Ένα διαχρονικό
κείμενο για τη τηλεόραση. Δυστυχώς όσο
το επαναφέρω, υπάρχει θέμα . Χθες δεν άνοιξα τηλεόραση. Είμαι καλύτερα σήμερα. Μπορεί η χώρα να
βουλιάζει, οι πολίτες, να υποφέρουν, η τηλεόραση όμως και η πλειοψηφία των
πολιτικών που παρελαύνουν μέσα απ’ αυτήν, επιδεικνύουν την ίδια αήθη
συμπεριφορά. Μια συμπεριφορά που ουκ ολίγες φορές έχω στηλιτεύσει απ’ αυτήν εδώ
την στήλη.
Το να συγκρουστούμε κάποια στιγμή με το παρελθόν μας, είναι μια επώδυνη διαδικασία. Όταν έρθει η στιγμή να παραδεχτούμε λάθη, οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα, βασανιστικά θα έλεγα. Πάντα στο τέλος υπάρχει μια μικρή δικαιολογία για να αμβλύνει τις εντυπώσεις. Σε καμία περίπτωση βέβαια, η εξομολόγηση δεν διαγράφει τις πράξεις μας, που αδίκησαν, που πόνεσαν που προκάλεσαν ζημιά στους γύρω μας, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό. Δεν γράφω τίποτα καινούργιο προσπαθώ ξεκινώντας από τα αυτονόητα, να καταλάβω, τι είναι εκείνο που δίνει ασυλία στην τηλεόραση να λειτουργεί με τόση αναξιοπιστία απέναντι στους τηλεθεατές, χωρίς να νοιώθει ποτέ κανείς την ανάγκη να απολογηθεί για εκείνα που μας έλεγε χθες και για τα αλλά που μας λέει σήμερα. Βεβαίως η τηλεόραση δεν παίζει μονή της, ο καθένας για τον δικό του λόγο, συνωμοτεί, και συμφωνεί για το μεγάλο ψέμα που θα ξεγελάσει το τηλεθεατή.
Ιδιοκτήτες δημοσιογράφοι, παράπλευρα συμφέροντα και κυρίως πολιτικοί, έχουν συστήσει μια Ομερτά πίσω από το γυαλί, με σκοπό να εισπράξει ο καθένας το μερίδιο του. Άλλος την δόξα, άλλος το χρήμα και κάποιοι και τα δυο μαζί .
Οι κατ’ εξακολούθησην παλινδρομήσεις απέναντι σε πολιτικά πρόσωπα, όταν δεν υπάρχουν παράπλευρα συμφέροντα, συνήθως εξαρτώνται από την ανανέωση χρόνου ομιλίας, που στην προκειμένη περίπτωση δεν στερεί στον ενδιαφερόμενο μόνο την δυνατότητα να προβληθεί, αλλά μέχρι τη στιγμή της επόμενης κατάθεσης, εισπράττει τόνους λάσπη, που θα ξεπλυθεί μόνο όταν θα τακτοποιηθεί οικονομικώς.
Βεβαίως και δεν ανακάλυψα την Αμερική, όμως απορώ πως αυτή η παρωδία αντέχει στο χρόνο όταν είναι πρόδηλο και στον πιο ανυποψίαστο τηλεθεατή, ότι δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες ήταν ανίκανος επικίνδυνος διαπλεκόμενος, μέσα σε μια μέρα να μεταμορφώνεται σε άξιο ηγέτη. Δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες έλεγε όλα αυτά, ο ίδιος χωρίς να κοκκινίζει με την άνεση που του δίνει η σιωπηρή αποδοχή, να λέει σήμερα ακριβώς τα αντίθετα.
Πάμε παρακάτω. Ποιος έχει σειρά. Ο άλλος πλήρωσε ότι είχε να πληρώσει τελείωσε.
Η τηλεόραση λειτουργεί λες και έχει πάρει απαλλαγή από την ιστορία. Κινδυνεύουμε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει παρελθόν, γινόμαστε συνένοχοι σε μια διαδικασία που νομιμοποιεί τη λήθη για ότι εγκληματικό έχει διαπραχθεί.
Για να μην υπάρχει δικαιολογία απώλειας μνήμης θυμίζουμε: «εδώ και ένα χρόνο, δεν λιβανίζατε αυτόν που σήμερα προσπαθείτε να κρεμάσετε;»
«Εδώ και ένα χρόνο…» μακρόσυρτη απάντηση, λες και ανατρέχουμε στα βάθη των αιώνων». Η τηλεόραση δεν έχει παρελθόν. Ότι συνέβη χθες σβήνεται με τη γομολάστιχα του σήμερα και το σήμερα με του αύριο.
Ούτε και σήμερα θ’ ανοίξω τηλεόραση…
Το να συγκρουστούμε κάποια στιγμή με το παρελθόν μας, είναι μια επώδυνη διαδικασία. Όταν έρθει η στιγμή να παραδεχτούμε λάθη, οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα, βασανιστικά θα έλεγα. Πάντα στο τέλος υπάρχει μια μικρή δικαιολογία για να αμβλύνει τις εντυπώσεις. Σε καμία περίπτωση βέβαια, η εξομολόγηση δεν διαγράφει τις πράξεις μας, που αδίκησαν, που πόνεσαν που προκάλεσαν ζημιά στους γύρω μας, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό. Δεν γράφω τίποτα καινούργιο προσπαθώ ξεκινώντας από τα αυτονόητα, να καταλάβω, τι είναι εκείνο που δίνει ασυλία στην τηλεόραση να λειτουργεί με τόση αναξιοπιστία απέναντι στους τηλεθεατές, χωρίς να νοιώθει ποτέ κανείς την ανάγκη να απολογηθεί για εκείνα που μας έλεγε χθες και για τα αλλά που μας λέει σήμερα. Βεβαίως η τηλεόραση δεν παίζει μονή της, ο καθένας για τον δικό του λόγο, συνωμοτεί, και συμφωνεί για το μεγάλο ψέμα που θα ξεγελάσει το τηλεθεατή.
Ιδιοκτήτες δημοσιογράφοι, παράπλευρα συμφέροντα και κυρίως πολιτικοί, έχουν συστήσει μια Ομερτά πίσω από το γυαλί, με σκοπό να εισπράξει ο καθένας το μερίδιο του. Άλλος την δόξα, άλλος το χρήμα και κάποιοι και τα δυο μαζί .
Οι κατ’ εξακολούθησην παλινδρομήσεις απέναντι σε πολιτικά πρόσωπα, όταν δεν υπάρχουν παράπλευρα συμφέροντα, συνήθως εξαρτώνται από την ανανέωση χρόνου ομιλίας, που στην προκειμένη περίπτωση δεν στερεί στον ενδιαφερόμενο μόνο την δυνατότητα να προβληθεί, αλλά μέχρι τη στιγμή της επόμενης κατάθεσης, εισπράττει τόνους λάσπη, που θα ξεπλυθεί μόνο όταν θα τακτοποιηθεί οικονομικώς.
Βεβαίως και δεν ανακάλυψα την Αμερική, όμως απορώ πως αυτή η παρωδία αντέχει στο χρόνο όταν είναι πρόδηλο και στον πιο ανυποψίαστο τηλεθεατή, ότι δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες ήταν ανίκανος επικίνδυνος διαπλεκόμενος, μέσα σε μια μέρα να μεταμορφώνεται σε άξιο ηγέτη. Δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες έλεγε όλα αυτά, ο ίδιος χωρίς να κοκκινίζει με την άνεση που του δίνει η σιωπηρή αποδοχή, να λέει σήμερα ακριβώς τα αντίθετα.
Πάμε παρακάτω. Ποιος έχει σειρά. Ο άλλος πλήρωσε ότι είχε να πληρώσει τελείωσε.
Η τηλεόραση λειτουργεί λες και έχει πάρει απαλλαγή από την ιστορία. Κινδυνεύουμε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει παρελθόν, γινόμαστε συνένοχοι σε μια διαδικασία που νομιμοποιεί τη λήθη για ότι εγκληματικό έχει διαπραχθεί.
Για να μην υπάρχει δικαιολογία απώλειας μνήμης θυμίζουμε: «εδώ και ένα χρόνο, δεν λιβανίζατε αυτόν που σήμερα προσπαθείτε να κρεμάσετε;»
«Εδώ και ένα χρόνο…» μακρόσυρτη απάντηση, λες και ανατρέχουμε στα βάθη των αιώνων». Η τηλεόραση δεν έχει παρελθόν. Ότι συνέβη χθες σβήνεται με τη γομολάστιχα του σήμερα και το σήμερα με του αύριο.
Ούτε και σήμερα θ’ ανοίξω τηλεόραση…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου