Σεμνά και ταπεινά. Προτροπή και συμβουλή σε όσους έχουν αναλάβει την
ευθύνη να διοικήσουν και στον καθένα από μας ξεχωριστά.
Στα δικά μας. Με την σεμνότητα που επιβάλλει η κατάσταση.
Τι έφταιξε; Δικό μας είναι το φταίξιμο. Αυτό ίσως αποτελέσει μια καλή αρχή στην
προσπάθεια, να απαλλαγούμε επιτέλους από τη ψυχική μιζέρια, που αθωώνει το κάθε
«εγώ» και το αναγορεύει σε εισαγγελέα διαρκούς στρατοδικείου. Γιατί, τι άλλο από
δίκες παρωδίες παρακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια; Τι άλλο από διαρκή στρατοδικεία,
στα κόμματα, στις παρέες, με συνοπτικές διαδικασίες, καταδίκες, των μεν για τους
δε και ανάποδα.
Να πάρουμε τις ευθύνες μας, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί. Μήπως και αναστήσουμε, αυτόν τον τόπο που μας γέννησε και μας ανέχεται ακόμα.
Να πάρουμε τις ευθύνες μας, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί. Μήπως και αναστήσουμε, αυτόν τον τόπο που μας γέννησε και μας ανέχεται ακόμα.
Για τον τόπο, που μας επαναφέρει. Για
τον τόπο που κατά βάθος όλοι αγαπάμε αλλά την αγάπη δεν την μοιραζόμαστε.
Όσους κύκλους και να κάνουμε, όσο και να προσπαθούμε να απομακρυνθούμε νοερά, από τον μικρόκοσμο μας, η δίνη της καθημερινότητας, μας ρίχνει στην βαθιά λακκούβα της βάσης μας.
Όσους κύκλους και να κάνουμε, όσο και να προσπαθούμε να απομακρυνθούμε νοερά, από τον μικρόκοσμο μας, η δίνη της καθημερινότητας, μας ρίχνει στην βαθιά λακκούβα της βάσης μας.
Στο λάκκο, γατί όσο και αν προσπαθούμε, όσο και να κλείνουμε τα μάτια, για να ταξιδέψουμε
στο παραμύθι, ο τόπος μας επαναφέρει.
«Η πόλη έγινε ντροπή μας» φωνάζει μια αγανακτισμένη κερκυραία .
Είναι ντροπή. Αυτή η ασυδοσία, η βαριά δυσλειτουργία, η τόση νοσηρότητα, είναι ντροπή για όλους. Αυτό το χάλι είναι εικόνα του πολιτισμού μας. Ας γίνει κάτι άλλο, πιο ριζοσπαστικό. Αλλά ας γίνει κάτι, τώρα, επειγόντως, αμέσως. Γιατί έτσι όπως ζούμε βγάζουμε τα μάτια μας. Γιατί η πόλη είναι αβίωτη, μας βαραίνει, μας λιώνει».
Δυστυχώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον τόπο, ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Ο τόπος λοιπόν, που ζήσαμε, και ζούμε. Ο τόπος που γίνεται ανάμνηση γλυκιά ή πικρή, που γίνεται προσμονή, που γίνεται κατάρα.
Είσαι, η Πράγα, η Αθηνά, η Ιθάκη. Είμαι Η Κέρκυρα το Ναύπλιο η Θεσσαλονίκη, παραφράζοντας την κυρία από το Ιατρείο ασμάτων που καταριέται τις αγάπες της.
«Πολιτείες με ιστορίες παλιές σαν τη ζωή και ιστορίες πρόσφατες σαν το χθεσινό σου γέλιο. Και σ’ όλες τις ιστορίες μέσα, οι μάνες με τα πύρινα μάτια που αγκάλιασαν με δύναμη τα παιδιά τους, άλλες για να προστατεύσουν και άλλες για να τα αποχαιρετίσουν. Αχ πολιτεία, που κρατάς τη θλίψη μου στο βυθό της θάλασσας σου, πολιτεία που μίσησα από τα βάθη του είναι μου, σε καταριέμαι να γεμίσεις ανέστιους, απάτριδες, αδέσποτους, διωγμένους. Να γεμίσουν οι δρόμοι σου ανήμερες ψυχές, τα σπίτια σου από ζωές άδικες. Μήπως και την επόμενη φορά που ξεβραστεί ένα παιδί στην πέτρινη αγκαλιά σου καταφέρεις να του δείξεις το δρόμο για το πατρικό του σπίτι».
Μια επανεκκίνηση χρειάζεται. Μια επανεκκίνηση που θα τελεσθεί επί των ερειπίων του παλαιού...
«Η πόλη έγινε ντροπή μας» φωνάζει μια αγανακτισμένη κερκυραία .
Είναι ντροπή. Αυτή η ασυδοσία, η βαριά δυσλειτουργία, η τόση νοσηρότητα, είναι ντροπή για όλους. Αυτό το χάλι είναι εικόνα του πολιτισμού μας. Ας γίνει κάτι άλλο, πιο ριζοσπαστικό. Αλλά ας γίνει κάτι, τώρα, επειγόντως, αμέσως. Γιατί έτσι όπως ζούμε βγάζουμε τα μάτια μας. Γιατί η πόλη είναι αβίωτη, μας βαραίνει, μας λιώνει».
Δυστυχώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον τόπο, ο πόνος εδώ είναι ζεστός.
Ο τόπος λοιπόν, που ζήσαμε, και ζούμε. Ο τόπος που γίνεται ανάμνηση γλυκιά ή πικρή, που γίνεται προσμονή, που γίνεται κατάρα.
Είσαι, η Πράγα, η Αθηνά, η Ιθάκη. Είμαι Η Κέρκυρα το Ναύπλιο η Θεσσαλονίκη, παραφράζοντας την κυρία από το Ιατρείο ασμάτων που καταριέται τις αγάπες της.
«Πολιτείες με ιστορίες παλιές σαν τη ζωή και ιστορίες πρόσφατες σαν το χθεσινό σου γέλιο. Και σ’ όλες τις ιστορίες μέσα, οι μάνες με τα πύρινα μάτια που αγκάλιασαν με δύναμη τα παιδιά τους, άλλες για να προστατεύσουν και άλλες για να τα αποχαιρετίσουν. Αχ πολιτεία, που κρατάς τη θλίψη μου στο βυθό της θάλασσας σου, πολιτεία που μίσησα από τα βάθη του είναι μου, σε καταριέμαι να γεμίσεις ανέστιους, απάτριδες, αδέσποτους, διωγμένους. Να γεμίσουν οι δρόμοι σου ανήμερες ψυχές, τα σπίτια σου από ζωές άδικες. Μήπως και την επόμενη φορά που ξεβραστεί ένα παιδί στην πέτρινη αγκαλιά σου καταφέρεις να του δείξεις το δρόμο για το πατρικό του σπίτι».
Μια επανεκκίνηση χρειάζεται. Μια επανεκκίνηση που θα τελεσθεί επί των ερειπίων του παλαιού...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου