Έψαξα παντού, εδώ την είχα βάλει, που χάθηκε η καρφίτσα μπροστά απ' τα μάτια μου; Δυο τρεις μέρες τώρα δεν μπορώ να ησυχάσω και το μυαλό ξέρετε, σε τέτοιες περιπτώσεις πάντα συμμαχεί με το φόβο, και σε οδηγεί στα χειρότερα. Την έχω καταπιεί, όπως πήγα να πειράξω το δόντι μου. Μα δεν θα το είχα αντιληφθεί; τρία εκατοστά καρφίτσα και με βάση πλαστική πως γίνεται να μην σκαλώσει στο λαιμό; Όλα μπορούν να συμβούν, ένα στο τρισεκατομμύριο. Ήμουν το ένα. Ήταν η τυχερή μου καρφίτσα. Όταν το μυαλό σε οδηγήσει στα χειρότερα, αρχίζουν οι απίθανοι συνδυασμοί και οι φανταστικοί πόνοι αναπόφευκτοι.
Καμιά πραγματικότητα τελικά δεν είναι ικανή να αντισταθεί στις εμμονές μας. Και αν αξίζει κάτι για να τη ζήσεις αυτή τη ζωή, είναι η δυνατότητα να παίξεις με τους φόβους σου. Φυσικά και δεν είναι πράξη ηρωική, να τσαλακώσουμε την εικόνα μας. Ανάγκη περισσότερο δική μας είναι, για να νοιώσουμε για λίγο χρήσιμοι.
Από φόβο είναι η αντίδραση και ας επιχειρηματολογούμε για το αντίθετο. Μπορεί η κάθε ηλικία να έχει τις χάρες της, στην δική μας, όμως έχει επικαθήσει ένας αχρείαστος φόβος, που όσο και να προσπαθούμε να τον κρύψουμε, έρχεται δια ασήμαντον αφορμή να μας υπενθυμίζει, ότι ο χρόνος τελειώνει. Την εξήγηση τη βρήκα στο βιβλίο του 'Ιρβιν Γιάλομ, “ Στο κήπο του Επίκουρου”. Είναι ο φόβος του θανάτου, που από μια ηλικία και ύστερα, χωρίς, να το συνειδητοποιούμε, γεγονότα που στα χρόνια της νεότητας μας περνούν απαρατήρητα, στην ηλικία μας αποκτούν μια άλλη διάσταση στην καθημερινότητά μας.
Και το είδος της γραφής δε μπορεί να μην έχει σχέση με το χρόνο. Έχει ηλικία η γραφή; Από το εφήμερο του ρεπορτάζ στα πρώτα χρόνια της δημοσιογραφίας, έφτασα να γυρεύω απεγνωσμένα λέξεις, για να φυτέψω κάτω απ' το δέρμα μήπως και τους παρατείνω για λίγο τη ζωή. Είναι ο φόβος του θανάτου τελικά, που δίνει και στις λέξεις την ηλικία τους κάθε φορά που θέλουν να πουν κάτι. Αυτό προσπαθώ κάθε μέρα, ικανοποιώντας πρωτίστως το δικό μου «θέλω να τα πω» με την ελπίδα πάντα, πως ίσως κάπου συναντήσω κάποιους της παρέας. Γιατί, στην πραγματικότητα, το χρονογράφημα είναι η γέφυρα που περνά πάνω από την ξεραΐλα της βιασύνης, της προχειρότητας, της αδιαφορίας και ελαφρότητας που συχνά χαρακτηρίζει την είδηση, το καθημερινό ρεπορτάζ, το πολιτικό άρθρο και καταλήγει στο πιο πλούσιο πνευματικό έδαφος της ευρηματικότητας, της ενδελέχειας, της βραδύτητας, της φαντασίας - σε ό,τι δηλαδή αγγίζει τη λογοτεχνία.
Πως όμως να γράψει κανείς χρονογράφημα, όταν οι ήρωες της τοπικής επικαιρότητας, δεν βγάζουν ούτε γέλιο ούτε δάκρυ;
Δεν υπάρχει η πρώτη ύλη σε αυτόν εδώ το τόπο, τα γεγονότα είναι μια συνεχής επανάληψη και οι πρωταγωνιστές προϊόντα μιας χρήσεως, παρά ταύτα ξαναχρησιμοποιούνται.
Ευτυχώς που υπάρχουν κάτι τυχερές καρφίτσες, που δεν σκαλώνουν στο λαιμό, που δεν χωράνε σε καλούπια και δίνουν την δυνατότητα να ταξιδεύουν επί τόπου έστω και μέσα από τους φόβου μας, και να σκάβουμε με τα νύχια για να περάσουμε λίγα εκατοστά την επιφάνεια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου