Ένα κείμενο παλαιότερο, που χρειάζεται αυτές τις μέρες του καρναβαλιού να τύχει περισσότερης ανάγνωσης. Είναι μια ευκαιρία αυτές τις ημέρες με τις μάσκες, να πούμε τις αλήθειες που φοβόμαστε. Και πέρασαν οι μέρες παρασέρνοντας σελίδες απ’ τα ημερολόγια. Πέρασαν και ξεχαστήκανε, μαζί με κάτι υπόλοιπα μπογιάς στον αριστερό κρόταφο της μνήμης και κάτι αλκοολικούς λεκέδες στη σκιά της κολομπίνας, ένα όπως έγινε με τον ασβέστη στον τοίχο. Όπως - όπως τα μαζέψανε, ρετάλια πόθων που τέλειωσαν πια ή πάλι δεν εκφράστηκαν και πήγαν στράφι. Ήρθαν μετά επηρμένοι χαρταετοί, ψηλά, όλο και πιο ψηλά και μακριά, δήθεν δεν είχαν σπάγκους αυτοί να τους τραβάνε πίσω, δήθεν δεν ήταν η ζωή τους διαπραγμάτευση, τόση όσο το κέφι εκείνου που κρατάει την καλούμπα. Κρέμονται τώρα οι μονομάχοι των νεφών, κουρέλια χρωματιστά στα ηλεκτρικά καλώδια, υπόλοιπα λογαριασμών που όλοι βαριούνται να διαγράψουν – άσε, ο χρόνος και οι βροχές θα κάνουν τη δουλειά τους...
Μια εξομολόγηση της Ο.Α όπως Ολυμπιακή Αεροπορία από το «αγέρι» που φύσηξε αλήθειες και ας υποστηρίζει το αντίθετο. Μετατρέπω το γένος, άλλωστε καρναβάλι έχουμε.
Στο καρφί κρέμεται η φετινή μου μάσκα. Ευσυνείδητα την είδα, τη λιμπίστηκα, την αγόρασα. Ωραίο με έκανε, απόμακρα αξιέραστο - πλεονασμός, θα μου πεις, η απόσταση γεννάει τους έρωτες και η εγγύτητα τους πνίγει σα νεογέννητα γατιά στη στέρνα.
Διορθώνω: αξιέραστο καθ’ ότι απόμακρο.
Όπως και νάχει, η μάσκα βρήκε πλέον άλλη θέση κι εγώ το πρόσωπο που ξέρω να με περιμένει κάθε πρωί στον καθρέφτη του μπάνιου. Γράφω: το πρόσωπο που ξέρω - δε γράφω το πρόσωπό μου. Γιατί αν είμαι σίγουρος πως μασκαρεμένος γίνομαι ο άλλος, τότε θα πρέπει να είμαι το ίδιο σίγουρος πως χωρίς μασκάρεμα είμαι ο ένας, ο γνήσιος και αληθινός. Και σίγουρος δεν είμαι! Στην κυριαρχία της ,η αθωότητα το δέχεται αυτό και το χαίρεται ως το μεδούλι κι ίσως το τραύμα της απώλειάς της απ’ αυτήν ακριβώς την αβεβαιότητα ν’ αρχίζει, κερκόπορτα για όλες τις άλλες, τις αμφιβολίες και τις αβεβαιότητες που ακολουθούν.
Ωραίες που ήταν οι παιδικές μεταμφιέσεις μας! Η λαχτάρα να καμωθούμε ότι δεν ήμασταν, σίγουροι για το τι είμαστε στ΄ αλήθεια, σίγουροι για το ήταν ο διπλανός, σίγουροι πως μπορούσαμε να γίνουμε ότι λαχταρήσουμε. Φτάνει να λαχταρούσαμε μονάχα!
Τι έφταιξε μετά; Τι μας φταίει; Ότι δεν ξέρουμε τι είμαστε για να το αλλάξουμε, ότι δεν ξέρουμε πώς να το αλλάξουμε ή ότι δε λαχταράμε πια; Και τι πονάει περισσότερο; Η ομορφιά της ελαφρότητας μιας μάσκας είναι η ίδια που δίνει φτερά αιώνια στο χαρταετό της επομένης. Κι όταν δεν ξέρεις πια ποιο πρόσωπο έκρυψες και ποιο θα δείξεις, έχεις ήδη ανακαλύψει το νόμο της βαρύτητας και την παγίδα του σπάγκου. Ένα πρόσωπο χωρίς ταυτότητα, η αναμενόμενη διαδοχική πλαστογράφηση άλλων πολλών ως προσπάθεια άπελπι αντικατάστασης. Κατακόρυφη η πτώση, μάνες, ζύγια και ουρά.
Τη φετινή μου μάσκα ευσυνείδητα την είδα, τη λιμπίστηκα, την αγόρασα. Από τότε εντέχνως κρύβει ένα άχρηστο καρφί πάνω από την κάσα της πόρτας. Ωραίο θα με έκανε, απόμακρα αξιέραστο - αξιέραστο καθ’ ότι απόμακρο. Δε την φόρεσα ποτέ. Ψέματα σας είπα!
Τρίτη 1 Μαρτίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...
-
Το έγραψα πέρυσι «κατόπιν εορτής», το θυμίζω σήμερα λίγες μέρες πριν το Πάσχα, χωρίς να έχω την ψευδαίσθηση, ότι θα αλλάξει κάτι. Τ...
-
Όταν το 2007 η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας, με την σφραγίδα της UNESCO εντασσόταν στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, υ...
-
Τα πράγματα παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις. Ο αποκλεισμ ό ς του ΧΥΤΑ έπρεπε να έχει λήξει χθες. Η συνέχιση του αποκλεισμού από το...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου