Αυτές οι μέρες του Φθινοπώρου, μου δοκιμάζουν τις αισθήσεις. Ένα στρώμα βελούδο έχει καθίσει σε ότι με περιβάλλει και σμιλεύει ότι αιχμηρό έχει προηγηθεί. Ακόμα και το νερό της θάλασσας αποκτάει μια βελούδινη υφή. Και η μοναξιά διαφορετική μου φαίνεται. Έχει χρώματα , έχει αρώματα, έχει μνήμες.
Έφυγα μακριά από το μικρόκοσμο του παρόντος και τη φρίκη του μέλλοντος. Μακριά από τα σκουπίδια της τηλεόρασης, μακριά από τη φασαρία του ασήμαντου και τη μιζέρια της αγοράς.
Εδώ στον ήρεμο όρμο, όλα είναι πραγματικά...Η θάλασσα φτάνει ως πέρα. Το καρνάγιο βουβό και νεκρό. Το κύμα αφρίζει φθινόπωρο αναποφάσιστο.
Τα σπίτια κυκλώνουν τον όρμο. Στο χρώμα της ώχρας. Παλιά. Τριακόσια χρόνια εκεί. Παράθυρα ανοιχτά. Τείχη ερείπια. Στενά που εμπορεύονται μνήμες. Τα χνάρια εδώ. Τα σημάδια στους τοίχους.
Τι άραγε γίνανε οι άνθρωποι; Είναι όμορφο να αφουγκράζεσαι σιωπές. Είναι ωραίο να ζεις εδώ αδέσποτος και ευάλωτος. Η λήθη και η μοναξιά έχει το χρώμα του νερού.
Μια ζωή άμετρος, πρέπει επιτέλους να παραδεχτώ, ότι ο κύκλος μιας εποχής πήρε τέλος. Ο χρόνος, η έκταση, ο χώρος και η αίσθηση, χωρίς τελεία και παύλα, χωρίς στόχο. Μόνη τροχοπέδη ένα ηλίθιο συναίσθημα και το καθήκον. Αμάν πια αυτό το καθήκον... Μέσα μου ένας ερημίτης ζητάει δικαιώματα και εγώ συνεχώς αναβάλλω.
Η ιερότητα της μοναξιάς όπου δεν έχει πλαίσιο χλευάζει ξένα. Δεν μπορούσε να είμαι ποτέ μόνος σ’ αυτό το πραγματικό και ζωντανό τόπο με μνήμες αιώνων. Ποτέ δεν θα μπορούσα να νιώσω τη μοναξιά με φιλικά φαντάσματα που με συντρόφευαν και μου έλεγαν αλήθειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου