Πρώτη φορά έβλεπα τόσο καθαρά χρώματα συγκεντρωμένα στον ορίζοντα, ακόμα και τα γκρίζα εξέπεμπαν μια παράξενη ένταση και κρατούσαν εξαίσια θέση μέσα στην χρωματική πανδαισία.
Σαν ένα γλυκόπικρο παραμύθι να το πάρετε. Ένα παραμύθι που διαβάζεται την άνοιξη για να ξορκίσει το το φθινόπωρο, που μας μεθά όσο και αν μας φοβίζει. Η ώχρα του καιρού χρωμάτισε το αύριο. Οι αναμνήσεις πλέον στα χρώματα της άμμου.
“Πείρα της νοσταλγίας το λιλά, που παραμένει έτσι, ακόμα και όταν υπαγορεύεται από το ροδί της ύφεσης, το έριξα στην παλέτα και στη συνέχεια πρόσθεσα το γκρι μοβ της λήθης, το βαθύ γκρενά της αμαρτίας και γύρω γύρω την τοξίνη των γραμμάτων. Τίναξα ίχνη άσπρης σκόνης απ' τα μαλλιά μου και την ανακάτεψα με χρώματα των χειλιών που πάνω τους είχε ξεθωριάσει η ευθύνη. Η μπλε φλεβίτσα εφιάλτης και παράδεισος, μαζί με το βαθύ γαλανό, όπως το κύμα, που σπάει τα μούτρα του στο βράχο. Έριξα λίγο νερό της μοναξιάς και πρόσθεσα ροδί, όπως το χρώμα της πληγής της φρέσκιας, μαζί με το μαβί της υπέρβασης, μενεξεδί της ψυχής, ροδακινί της πορείας. Στο τέλος το κόκκινο το χρώμα και το λευκό που έρχεται μόνο του. Έβαλα στο αυτί μου ένα μεγάλο κοχύλι, σφυρίζει ακόμα ο άνεμος και στο μυαλό μου ο λαιμός της με γεύση αλμύρας ...”
Σαν ένα γλυκόπικρο παραμύθι να το πάρετε. Ένα παραμύθι που διαβάζεται την άνοιξη για να ξορκίσει το το φθινόπωρο, που μας μεθά όσο και αν μας φοβίζει. Η ώχρα του καιρού χρωμάτισε το αύριο. Οι αναμνήσεις πλέον στα χρώματα της άμμου.
“Πείρα της νοσταλγίας το λιλά, που παραμένει έτσι, ακόμα και όταν υπαγορεύεται από το ροδί της ύφεσης, το έριξα στην παλέτα και στη συνέχεια πρόσθεσα το γκρι μοβ της λήθης, το βαθύ γκρενά της αμαρτίας και γύρω γύρω την τοξίνη των γραμμάτων. Τίναξα ίχνη άσπρης σκόνης απ' τα μαλλιά μου και την ανακάτεψα με χρώματα των χειλιών που πάνω τους είχε ξεθωριάσει η ευθύνη. Η μπλε φλεβίτσα εφιάλτης και παράδεισος, μαζί με το βαθύ γαλανό, όπως το κύμα, που σπάει τα μούτρα του στο βράχο. Έριξα λίγο νερό της μοναξιάς και πρόσθεσα ροδί, όπως το χρώμα της πληγής της φρέσκιας, μαζί με το μαβί της υπέρβασης, μενεξεδί της ψυχής, ροδακινί της πορείας. Στο τέλος το κόκκινο το χρώμα και το λευκό που έρχεται μόνο του. Έβαλα στο αυτί μου ένα μεγάλο κοχύλι, σφυρίζει ακόμα ο άνεμος και στο μυαλό μου ο λαιμός της με γεύση αλμύρας ...”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου