Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

Τα αργύρια της προδοσίας οδηγούσαν στην καταξίωση

Όχι άλλο βάρος. Δεν έχω πρόθεση να μεταφέρω τη θλίψη, που δεν έχω, και να προσθέσω ακόμη περισσότερη σε αυτό το επιβαρυμένο περιβάλλον. Αν με ρωτήσετε πώς θέλω να πεθάνω, θα ήθελα στα γέλια, αλλά μπορώ;
Μία από τις στάσεις αυτής της υπέροχης διαδρομής, με ένα κείμενο που επανέρχεται όταν η αμαρτία νομιμοποιείται με διάφορα μυθεύματα και το αντίθετο. Σήμερα το έφερε στην επιφάνεια η νέα τάξη πραγμάτων που στο όνομα της ανάπτυξης όλα τα επιτρέπει. Ένα κείμενο, διαπιστευτήριο, που γράφτηκε εδώ και πολλά χρόνια, για σήμερα και για πάντα.

«Μόνιμα αμυνόμενος σε μια κοινωνία, που με θέλει μετρημένο. Κομμένο και ραμμένο σε μέτρα πυγμαίου για ν' αναλάβει εκείνη ως γίγαντας να με προστατεύσει.
Μια κοινωνία που προσπαθεί να μου προσάψει ενοχές και αμαρτίες.
Αλήθεια, τι θα πει αμαρτία; Ερώτηση, με κάθε δικαίωμα πονηριάς, που μου έδινε η παρορμητική ηλικία.
Μαζί της έφτιαχνα παραμύθια. Στο τέλος της διήγησης είχαμε καταλήξει στο συμπέρασμα. Σημασία έχει η πρόθεση...
«Βάλε στη ζυγαριά μια ληστεία που παραπέμπει στου Ρομπέν των Δασών τον καιρό. Μια ελεημοσύνη που ζωντανεύει Φαρισαίο. Ντοστογιεφσκικούς φόνους που οδηγούν στο Θεό. Μοιχείες που ξεφυτρώνουν απ’ την λαχτάρα του έρωτα. Συζυγικές σταθερότητες που θυμίζουν εβραϊκές συναλλαγές. Αμαρτίες που οδηγούν στη λύτρωση. Αρετές που οδεύουν για εξαργύρωση στα κοινωνικά και δημόσια ταμεία. Ψέματα που αναζητούν την ψυχική θαλπωρή. Ειλικρίνειες που οδηγούν στην ταπείνωση. Πάθη που ευλογούνται. Και απάθειες που θυμίζουν ψυχική τεμπελιά».
Έτσι πέρναγε η νύχτα. Διώχναμε τα κακά πνεύματα ξορκίζαμε το καλό και το κακό.
Στη συνέχεια του απολογισμού της... «Ξημερώναμε γεμάτοι από άγιους φονιάδες, όσιες πόρνες και μαρξιστές ληστές».
«Ξημερώσαμε σ’ έναν κόσμο γεμάτο ψευδοπροφήτες και μεσσίες. Δειλούς και υπολογιστές συζύγους. Εμπόρους δασκάλους και παπάδες. Υποκριτές πιστούς. Φυτά - πολίτες και νεκρωζώντανους υπηκόους. Τα αργύρια της προδοσίας δεν οδηγούσαν τελικά στην συκιά αλλά στην καταξίωση».
Σημασία έχει η πρόθεση.
Βυθίστηκα ξανά, σε μια κατάσταση γνώριμη. Μόνος μου, λες και δεν χωράω πουθενά.

Τώρα έχουμε Ιούλιο. Ωριμάσαμε. Ωριμάσαμε;

Με ρωτάς αν είναι όπως παλιά, κοίταξε τη φωτογραφία. Ένα ώριμο «γιατί» ήρθε να σφραγίσει το παράπονο. Ο χρόνος έριξε τα γκάζια του στις μεγάλες ανηφόρες.
Η σιωπή δεν έφυγε, επιμένει να επιδεικνύει την ηλικία μου.
Τα υπόλοιπα τα κλείνω μέσα. Μόνο εγώ μπορώ να τ’ ακούσω.
Οι ρυτίδες στο λαιμό γεμάτες άρνηση. Σε κάποιες πιο ψηλά, όλες οι μνήμες
συγκεντρωμένες, που δεν κατάφεραν να γίνουν λήθη. Εκτίθεμαι.


“Τα μάτια δεν πιστεύω ότι ασχημίζουν” με διαβεβαιώνει η φίλη μου, αργά το βράδυ από την αγαπημένη ραδιοφωνική συχνότητα. Άντε να υποχωρήσει λίγο το φως τους. Αλλά το πρόσωπο… Α, το πρόσωπο! Δύσκολα τα πράγματα . Το πιθανότερο να διατρέχεται από τους δρόμους που πήρε αυτά τα τριάντα χρόνια, στροφές ανηφόρες ξέφωτα και νύχτες, νύχτες χωρίς. Νύχτες άδειες. Αυλάκια θα έχουν γίνει, διακριτικά ενδεχομένως , αλλά ταυτόχρονα και αποκαλυπτικά. Χάρτης της ζωής το πρόσωπο. Γραμμένα όλα ανάγλυφα. Ευτυχίες και πληγές, ματαιώσεις και αφίξεις αγκαλιές και φονικά.”

Εκεί που ψάχνεις κάτι να πεις με όλη την αγωνία να βρεις κάτι στέρεο να πατήσεις, έρχεται ένας στίχος που στα κάνει όλα εύκολα. Βλέπεις μέσα του το “είναι σου”, διαβάζεις την ιστορία σου. Αυτό που ήθελα να πω και δεν ήξερα σαν σχήμα, σαν μορφή, σαν απόδειξη, τώρα ξέρω, που έχει φωνή, έχει ψυχή, έχει την αποφασιστικότητα εκείνη, που δίνει κουράγιο να ξεκινήσει την εξερεύνηση.
Ευχαριστώ την Κική Δημουλά για το φως και για το χρόνο που μου χάρισε.
Από την «εφηβεία της λήθης»
“Περιμένω λίγο
να σκουρήνουν οι διαφορές και τ' αδιάφορα
κι ανοίγω τα παράθυρα. Δεν επείγει
αλλά το κάνω έτσι για να μην σκεβρώσει η κίνηση...

Αν δεν υπήρχε η απόσταση
θα μαραζώνανε τα μακρινά ταξίδια
με μηχανάκι θα μας έφερναν στα σπίτια
σαν πίτσες την υφήλιο που ορέχτηκε η φυγή μας.
Θα ήτανε σαν βδέλλες κολλημένα
πάνω στα νιάτα τα γεράματα
και θα με φώναζαν γιαγιά απ' τα χαράματά μου
εγγόνια μου και έρως αδιακρίτως.
Και τι θα ήταν τ' άστρα
δίχως την υποστήριξη που τους παρέχει η απόσταση.
Επίγεια ασημικά, τίποτα κηροπήγια τασάκια
να ρίχνει εκεί τις στάχτες του ο αρειμάνιος πλούτος
να επενδύει ο θαυμασμός την υπερτίμησή του."
Με το «α» το στερητικό όπλο ανά χείρας, γιατί πως αλλιώς να προχωρήσουμε. Ας είναι, σε μια διαρκή αφαίρεση ζωής, για να μείνει στο τέλος, το πιο πολύτιμο κομμάτι της ψυχής μας. Λίγη ψυχή, γιατί η υπόλοιπη κάλυψε μέρος των υποχρεώσεων.

Καλό ταξίδι!

Σας βάρυνα με τους πολιτικούς, δίκιο έχετε, μέσα καλοκαιριού έχουμε. Άλλο ένα και από αύριο θα συνεχίσουμε με παραμύθια, γιατί μπορεί να μεγαλώσαμε, τα χρειαζόμαστε ακόμα όμως για να μας νανουρίζουν. Γιατί τα παραμύθια είναι ο κόσμος της ελευθερίας - μέσα σε μια ζωή αναγκαιότητας. Είναι η νίκη του αδύνατου – που (για λίγο) ανατρέπει το χρόνο, τη φθορά και την προγραμματισμένη μας, τελική ήττα.

Όλα ήταν λάθος, καιρός να ανοίξουν τα μάτια μας! Να τα δούμε όλα και όλους αλλιώς.
Λάθος και ο Καραμανλής, λάθος και Παπανδρέου και ο Κωστάκης και ο Γεωργάκης, φυσικά και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο υιός Κυριάκος όταν ήταν Υπουργός, όχι τώρα που είναι Πρωθυπουργός.
Να αναθεωρήσουμε όλοι τις ζωές μας, να γκρεμίσουμε το σύμπαν, να βρούμε το φρέσκο. Ωραίο το φρέσκο όταν φυσάει, όχι ο Μητσοτάκης.
Κάθε φορά τα ίδια, από αλλαγή σε αλλαγή, βαδίζουμε προς τα πίσω.
Τώρα πήρε φόρα ο Κυριάκος και αναθεωρεί τα πάντα, βάλθηκε να μας βάλει στον ίσιο δρόμο. Από τους δημοσίους υπαλλήλους, μέχρι τον τελευταίο πολίτη, στους πολίτες βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι επενδυτές. Γι΄ αυτούς θα μας επισκεφθεί την επόμενη εβδομάδα.
Να μην μείνει τίποτα από τον παλιό κόσμο, με μια ακλόνητη σιγουριά ότι αποτελεί ο ίδιος μέρος του καινούργιου.
“Μάλλον για τρομακρατημένοι μού κάνουν” υποστηρίζει ο Ιωάννου, που αντί πινακίου φακής πουλάνε ακόμη και τα νανουρίσματα της μάνας τους. Δηλωσίες του παρελθόντος τους, τρέχουν ξυπόλητοι πια να ανέβουν στο τρένο… Καλό ταξίδι!”

Ξεγυμνωτική εποχή! Θα τα δούμε όλα


Ότι αισιόδοξο και να γράψω, ένα πεσιμιστής με περιμένει στη γωνία. Θα μου πείτε γιατί ξανακύλησα στα ίδια, γιατί βαριέμαι. Βαριέμαι να πολεμάω τη δεξιά εξουσία. Βαριέμαι τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια ψέματα, τις ίδιες συμπεριφορές, τη μιζέρια, την έλλειψη φαντασίας, τη διαπλοκή. Ξεγυμνωτική εποχή! Θα τα δούμε όλα και όλους στις πραγματικές τους διαστάσεις και με το πραγματικό τους πρόσωπο.

Αυτά που εμείς με στωικότητα υπομένουμε σήμερα, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να συμβούν εδώ και κάποιες δεκαετίες. Ο Λαός με κοντινές μνήμες από την αντίσταση και τον εμφύλιο, με μια 7χρονη δικτατορία στην πλάτη, με μια εξέγερση του Πολυτεχνείου, ποτέ δεν θα μπορούσε να δεχτεί, αυτόν τον εξευτελισμό που υφίσταται σήμερα, από τη νέα τάξη πραγμάτων. Πέρασαν όμως τα χρόνια, ο Καραμανλής έγινε Κωστάκης, ο Ανδρέας Γιωργάκης, η Νέα Ελλάδα του Σαμαρά συνεπικουρούμενη από τον Βενιζέλο τα έδωσε όλα, η αριστερά του Τσίπρα με τον Καμένο τα υπόλοιπα και την χαριστική βολή, για να τελειώνουμε και με την βούλα, μας την υπόσχεται ο μικρός Μητσοτάκης. Όχι δεν ξέχασα τον Σημίτη.
Παρακολουθώντας μια αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά, γύρισα πίσω στην δεκαετία του ’90, σε εκείνες τις εύκολες μέρες που αποπειράθηκαν να ζήσουν οι Έλληνες, πιστεύοντας, τρομάρα τους, ότι έχουν και αυτοί δικαίωμα στο αμερικάνικο όνειρο. Χρηματιστήρια, γιάπηδες Σημίτηδες, Μαντέληδες Τσουκάτοι, να μην ξεχάσω και τον Παπαντωνίου. Ο Άκης, τιμωρία στο Αμύνης, είχε άλλες ασχολίες Το όνειρο δεν άργησε να γίνει εφιάλτης. Οι Αμερικάνοι για να ζήσει η πλουτοκρατία τους αυτό το όνειρο, δεν διστάζουν χρόνια τώρα, να ματοκυλίζουν τους λαούς και εμείς, πιστέψαμε ότι μπορούσαμε να γίνουμε Αμερικάνοι.
"Πρέπει να ξαναγινούμε Αργοναύτες, υποστηρίζει σε μια παλαιότερη συνέντευξη του ο Μίμης Ανδρουλάκης, ελπίζοντας στη δύναμη της αυτοσυντήρησης, του αγώνα για επιβίωση, της προσαρμογής, της εξέλιξης, της αλλαγής. Η πίεση της μεγάλης ανάγκης θα μας κάνει καλύτερους. Οι εύκολες και καλές μέρες χάλασαν τον Έλληνα. Αμβλύνθηκε το ένστικτο του Οδυσσέα που είχε μέσα του, του αγωνιστή, του δημιουργού, του καινοτόμου.
Ας πάψουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε αμερικάνικα. Εμείς ό,τι κατακτήσαμε το κατακτήσαμε με μεγάλη προσπάθεια δεν πατήσαμε επί πτωμάτων. Αυτοί που επιδίωξαν την εύκολη ζωή δεν δίστασαν να βουτήξουν τα χέρια τους στο αίμα. Αυτοί που έκαναν Θεό τους το χρήμα και θεοποίησαν τις αγορές ποτέ δεν θα καταλάβουν την αξία της πραγματικής ζωής, αυτής της ζωής που οι Έλληνες μέσα από τα δίκτυα αλληλεγγύης, που ανέκαθεν υποστήριζαν και συμμετείχαν, έχουν ζήσει μέχρι σήμερα.

Γελούν μαζί μας και οι σημαίες μας

Αύριο 2 του μήνα θα μας επισκεφτεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Όσο και αν προσπάθησα, δεν μπόρεσα να αντικαταστήσω τις λέξεις, ούτε και τη διάθεση. Είναι και η ζέστη … και ένα βάρος, σε απροσδιόριστο σημείο, από πολλά μαζεμένα μιας ζωής, που την κυνηγούν οι μήνες.

Κάποτε που λέτε, ήταν μια μικρή παρέα, βαρκούλα στον ωκεανό. Έλεγαν πως είναι αριστεροί και κάπου κάπου, το έδειχναν. Πήγαιναν σε διαδηλώσεις συμμετείχαν σε πορείες, έκαναν συμμαχίες. Τα βράδια μαζεύονταν σε ταβέρνες και στα διαλείμματα των τραγουδιών έκαναν βαθυστόχαστες αναλύσεις. Εκείνες τις όμορφες μέρες, ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό τους, ότι κάποτε θα ήταν εξουσία. Οι πολιτικές φιλοδοξίες, έφταναν μέχρι το 3% να μπούνε στην βουλή, που τα λένε ωραία. Κάποτε ήταν μια καλή παρέα.
Ύστερα η παρέα μεγάλωσε έγινε εξουσία, δεν την χωρούσε η ταβέρνα, δεν τη χωράει ο τόπος. Τέλειωσε εκείνη η εποχή, τέλειωσε το παραμύθι. Η παρέα διαλύθηκε, και δεν την τέλειωσαν οι ιδεολογικές διαφωνίες, την τέλειωσε η εξουσία, την τέλειωσε η δόξα και το χρήμα. Το βατερλό αναπόφευκτο. Λίγο καιρό στην εξουσία και έγιναν, Ναπολέοντες.
Παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα εδώ στην μικρή μας πόλη, έχω χάσει το μπούσουλα, όλοι εναντίων όλων, ο ένας “δίνει” τον άλλο, ο ένα βρίζει τον άλλο, οι χθεσινοί φίλοι, σήμερα άσπονδοι εχθροί. Αν μπορούσε κάποιος να ζωγραφίσει την κατάσταση, το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν μια μαύρη μουτζούρα.
Συμβαίνουν πολλά παράξενα σ’ αυτό το τρελό πανηγύρι. Βλέπεις φίλους να σε εγκαταλείπουν και εχθρούς να σε ασπάζονται. Νομίζεις πως βρίσκεσαι σε ένα μεγάλο χορό μεταμφιεσμένων, με λύκους που γίνονται αρνάκια και αρνάκια έτοιμα να σε κατασπαράξουν. Γελούν μαζί μας και οι σημαίες μας.
Πώς το έλεγε εκείνο το ωραίο τραγούδι; τέσσερις στρατηγοί κινάν και παν για πόλεμο στο μακρινό Ιράν, εμείς έχουμε πολλούς στρατηγούς. Όλοι επικεφαλής του καλού στρατιώτη Σβέικ. “Όταν ψάχνει για ήρωες το μέλλον εμάς θα δείχνει, τον Μήτσο”. έγραφε παλαιότερα ο Στάθης, Όλοι εμείς: ένας καλός στρατιώτης Σβέικ και μπροστά οι στρατηγοί μας! Λαμπροί μέσα στις πανοπλίες τους, το ένα φτερό στις περικεφαλαίες μεγαλύτερο απ' το άλλο, μέσα στα κόκκινα ντυμένοι, σωστοί Λακεδαιμόνιοι, μη φαίνονται τα αίματα. “
Κι αν μπήκαν μέσα στην Πόλη οι εχθροί, φύγαμε εμείς, το σκάσαμε και τους τη σκάσαμε!
Ιούλιος υπόσχεται να μας σώσει από τους μαυρισμένους εαυτούς μας, να μας συμφιλιώσει με τον τόπο, την ιστορία και τον κληρονόμο εαυτό μας, να μας πάρει το στεναγμό και το φόβο.

'Ο,τι θέλει κρατάει η νοσταλγία

Την 1η Ιουλίου την έχω συνδέσει με το πανηγύρι των Αγίων Αναργύρων, ακόμα έχω την γεύση και το άρωμα από τα μπισκότα “ Σπίγγος” που αγοράζαμε από τους πανηγυριώτικους πάγκους.
“Η νοσταλγία τυλίγει, διαπερνά τα κόκαλα, σαν το αγιάζι, θολώνει τα γυαλιά· αγλαϊζει και διηθεί, ξεγελά. Ο,τι θέλει κρατάει.” γράφει ο Νίκος Ξυδάκης.
Κρατάς γεύσεις, μυρωδιές, ήχους, βουβές εικόνες, με χρώματα Kodachrome, σβησμένα, από μηχανή ινσταμάτικ. Τα χρόνια προβάλλονται ανάκατα μες στο παρόν, μεταποιούνται.
Όσο περνάει ο καιρός, έχω την αίσθηση ότι περισσεύω σε ένα παρελθόν που προσπάθησα να γίνει μέλλον, γιατί αυτό που ήθελα, ήταν μόνο το μέλλον του.
Με απασχολεί έντονα τα τελευταία χρόνια. Δεν ξέρω πως να το εξηγήσω. Κάτι μου ανακόπτει τον ενθουσιασμό, όταν το σήμερα μου φέρνει στο νου τα παιδικά καλοκαίρια. Και όμως ίδια είναι τα αρώματα ίδιες και οι μουσικές. Ίδια και η γεύση της φράουλας. Και η θάλασσα ολόιδια όπως στις μονοψήφιες ηλικίες, που για πρώτη φορά κατάφερα να κολυμπήσω μέχρι το δεύτερο βράχο της "Αστραπής" στους Έρμονες. Αυτόν το βράχο που βλέπετε στο προφίλ μου. “Το καλοκαίρι σαν θα ΄ρθει πάνω στην άμμο τη ξανθή” τραγουδούσε ο Μητσιάς τότε, το ίδιο μπορώ να ακούσω και σήμερα.
Μπορεί εκείνα τα παιδικά καλοκαίρια να μεταγγίζουν δυνάμεις, δημιουργούν όμως και ένα πρόσθετο βάρος που ανακόπτει τη χαρά και φυλακίζει τα όνειρα.
Αλλιώς σε ταξιδεύει η θάλασσα στα παιδικά σου . Αλλιώς σήμερα. “Θάλασσα πλατιά μόλις προλαβαίνεις μια ματιά...”
Είναι ο χρόνος τελικά, αυτός μας προσθέτει το βάρος και ανακόπτει τον ενθουσιασμό, όχι γι αυτά που ζούμε, αλλά απ’ αυτά που περιμένουμε. Είναι η αρχή στην ανηφόρα και νοιώθουμε ήδη κουρασμένοι.
Τι να κάνουμε . Τίποτα άλλο από το να ασκήσουμε το μυαλό μας, για να γίνει η διαδρομή πιο ευχάριστη

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...