Κάποιες νύχτες, η μουσική δεν ακούγεται, ανασαίνει. Λιγομίλητη, όπως ο αποχωρισμός που δεν θέλει να κάνει φασαρία. Σαν εκείνο το τραγούδι του Θάνου, με λόγια του Ιωάννου και φωνή του Θηβαίου. Δεν κλαίει, δεν φωνάζει. Δεν έχει αίματα. Μόνο μια ήσυχη υπόσχεση: «την ώρα που θα φεύγεις, να χαμογελάς». Σαν να μην τελειώνει τίποτα. Σαν η αγάπη να περνάει απαλά το χέρι της απ’ τον ώμο και να λέει: "εγώ θα μείνω".Δεν υπάρχουν χρόνια χαμένα. Υπάρχουν χρόνια που πονέσαμε, που χαθήκαμε μέσα σε άλλους, που συγκρίναμε, που περιμέναμε. Αλλά αυτά τα χρόνια ήταν ζωή. Και η αγάπη που ζήσαμε, ανεξίτηλη. Κυλά ακόμα στις φλέβες, σαν παλιό κρασί σε νέα ποτήρια. Μας ορίζει, μας καθοδηγεί, μας εκθέτει.
Εμείς που ξυπνήσαμε ένα πρωί και είδαμε στο πρόσωπό μας τον χρόνο να γράφει τα δικά του ποιήματα, που σταθήκαμε ανάμεσα σε δύο εποχές σαν παιδιά χαμένα ανάμεσα σε δυο καλοκαίρια, δεν ζητάμε άλλο. Κρατάμε ό,τι αντέχει: το βλέμμα, το τραγούδι, το άγγιγμα, τον ήχο της πόρτας που έκλεισε απαλά. Είμαστε γεμάτοι. Από στιγμές, από βλέμματα, από στίχους που ψιθυρίζονται ακόμη.
Τα τραγούδια που μας έντυσαν δεν είναι παλιά. Είναι σαν προσευχές που γράφτηκαν για να αντέχουν στον χρόνο. Από τον Χατζιδάκι στον Θεοδωράκη, από την «Όμορφη Πόλη» στην Οδό Ονείρων. Ό,τι αγαπήθηκε, τραγουδήθηκε. Κι ό,τι τραγουδήθηκε, έμεινε. Μες στο αίμα μας. Μες στην ιστορία μας.
Κι αν κάτι μας έμεινε όταν χάθηκαν τα υπόλοιπα, είναι εκείνα τα καλοκαίρια. Όχι ημερολογιακά, μα εκείνα τα εσωτερικά, τα μεγάλα, τα έντονα. Γιατί τα καλοκαίρια μας δεν γερνούν. Ζουν μέσα μας. Μας έμεινε και το Παρίσι επίσης. Όχι ως γεωγραφία, αλλά ως ανάμνηση όλων όσων μάς έκαναν κάποτε να πιστέψουμε πως η ζωή είναι κι ένας στίχος που δεν τελειώνει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου