Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2008

Ζούγκλα η τηλεόραση

Η τηλεόραση, και οι άλλοι, οι άλλοι οι τίποτα, γιατί πλέον σύμφωνα με το καινούργιο δόγμα, όποιος δεν περνάει, μέσα από την τηλεόραση, δεν υπάρχει. Έτσι θα σκέφτηκε και ο Βουλευτής της Ν.Δ κ. Κουκοδήμος, που παρέκαμψε, ακόμα και το ίδιο του το κόμμα και έστειλε την επιστολή του στην «Ζούγκλα», για να διαφωτίσει τον ελληνικό λαό για τη στάση του, στη διαμεσολάβηση για τη γνωστή υπόθεση.
Αναρωτιέται κανείς, που είναι τα κόμματα που είναι, τα θεσμοθετημένα τους όργανα, που είναι οι πολιτικοί, που είναι ο Λαός. Όλα μέσα στον μύλο που τα αλέθει. Φίλοι και εχθροί, σε ένα διαρκές ανακάτεμα.
Κατάντια. Γιατί κατάντια είναι να περιμένει μια κοινωνία, από έναν Λαζόπουλο να βγάζει την αγανάκτηση της. Μια κοινωνία που δεν κουνάει το χεράκι της και αφήνει τον κιτρινισμένο βούρκο να σκεπάζει τα πάντα.
Παλιά οι τηλεθεατές παρακολουθούσαν αναπαραστάσεις πολέμων σκηνοθετημένες ίντριγκες, αστυνομικές περιπέτειες, με πρωταγωνιστές ηθοποιούς. Σήμερα τα παρακολουθεί όλα αυτά στην πρωτότυπη μορφή τους.
Οι ρόλοι έχουν μπερδευτεί τόσο, που δεν είναι πλέον διακριτοί.
…………………………………………………………………………………………..
Επίκαιρος, πάντοτε παραμένει ο λόγος του φιλοσόφου Καρλ Πόπερ: «Η τηλεόραση έχει γίνει σήμερα κολοσσιαία εξουσία. Μπορούμε να πούμε μάλιστα ότι είναι δυνητικά η πιο σημαντική απ’ όλες τις εξουσίες, σαν να έχει αντικαταστήσει τη φωνή του Θεού. Και θα συνεχίσει να είναι για όσο καιρό θα συνεχίσουμε να ανεχόμαστε τις καταχρήσεις της. Η τηλεόραση απέκτησε εξουσία στους κόλπους της δημοκρατίας. Καμιά δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει αν δε δώσουμε τέλος σ’ αυτή την παντοδυναμία».

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2008

Η πιο μεγάλη ώρα




Εν μέσω της δυσωδίας του κιτρινισμένου βούρκου των τελευταίων ημερών, προτείνω να κλείσουμε την μύτη και να μιλήσουμε και για την πολιτική. Οι τελευταίες εκλογές αλλά και οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν την αυξημένη δυσαρέσκεια των πολιτών για τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Είναι βέβαιο πως τα θεμέλια του δικομματισμού αρχίζουν να τρίζουν. Η μακρά μεταπολιτευτική περίοδος βρίσκεται στο τέλος της.
Mε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στο σημερινό φύλλο της "Καθημερινής" ο Παντελής Μπουκάλας θέτει την πένα του επί... τον τύπο των ήλων του ελλαδικού δικομματικού πολιτικού συστήματος. Αφού αναφέρεται στα υψηλότατα ποσοστά δυσαρέσκειας των πολιτών έναντι των δύο κομμάτων, όπως καταγράφονται σε αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις, επισημαίνει:
Τα δύο κόμματα, με την ανίατη ατολμία τους, τις παλινωδίες, τον εσωτερικό τους εμφύλιο, την εξουσιολαγνία τους, τη λαφυραγώγηση του κράτους όποτε τους δίνεται η ευκαιρία, την ανούσια ηθικολογία τους, τον καιροσκοπισμό, την εξάρτησή τους από τη μεντιοκρατία, την ασφυκτική αρχηγική δομή τους, έπαψαν να εμπνέουν ακόμα και τους οπαδούς τους. Οι μόνοι που δείχνουν να μη συνειδητοποιούν την έκταση και το βάθος του προβλήματος, της απαξίωσής τους, είναι οι στυλοβάτες του δικομματισμού. Η περηφάνια με την οποία υπεραμύνονται της πολιτικής τους πιστοποιεί ότι ούτε η γνώση των πραγμάτων ούτε η αυτογνωσία ανήκουν στα προτερήματά τους. Θα συνεχίσουν λοιπόν να αναρωτιούνται, παροιμιωδώς, "με τον ήλιο τα βγάζω, με τον ήλιο τα μπάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε", μη αντιλαμβανόμενοι ότι οι ιδέες τους έχουν αρχίσει πια το μακρύ ταξίδι της νύχτας.
Η φάση αυτή είναι πιθανό ότι θα διαρκέσει δύο - τρία χρόνια ακόμη, ωστόσο στις αρχές της νέας δεκαετίας το εγχώριο πολιτικό σύστημα θα είναι πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Η "πιο μεγάλη ώρα", εκείνη των πολιτών έχει φθάσει. Όσο λυσσαλέα κι αν είναι η αντίδραση των υπαρχουσών δομών (κομμάτων και κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης), η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2008

Δεν υπάρχει ανταπόκριση





Από λάθος την προηγούμενη εβδομάδα, ένα κείμενο για τις πλαστικές σακούλες δημοσιεύτηκε 2 φορές. Στο χθεσινό φύλλο με αφορμή το δημοσιευθέν εις διπλούν άρθρο, ο γιατρός κ. Κουλούρης έγραψε ένα δικό του κείμενο για το περιβάλλον, κάτι είναι και αυτό, παρότι όπως υποστηρίζει « ούτε εγώ, ούτε ο κ. Αρμένης δεν φτάνουν για να λυθεί το πρόβλημα…»
Σκέφτηκα με αφορμή το λάθος, ότι κάποια κείμενα που προτείνουν, δεν φτάνει μία φορά να δημοσιεύονται και δύο και περισσότερες φορές μέχρι να ερεθίσουν κάποιο ευαίσθητο αυτί αρμοδίου. Μην απογοητεύεστε κ. Κουλούρη, την παρακάτω πρόταση είναι η έκτη φορά που την υποβάλλω γραπτώς απ’ αυτήν εδώ την στήλη και θα συνεχίσω.

Η Καλυψώ δεν σταμάτησε Κέρκυρα
Οι μύθοι μεγαλώνουνε αλλά μένουν πάντα νέοι. Μίκης Θεοδωράκη. Μπροστά στην μαγεία της δημιουργίας, τα λόγια ωχριούν.

«Εγώ περπάτησα στον Άδη ζωντανός
και μες στης νύχτας έχω ζήσει τα σκοτάδια.
Με τους αγγέλους τα ΄χω πιει κάμποσα βράδια
με τους δαιμόνους έχω γίνει κολλητός.

Στον Κάτω Κόσμο, τον απόκληρο που λένε
υπάρχουν άνθρωποι με γνήσια καρδιά
υπάρχουν μάτια που αν βουρκώσουνε σε καίνε
με κάποια δάκρυα που στάζουνε φωτιά

Εγώ τυλίχτηκα στου κόσμου τη φωτιά
της κοινωνίας τη βρομιά έχω χορτάσει
Κι όσοι μ’ αρνήθηκαν και μ’ έχουνε δικάσει
έχουν σκοτάδι και φαρμάκι στην καρδιά.

Από τον τελευταίο δίσκο του μεγάλου Έλληνα σύνθετη «Οδύσσεια» σε στίχους Κώστα Καρτελιά και ερμηνεύτρια την Μαρία Φαραντούρη. Το παραπάνω τραγούδι με τίτλο «Στον κάτω κόσμο» το τραγουδάει ο ίδιος ο Μίκης.
Στο ένθετο του δίσκου διαβάζουμε: ¨
Οδύσσεια θα μπορούσε να σημαίνει το μεγάλο ταξίδι του Μίκη Θεοδωράκη στη θάλασσα της μουσικής, που ξεκίνησε όταν έγραψε το πρώτο τραγούδι στην Πάτρα, το 1937, σε ηλικία 12 ετών, έως το πιο πρόσφατο σταθμό, τον Απρίλιο του 2006, σε ηλικία 81 ετών, όταν συνέθεσε τα 14 τραγούδια αυτής της οδύσσειας. Τότε που ένας νέος ποιητής, ο Κώστας Καρτελιας, άφησε διακριτικά ένα φάκελο, ο οποίος βρέθηκε την επομένη το πρωί πάνω στο γραφείο του σύνθετη και, μόλις εκείνος τον άνοιξε και διάβασε τα πρώτα ποιήματα: «Ένοιωσα και πάλι το γνωστό παλιό σκίρτημα στην καρδιά μου και χωρίς να το πολυσκεφτώ, άρχισα να χαράζω πεντάγραμμα στα περιθώρια του κειμένου και να τα γεμίζω με νότε. Θέλω να πιστεύω ότι ο απλός ανάγνωσης και φυσικά ο ακροατής αυτών των τραγουδιών θα με δικαιώσει για την επιλογή μου και θα καταλάβει τι ήταν αυτό που έκανε να σκιρτήσει μια καρδιά βαρυφορτωμένη από τον χρόνο «λέει ο ίδιος».
Ο συνθέτης έντυσε με μουσικές ανάσες τους πραγματικά εξαιρετικούς στίχους σ’ αυτόν το σταθμό της μεγάλης του πορείας.
«γιατί στην πόλη αυτή δεν γνώριζα κανένα, γιατί στην πόλη αυτή εγώ ήμουν ο κανένας», «…και τα όνειρα μου τα μικρά κι απειλημένα», «έχουν τα όνειρα αρώματα, που λες, θα γίνω κλεφτής να τους κλέβω μυρωδιές…», «εμένα η Μοίρα μου όταν έριχνε τα ζάρια, είχε μαλώσει το πρωί με το Θεό», «είναι πολλές οι μουσικές να τις αντέξεις όταν το πέλαγος βαλθεί να τραγουδά».
Δεν κάνω παρουσίαση του δίσκου, αφορμή μου δίνεται για να επαναλάβω την πρόταση μου. Είναι η έκτη φορά, απ’ αυτήν εδώ την στήλη.
Έχω την περιέργεια, να δω ποιος δήμαρχος, ποιος νομάρχης, ποιος βουλευτής, ποιος φορέας τέλος πάντων, θα πάρει την πρωτοβουλία, να τιμήσει η Κέρκυρα, το νησί της μουσικής, όπως θέλουμε να μας αποκαλούν, το μεγαλύτερο Έλληνα μουσικοσυνθέτη. Η οδύσσεια, για το Μίκη δεν έχει σταθμό στο νησί της Ναυσικάς.

\

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2008

Η καρδιά άσπρισε




Γιατί λέτε με απασχολεί ο χρόνος; Είναι το βάρος, που μεγαλώνει και ώμοι που αδυνατίζουν. Μακάρι και το μυαλό να μπορούσε να σβήσει τα ένδοξα χρόνια της νεότητας μας και να προσαρμοστεί στην σκληρή πραγματικότητα. Όμως ζηλεύει τις στιγμές εκείνες και επιχειρεί που και που να τις ξαναζήσει. Κάθε απόπειρα και μια ανώμαλη προσγείωση, γιατί μπορεί να υπάρχουν και έρωτες γεροντικοί, αυτοί όμως συμπληρώνουν τη λίστα των ασθενειών, που έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνιση τους. Η απογοήτευση μεγαλώνει, όταν το γεμάτο πορτοφόλι σε προτρέπει να ενισχύσεις τα όμορφα κορίτσια εξ ανατολών, μόλις το καμπανάκι κτυπήσει λήξη του πληρωμένου χρόνου, πάλι το μυαλό γυρίζει πίσω εκεί που μέτραγε η ομορφιά της νεότητας μας. Είχα διαβάσει χθες ένα άρθρο για το παλιμπαιδισμό, και θυμήθηκα την πρώτη γενιά των εντιμότατων φίλων μου, γι’ εαυτό και η παραπάνω αναφορά. Παρακάτω μια συμπλέουσα με τις απόψεις μου, σε μεταμεσονύκτια ραδιοφωνική εκπομπή.
«Καρδιά μου εγώ, μιλιά μου εγώ, παρελθόν μου εγώ, βλακεία μου εγώ. Η αποθέωση του δύο είναι το ένα και μόνο του. Μεγαλώσαμε. Δεν μπαίνει θέμα. Θυμάμαι, παραμόνευα τον ίσκιο μιας λέξης, ούτε καν τη λέξη την ίδια, για να βγάλω φτερά και να κόβω βόλτες στον αέρα. Θυμάμαι ήταν αρκετή η υποψία ενός βλέμματος, ούτε, καν το ίδιο το βλέμμα, για να τα παρατήσω όλα σύξυλα και να έρθω να φύγουμε για οπουδήποτε. Τώρα είναι αλλιώς. Άρχισαν οι μιζέριες, Και; Τι ώρα μου είπες; Δεν γίνεται λίγο αργότερα; Αν το κάνουμε αύριο πειράζει; Έλα, τα λέμε. ‘Όχι, δεν γέρασε η αγάπη. Η καρδιά άσπρισε».

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...