρε κεφάλι μια ανεξέλεγκτη ροπή προς τα επάνω όπου ο ένας έχει πλησίον τον κανένα.

Για πρώτη φορά στη μικρή ιστορία της, η Ελλάδα ευεργετήθηκε από την ιστορική συγκυρία και έζησε μισόν αιώνα χωρίς πόλεμο. Άρα το φυσικό επακόλουθο ήταν μια στροφή προς την κατοχή, την άνεση, τη σπατάλη και την πλεονεξία….
Κατά κανόνα η σύγκριση με τον υποδεέστερο δεν έχει νόημα, το βασικό είναι η σύγκριση με τον ανώτερο. Η διάχυτη ροπή, το αόρατο χέρι που υπογράφει κάθε υλική φιλοδοξία είναι ο μαζικός ηδονισμός, που δεν είναι ατομική πατέντα παρά κοινωνικό πιστεύω, άλλωστε τα φροντιστήρια δεν σταματούν ποτέ. Ειδικά η τηλοψία το μόνο που διδάσκει είναι η εύκολη χλιδή, η υλική αφθονία, με τελικό συμπέρασμα το «περνάμε καλά».
Τηρουμένων των αναλογιών, τα νεόκοπα ήθη επιβάλλονται και στις κατώτερες βαθμίδες της κοινωνικής κλίμακας. Έστω και σαν μαράζι. Ένας πολιτικός ανήρ που απέχει από τις αμαρτωλές συνάφειες, θα μπορούσε να αποτελεί παράδειγμα. Το παράδοξα είναι ότι ο τίμιος πολιτικός αποσιωπάται, δεν ενδιαφέρει κανέναν. Απεναντίας, ο «ύποπτος» νεόπλουτος της Βουλής – και της δικαιοσύνης, δυστυχώς – ερεθίζει τα αντανακλαστικά του ψηφοφόρου.
Μην σας προκαλεί εντύπωση η στάση του κ. Βουλγαράκη, υπερασπίζεται, μια πολιτική, που της λείπει το φρόνημα της ολιγάρκειας.
Και μπορεί ο Βουλαγαράκης να απολαμβάνει σήμερα τα πλούτη του μακριά από την πολιτική, υπάρχουν πολύ Βουλγαράκηδες που αυτές τις μέρες ζητούν το σταυρό σας, σας σταυρώστε τους…

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Σ’ αγαπώ μα δεν θα ‘ ρθω

Σιγά σιγά να φεύγει και ο Σεπτέμβρης, ο χάρτινος, μαζί του και οι βαρετές τηλεμαχίες, μαζί του και τα μεγάλα ψέματα, ο επόμενος μήνας θα έχει τις σκληρές αλήθειες. Για τον Οκτώβρη οι μνήμες, παραδοσιακά έχουν το χρώμα της πολιτικής, εμείς θα προσπαθήσουμε να τον ζήσουμε αντικαθιστώντας αυτά που χάσαμε. Ας συνεχίσουμε το μουρμουρητό γκρινιάζοντας, με το ψιλοβρόχι να μας κάνει σιγόντο.
Γκρινιάζουμε, έχοντας γνώση για όλα αυτά τα καλά που ζήσαμε. «Δεν υπάρχουν χρόνια αγάπης και έρωτα χαμένα. Τίποτα δεν χάσαμε, μπορεί να υποφέραμε, αλλά κερδίσαμε. Ότι αγαπήσαμε κυκλοφορεί στο αίμα μας, ανεβοκατεβαίνει στις αρτηρίες, περνάει από τα καρδιά μας. Διεισδύει στα νέα μας συναισθήματα και μας παγιδεύει στο λάθος των συγκρίσεων. Ότι αγαπήσαμε ζει πάντα μαζί μας.
Και όλοι εμείς που ξυπνήσαμε μια μέρα και δεν πιστεύαμε πως γίναμε σαράντα, που βρεθήκαμε ανάμεσα σε δύο βουνά και ρωτήσαμε πόσο χρόνο έχουμε ακόμα, όλοι εμείς κέρδος κουβαλάμε. Μπορεί ο χρόνος να μην φτάνει για να τ’ αλλάξουμε όλα, μπορεί όμως, αυτός που μένει να μην πάει χαμένος. Στις αποσκευές μας κουβαλάμε λάφυρα της υπομονής και περιμένουμε».
Θα συνεχίσω, τις ενέσεις ηθικού, για μένα και για όλους που είναι σαν και μένα, γιατί αυτές τις τελευταίες μέρες του Σεπτέμβρη, στο μεταίχμιο, μεταξύ Φθινοπωρινού καλοκαιριού και φθινοπωρινού χειμώνα, παρατηρείται μια έξαρση της κρίσης, της ηλικίας εννοώ.
Δεν υπάρχουν χρόνια αγάπης χαμένα. Και τα δικά μας χρόνια, ήταν παραμυθένια. Από τον Χατζηδάκη, στο Θεοδωράκη, από την «όμορφη πόλη» στην οδό ονείρων». Αν δεν κουβαλούσαμε, αυτά τα πολύτιμα χρόνια, πως θα σιγοψιθυρίζαμε σήμερα τα τραγούδια.

Και τα δικά μας τραγούδια δεν παλιώνουν, δεν είναι απ’ αυτά που κάνουν μακαρόνια με κιμά, είναι απ΄ αυτά που έγραψαν ποιητές και μεγάλοι συνθέτες, «σ’ αγαπώ μα δε θα ‘ρθω», επιθυμία και άρνηση στο ίδιο ποτήρι νερό, έλξη και άπωση στον ίδιο πόλο του μαγνήτη. Τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη πριν σαράντα χρόνια.
Τα ηλικιακά νιάτα διαρκούν όσο τους πρέπει. Τα δικά μας νιάτα των πενήντα κουβαλούν τα κερδισμένα χρόνια, τη δύναμη και την υπομονή.
Να δεν είχαμε όλα αυτά τα εφόδια πως θα αντέχαμε σήμερα, να παρακολουθούμε εκλογές από την τηλεόραση; Πως θα αντέχαμε να βλέπουμε να μεταβάλλονται συνειδήσεις κάθε ώρα που περνάει από τις τηλεοπτικές εμφανίσεις; Αντέχουμε γιατί γνωρίζουμε και μπορούμε, ακόμα και την επιθυμία να την κάνουμε άρνηση…

Οπαδοί χωρίς μνήμη

Μπορεί να μην είχε ποδοσφαιρικούς αγώνες χθες η τηλεόραση είχε όμως τηλεοπτικές μονομαχίες, μεταξύ των πολιτικών αρχηγών. Κατά γενική ομολογία ο Τσίπρας κέρδισε, όμως το πρωτάθλημα, όπως όλα δείχνουν, θα το κατακτήσει ο Παπανδρέου.
Φαίνεται ότι τα 35 χρόνια της διακυβέρνησης του δικομματισμού, δεν είναι αρκετά για να αποκτήσει το μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος τη φίλαθλη ιδιότητα. Οπαδοί χωρίς μνήμη, καθορίζουν τη τύχη αυτής της χώρας.
…………………………………………………………………………………………
Αυτά τα φαινόμενα της σήψης που παρακολουθούμε σε συνέχειες όλα αυτά τα χρόνια, σας προειδοποιώ, δεν είναι σενάρια της φαντασίας, ούτε σενάρια που στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, δεν παίζουν ηθοποιοί. Είναι η σκληρή πραγματικότητα που απ’ ότι φαίνεται έχουμε ασκηθεί πλέον τόσο, ώστε να μην μας εντυπωσιάζει.
Έχει ειπωθεί πως όλο και περισσότερο βλέπουμε τον κόσμο μπροστά ή πίσω από ένα γυαλί: είτε εκείνο του παρμπρίζ του αυτοκινήτου είτε της οθόνης της τηλεόρασης ή του υπολογιστή. Η περιπλάνηση, η άσκοπη διαδρομή στην πόλη μυρίζει ναφθαλίνη. Οι άξονες έχουν τον λόγο, οι ασφαλτοστρωμένοι ιμάντες πάνω στους οποίους κινείται το ανθρώπινο εμπόρευμα σε μια γιγάντια αλυσίδα παραγωγής και αναπαραγωγής: από τον τόπο κατοικίας στους τόπους εργασίας, ψυχαγωγίας και κατανάλωσης χωρίς ενδιάμεσες στάσεις και παρεκτροπές.

Και όσο δεν υπάρχουν παρεκτροπές, όσο σαν πρόβατα επί σφαγής ακολουθούμε την προκαθορισμένη πορεία, τόσο τα φαινόμενα θα γιγαντώνονται, τόσο οι πρωταγωνιστές της διαφθοράς και των σκανδάλων που παρακολουθούμε, θα αλωνίζουν. Δεν είναι όλα θέαμα, για να χειροκροτούμε στο τέλος της παράστασης. Δεν μπαίνουν στο σπίτι μας μέσω του τηλεοπτικού κουτιού για να μας ψυχαγωγήσουν, μπαίνουν για να μας κλέψουν. Τα εκατομμύρια που μαζεύουν στους προσωπικούς τους λογαριασμούς είναι τα ελλείμματα που καλούμαστε εμείς κάθε φορά, σφίγγοντας κι’ άλλο το ζωνάρι να καλύψουμε.
Δεν είναι όλα παιγνίδι, για να στοιχηματίζουμε τον νικητή. Σ’ αυτό που παρακολουθούμε, αν δεν σηκωθούμε από τον καναπέ, οι νικητές είναι δεδομένοι και οι χαμένοι εμείς.

.

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Φθινόπωρο και Κυριακή 2007, όπως 2009

Μέρες 2007 φθινόπωρο και πάλι, τότε είχαμε ΝΔ τώρα έχουμε ΠΑΣΟΚ. Θυμάμαι και τότε όπως και τώρα μελαγχόλησα. Φθινόπωρο και Κυριακή και τότε με στεναχώρησε η ομάδα μου, όπως και χθες. Το κείμενο 2007, όπως θα το έγραφα και χθες.
Κυριακή απόγευμα Βρέχει, βρέχει συνεχώς. Να τες πάλι οι Κυριακές μετά το μεσημέρι, ώρες - λαιμητόμοι. Να τες πάλι οι Κυριακές και πριν και τώρα ίδιες σκληρές και αδυσώπητες. Πάλι Κυριακή πριν λίγα χρόνια έγραφα ότι θα έγραφα και σήμερα
«Κυριακή απόγευμα. Ο ουρανός είναι βαθύγκριζος και σε μεριές – μεριές έχει κόκκινες θαμπάδες. Ο χρόνος σε μια απεριόριστη διαδρομή γεμάτος αγωνία. Δεν είχα τύψεις, γυρνούσα πίσω αναζητώντας σταθερές. Μ’ αυτά και μ’ αυτά άντεχα. Όταν δεν φαίνεται διέξοδος, ο πόνος φώτιζε σαν βεγγαλικό. Γράφω για να ξορκίσω το κακό. Ο υπαρξιακός προβληματισμός σε συνέχεια. Βάλθηκα μέσα από μια στήλη να στοιχειώσω την εικόνα μου. Γράφω την πάσα αλήθεια σαν ψέμα. Κανείς δεν πιστεύει.
Πολύ θα ήθελα να είχα την απαραίτητη ανθεκτικότητα και να ξανάρχιζα. Έχω μπει σε ένα ρόλο και χρησιμοποιώ όλη μου την ενέργεια για να σκοτώσω τον καιρό μου. Υπαινίσσομαι την απογοήτευση μου, μέσα σε κοινές φράσεις, «δεν γίνεται τίποτα» η «τώρα είναι αργά». Μια αόριστη επιπόλαιη δυσαρέσκεια, που μου κρατά συντροφιά στις επιτόπιες διαδρομές μου.

Σε κάτι τέτοιες ώρες καταλαβαίνω γιατί ορισμένοι άνθρωποι προτιμούν την τρέλα, είναι ο μόνος τρόπος να κρατήσεις τη εικόνα σου, το μαγικό κουτί να ξαναβρείς τον χαμένο σου καιρό.
Δεν ξέρω, δεν ξέρω πράγματι τι σκεφτώ και τι να πω με όλα αυτά. Δεν με διακατέχουν συναισθήματα αυτολύπησης. Δεν γυρίζω την πλάτη στη ζωή, αλλά να, αυτές οι βόλτες τις κρύες φθινοπωρινές νύχτες, είναι αυτό που μπορώ να αφήσω. Αυτό είναι όλο και όλο. «Επιτόπιες διαδρομές μέσα στη νύχτα, σκοτεινές τρύπες παρανοϊκές και ματωμένες, άσκοπες βόλτες, παρέα με τα παράλογα όνειρα μας. Εκ των υστέρων μετράμε τα κέρδη και τις φθορές, από τα συντρίμμια αναζητάμε τον χαμένο χρόνο και την απούσα αγαπημένη, αυτά είναι τα πιο σημαντικά που έχω να εκθέσω όλα τα άλλα χάρτινες πανοπλίας, καρναβαλίστικες φορεσιές».

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...