Η σιωπή που προλογίζει τη βροχή
“Περιμένω τη βροχή, να ξεπλύνει τις αμφιβολίες μου για σένα. Όχι ψιχάλες. Καταιγίδες” γράφει ο Σ. Σίγμα
Κι εγώ περιμένω. Στέκομαι στο μπαλκόνι μετρώντας τη σιωπή πριν τη βροντή. Το ρολόι δείχνει μια ώρα που δεν έχει σημασία, γιατί εκείνο που βαραίνει είναι ο ουρανός. Η καταιγίδα δεν είναι μόνο ξέσπασμα του καιρού. Είναι πρόφαση και εξομολόγηση. Είναι η στιγμή που όσα μένουν κρυμμένα κάτω από το δέρμα βρίσκουν τρόπο να ξεχυθούν και να ξεπλυθούν
Λατρεύω τα στοιχεία όταν θυμώνουν. Τις μπόρες που καταρρέουν σαν μανιφέστο ελευθερίας. Τις χιονοθύελλες που σκεπάζουν τα λάθη με λευκή λήθη. Τους κεραυνούς που σκίζουν τη νύχτα και φανερώνουν για μια στιγμή τον σκελετό της πραγματικότητας, που φωτίζουν για ένα δευτερόλεπτο την αλήθεια και ύστερα σβήνουν αφήνοντας πίσω μόνο την υπόνοια της. Το χαλάζι που πέφτει πάνω στις στέγες με την πειθαρχία μιας συμφωνίας του Μπαχ και συνάμα με τη βία μιας επίθεσης. Ακόμη και η θάλασσα όταν φουσκώνει και διεκδικεί τη στεριά με συγκινεί. Γιατί θυμίζει ότι τίποτε δεν είναι αιώνιο ούτε η ξηρά ούτε η βεβαιότητα. Μόνο ο σεισμός μένει μακρινός σαν προδοσία που έρχεται από το πουθενά χωρίς να την κοιτάξεις στα μάτια
Ο γιατρός μού είπε πως αυτές οι θύελλες κρατούν ισορροπία μέσα μου. Ρυθμίζουν τη στάθμη ενός ποταμού που αλλιώς θα ξεχείλιζε και θα με κατέστρεφε. Γέλασα στην αρχή. Νόμιζα πως είναι διαστροφή να λαχταρώ τον ουρανό να σκίζεται, να χαίρομαι το χαλάζι σαν γιορτή. Κι όμως ίσως να είναι η πιο τίμια μορφή άμυνας. Να βρίσκεις γαλήνη μέσα στη θύελλα γιατί δεν μπόρεσες ποτέ να τη βρεις στη νηνεμία
Κι ύστερα, μετά την καταιγίδα, έρχεται εκείνη η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος. Σαν υπόσχεση ότι όλα αρχίζουν από την αρχή. Κι εγώ τότε σκέφτομαι ότι η ζωή μας μοιάζει με τον καιρό. Όλοι θέλουμε ήλιο αλλά στο τέλος θυμόμαστε τις βροντές. Γιατί αυτές μάς υπενθυμίζουν πως είμαστε ακόμη ζωντανοί. Και το ζήτημα δεν είναι αν θα βραχείς αλλά αν θα συνεχίσεις να περπατάς με το βλέμμα στραμμένο στο φως που γεννιέται πάντα μετά τη βροχή.
Σχόλια