Η βροχή που δεν έπεσε
Τα σύννεφα υποσχέθηκαν μια κάθαρση κι εμείς, ευκολόπιστοι όπως πάντα, υψώσαμε τα βλέμματα περιμένοντας κάτι να μας σώσει. Ένα ξέπλυμα, έστω, για να ξεκολλήσει από πάνω μας η σκόνη της συνήθειας. Μα η μέρα πέρασε στεγνή, κι ο ουρανός, κουρασμένος θεατής, γύρισε αλλού το βλέμμα.
Στο νησί, που ξέρει από βροχές καλύτερα απ’ όλους, αυτό έμοιαζε σχεδόν ύποπτο. Οι κεραμοσκεπές περίμεναν το γνώριμο χτύπημα της σταγόνας, μα τίποτα. Οι δρόμοι μύριζαν χώμα που διψάει χρόνια, και οι άνθρωποι περπατούσαν σιωπηλοί, με εκείνη τη βεβαιότητα πως τίποτα πια δεν αλλάζει, μόνο υπόσχεται. Οι ομπρέλες έμειναν διπλωμένες σαν παλιές δικαιολογίες, κι οι λακκούβες, άδειες, περίμεναν κι αυτές ένα θαύμα της μετεωρολογίας.
Η πόλη έμοιαζε να καταλαβαίνει. Ίσως και να ειρωνευόταν τη δική μας ανάγκη να πιστέψουμε πως κάτι έρχεται, μια βροχή, μια αλλαγή, μια φωνή που θα σηκωθεί. Μα τίποτα δεν ήρθε. Ούτε μια σταγόνα, ούτε μια εξήγηση. Μόνο η γνώριμη σιωπή που στάζει μέσα μας πιο σταθερά κι από νερό.
Κάπου στην Πίνια, ένας γέρος κοίταζε τον ουρανό και χαμογελούσε. «Δεν θα βρέξει», είπε. «Μα καλά να είμαστε, έχουμε μάθει να στεγνώνουμε». Κι έτσι συνέχισε η μέρα, σαν τίποτα να μην είχε συμβεί. Και ίσως πράγματι, τίποτα να μην συνέβη.
Μόνο η υπόσχεση έμεινε να αιωρείται, σαν εκείνη τη μικρή ψευδαίσθηση που κρατά ακόμη τις πόλεις όρθιες: ότι κάπου, κάποτε, θα πέσει η βροχή. Μέχρι τότε, η Κέρκυρα θα συνεχίζει να μυρίζει βροχή, ακόμη κι όταν δεν βρέχει, γιατί κι αυτό, όπως όλα, είναι θέμα μνήμης.
Δείτε λιγότερα

Σχόλια