Μια
είδηση στα ψηλά . Ένα παιδί ούτε πέντε.
Έφυγε. Με γύρισε πίσω, με την ίδια απορία,
με το ίδιο αναπάντητο «γιατί» . Όπως
όταν γράφτηκε το παρακάτω, έτσι και
τώρα, καμιά απάντηση, μόνο σιωπή.
Όταν
η πουτάνα η ζωή τα φέρνει έτσι, και δεν
υπάρχει και Θεός να του τα πεις, πας σε
χρόνους ανώδυνους προσπαθώντας να
σβήσεις ότι αγάπησες εκ των υστερών.
Πριν πέντε χρόνια δεν την ήξερα, πριν
πέντε χρόνια δεν είχε γεννηθεί. Η
προσπάθεια να σβήσεις κάποια χρόνια
και να συνεχίσεις από κει που έμεινες,
δεν είναι εύκολη, αναγκαία όμως πριν
την τρέλα.
Ύστερα και να ζήσει; Σιγά το πράγμα. Στοιβάζεις το ένα πρόβλημα πάνω στο άλλο, αναιρείς τη χαρά ζωής, γιατί δεν σε συμφέρει και λυπάσαι για τη ζωή.
Και αν δεν σου φτάνει η λύπη, δανείζεσαι για να κτιστεί η λήθη στέρεα και να αντέξεις.
Ύστερα και να ζήσει; Σιγά το πράγμα. Στοιβάζεις το ένα πρόβλημα πάνω στο άλλο, αναιρείς τη χαρά ζωής, γιατί δεν σε συμφέρει και λυπάσαι για τη ζωή.
Και αν δεν σου φτάνει η λύπη, δανείζεσαι για να κτιστεί η λήθη στέρεα και να αντέξεις.
«Παιδί παιδάκι
αλλιώτικο, σε λυπάμαι. Θα μεγαλώσεις σε
κενό αέρος, θα καείς σαν Ίκαρος και θα
γεράσεις πολύ γρήγορα. Θα μετράς τα
χρόνια με απουσίες, τις απουσίες με
κομμάτια από την σάρκα σου, τη σάρκα σου
με βαθμούς εγκαυμάτων. Παιδί παιδάκι,
αλλιώτικο, μοίρα σου είναι να διασχίζεις
τις λεωφόρους του κόσμου αγέρωχο,
μιλώντας μόνο σου, ακούγοντας τις λέξεις
των άλλων που δεν έχουν μέσα, θα ντύνεσαι
τη λύπη τους και θα πίνεις νερό από
λίμνες σφαλμάτων. Παιδί παιδάκι αλλιώτικο
απ’ τα παιδιά του κόσμου, δεν θα γίνεις
πελάτης των Τζάμπο και του Ζαχαριά, δεν
θα πιεις καπουτσίνο στα Στάρμπακς και
στα Φλοκαφέ, δεν θα οδηγήσεις το 4Χ114 των
ονείρων των άλλων. Θα χαθείς μέσα σε
σελίδες βιβλίων και σε λέξεις που θα σε
προδώσουν. Ο έρωτας σου θα είναι κόκκινος
σαν αίμα και σαν φωτιά, η ζωή σου κίτρινη
σαν πυρετός και η καρδιά σου τεράστια
σαν απορία.»
Γιατί;
Όταν η πουτάνα η ζωή τα φέρνει έτσι, ποιος Θεός και ποιος Διάολος μπορεί ν’ έχει βάλει το χέρι του. Κανένας δεν μπορεί. Γιατί κανένας δεν θα άφηνε τον άλλο. Είναι αυτό που λέμε «δεν το θέλει ούτε ο Θεός ούτε Διάολος», μόνο που δεν είναι τόσο ισχυροί για να το αποτρέψουν.
Όταν η πουτάνα η ζωή τα φέρνει έτσι, τι να πιστέψεις…
Γιατί;
Όταν η πουτάνα η ζωή τα φέρνει έτσι, ποιος Θεός και ποιος Διάολος μπορεί ν’ έχει βάλει το χέρι του. Κανένας δεν μπορεί. Γιατί κανένας δεν θα άφηνε τον άλλο. Είναι αυτό που λέμε «δεν το θέλει ούτε ο Θεός ούτε Διάολος», μόνο που δεν είναι τόσο ισχυροί για να το αποτρέψουν.
Όταν η πουτάνα η ζωή τα φέρνει έτσι, τι να πιστέψεις…