Το βάρος του μπλε
Παραμονές εθνικής επετείου. Οι σημαίες ξαναβγαίνουν στα μπαλκόνια, πλυμένες και σιδερωμένες, σαν να μπορούν να ξεπλύνουν κι εμάς από τις ενοχές μας. Κι όμως, κάθε φορά που τις βλέπω, το μπλε με βαραίνει. Όχι γιατί φταίει το χρώμα, αλλά γιατί φταίμε εμείς. Εμείς που το φορέσαμε σε λάβαρα μίσους, σε παρελάσεις τυφλής υπακοής, σε πορείες όπου η Ιστορία σέρνεται πίσω από συνθήματα. Το μπλε δεν φταίει, είναι της θάλασσας και του ουρανού. Εμείς το λεκιάσαμε. Έτσι χάνονται οι λέξεις, έτσι στραβώνει το φως.
Κι όμως, κάθε φορά επιστρέφουν μέσα μου εκείνοι. Οι νέοι με τα «πρησμένα γόνατα», που τόλμησαν να κρατήσουν τη σημαία αλλιώς. Όχι για την πατρίδα που φώναζε, αλλά για την πατρίδα που πονούσε. Αυτοί είναι το μπλε της ελευθερίας. Αυτοί που έμαθαν πως η σημαία δεν χρειάζεται φρουρούς, χρειάζεται συνείδηση. Και πως η αγάπη για τον τόπο δεν μετριέται με παρελάσεις, αλλά με πράξεις ανθρωπιάς.
Αν με ρωτήσεις αν υπάρχει ελπίδα, θα σου πω πως ναι, δεν φαίνεται όμως με την πρώτη ματιά. Χρειάζεται σκοτάδι για να εκτιμήσεις το φως, χειμώνα για να λαχταρήσεις την άνοιξη, σταύρωση για να πιστέψεις στην Ανάσταση. Το φως υπάρχει, απλώς δεν κάνει θόρυβο. Κρύβεται στους ανθρώπους που δεν κρατούν τη σημαία για επίδειξη, αλλά για μνήμη.
Κι αν υπάρχει σήμερα νόημα σε αυτή τη γιορτή, δεν βρίσκεται στις ομιλίες ούτε στα στεφάνια. Βρίσκεται στα χέρια που την κρατούν με ευθύνη και όχι με κραυγή. Γιατί , όπως έγραφε ο Στάθης, άλλο η σημαία στα χέρια του Παπαφλέσσα, κι άλλο στα χέρια του ταγματασφαλίτη. Άλλο στα χέρια του αντάρτη παπά, κι άλλο του φασίστα που τη βεβηλώνει με τον χαιρετισμό του.
Η σημαία δεν έχει ψυχή. Της τη δίνει αυτός που την κρατάει.

Σχόλια