Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010

Καρναβάλι όλο το χρόνο

Μπήκαμε στο τριώδιο. «Λοιπόν ένα από τα χαρακτηριστικά των πολιτισμών όπου ζούμε, είναι ο συνολικός εκκαρναβαλισμός της ζωής μας», σημειώνει ο Ουμπέρτο Έκο. «Αυτό δεν σημαίνει ότι δουλεύουμε λιγότερο, αναθέτοντας καθήκοντα στις μηχανές, μιας και η αναζωογόνηση και οργάνωση του ελευθέρου χρόνου ήταν πάντα ιερή απασχόληση τόσο των δικτατορικών όσο και των φιλελευθέρων - μεταρρυθμιστικών καθεστώτων. Σημαίνει ότι εκκαρναβαλίστηκε ακόμα και ο χρόνος της εργασίας μας.
Είναι εύκολο και προφανές να μιλάμε για εκκαρναβαλισμό της ζωής μας, αν σκεφτούμε τις ώρες που ξοδεύει ο μέσος πολίτης μπροστά σε μια τηλεοπτική οθόνη που, πέρα από συντομότατα διαστήματα στην «ενημέρωση» - ο λόγος το λέει - προσφέρει κυρίως θέαμα και, μεταξύ των θεαμάτων, προτιμά πια εκείνα που παρουσιάζουν τη ζωή σαν αιώνιο καρναβάλι.»
Πριν μιλήσουμε λοιπόν για τον εκκαρναβαλισμό στην πολιτική, στην θρησκεία, στον πολιτισμο, στον αθλητισμό, τον ολοκληρωτικό εκκαρναβαλιτισμό που κινδυνεύει να προκαλέσει την κατάσταση όπως υποστηρίζει ο Έκο, «που περιγράφεται εξαιρετικά από εκείνο το παλιό ανέκδοτο με τον τύπο που πλησιάζει πονηρά μια κοπέλα και τη ρωτάει; « δεσποινίς, τι κάνετε μετά το όργιο;»
Ας μιλήσουμε για το όργιο.

Σκεφτόμουνα χθες βλέποντας την εικόνα μας στο καθρέπτη, γιατί έχουμε επιδοθεί μετά μανίας σ΄ αυτήν την εκστρατεία προβολής με πρόσχημα την αντιμετώπιση της τουριστικής κρίσης. Μια εικόνα που δεν συνάδει με πόλη μνημείο παγκόσμιας
πολιτιστικής κληρονομιάς. Υποδομές και αλλαγή νοοτροπίας χρειαζόμαστε και όχι προβολή και διαφήμιση που κινδυνεύει να γυρίσει μπούμερανκ και να γίνει δυσφήμηση για τον τόπο, αν διαπιστωθεί ότι η πραγματικότητα είναι πολύ κατώτερη απ’ αυτό που διαφημίζεις. Εκτός και θέλουμε να μπούμε σ΄ αυτή την λογική του καρναβαλιού, που όλα νομιμοποιούνται. Στη διάρκεια του καρναβαλιού, παίζεις αδιάκοπα αλλά για να είναι ωραίο και όχι κουραστικό το καρναβάλι, πρέπει να διαρκεί λίγο. Ύστερα από το ξεφάντωμα, μας μένουν, τενεκεδάκια αναψυκτικών, τσαλακωμένα χαρτιά, υπολείμματα από χοτ ντοκ και μουστάρδας, όπως γίνεται δηλαδή στο τέλος του κάθε καρναβαλιού που σέβεται τον εαυτό του.
Ήταν ανάγκη να μπούμε στο τριώδιο για να μιλήσουμε για καρναβάλι;

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Το τίποτα κάνει μεγάλη φασαρία

Η τοπική επικαιρότητα με γεμίζει θλίψη, έγραφα σε ένα παλαιότερο κείμενο, μήπως όπως θα μπορούσε να είναι άλλη. Μήπως αυτές οι τηλεοπτικές αψιμαχίες, θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από την άλλη Κέρκυρα, που σκέφτεται θετικά , που δημιουργεί, που προσφέρει, που προβληματίζεται που αγωνίζεται, που δεν γκρινιάζει για του ψύλλου πήδημα. Το τίποτα κάνει μεγάλη φασαρία. Αξιοπεριφρόνητες σαχλαμάρες, που θεριεύουν εκ του μηδενός και γίνονται προβλήματα πρώτου μεγέθους εδώ στην μικρή μας πόλη.
Σάμπως ο δαίμων της καθημερινότητας να πλάθει καταστάσεις για να βρίσκουν δουλειά οι άεργες ψυχές.
Τις πρώτες πρωινές ώρες πέρασα μια βόλτα από τα μπαράκια της πλατείας, «Χαμός» στην καθομιλούμενη. Εκατοντάδες νέοι και νέες σε μια ειρηνική συνύπαρξη, έδειχναν ξένοι με όλη αυτή την γρίνια. Αν τους ρωτούσα γι’ αυτά που πριν λίγη ώρα κυριαρχούσαν στην τοπική επικαιρότητα και δίχαζαν τους εμπλεκόμενους, είμαι βέβαιος που θα εισέπραττα μόνο μια λέξη και μάλιστα εν χορώ «Μαλακίες».
Χάρηκα, ένοιωσα σαν να βρίσκομαι σε άλλη πόλη, με ανθρώπους υγιείς, φαίνεται πως το μικρόβιο που κουβαλάμε στον μικρόκοσμο μας, δεν κατάφερε να τους μολύνει.
Δεν είναι τόσο μεγάλα, γιατί επιμένουμε; Δεν είναι τόσο σπουδαία, για να μπούνε στην βιτρίνα. Τα μεγεθύνουμε για να χωρέσει το επαρχιώτικο κόμπλεξ, για να δούμε τον μικρόκοσμό μας, μεγάλο. Για να επισημοποιήσουμε την ύπαρξη μας.
Η τοπική επικαιρότητα με γεμίζει θλίψη.

«Η αλήθεια του καθενός είναι ο δρόμος του» λέει η λαϊκή σοφία, δηλαδή το ψέμα του. Εμείς επιμένουμε να σκηνοθετούμε την πραγματικότητα για να μας χωρέσει. Δε μας αρκεί η ήπια βόλτα στα στενά σοκάκια, δε βολευόμαστε με την γαλήνη που μας δωρίσανε, γι’ αυτό κάνουμε φασαρία χωρίς αιτία. Γι’ αυτό βαφτίζουμε τα σοκάκια λεωφόρους.
«Σκηνοθετούμε την πραγματικότητα για μας χωρέσει.» πόσα χρόνια περάσαμε επιχρωματίζοντας το σώμα μας, να μην φαίνονται ουλές και τραύματα; Φορέσαμε στη καρδιά μας αθλητικά παπούτσια για να φαντάζει δρομέας μακρινών αποστάσεων και ας τα έχει φτύσει στο πρώτο κατοστάρι»
Σκηνοθετούμε γεγονότα και ύστερα παίρνουμε την βολική θέση του θεατή, σχολιάζουμε κιόλας. Μπαίνουμε στο ψέμα και το ζούμε. Το βαφτίζουμε σημαντικό για να κερδίσουμε όσο τον δυνατόν περισσότερο χρόνο βρασμού. Στο ζουμί μας.

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Το χρώμα του Αιγαίου δεν ζωγραφίζεται

Μπορεί η παγκοσμιοποίηση στις μέρες μας να σαρώνει τα πάντα, τα
δέντρα όπως παραμένουν όρθια. Και ο ουρανός όσο και αν προσπαθούν δεν θα ξεχάσει το γαλάζιο. Στο τέλος ούτε και άνθρωποι, να μου το θυμηθείτε…
Μπορεί το χρώμα του χρήματος να μην έχει θεό, η ιστορία του κάθε τόπου όμως είναι εδώ και εκεί, ξεχωριστή και μια. Το χρώμα του Αιγαίου είναι αυτό που κάνει το τοπίο ξεχωριστό, είναι το χρώμα που δεν ζωγραφίζεται, που άλλο δεν θα μπορούσε να υμνήσει ο Ελύτης.
Είναι κάποιος που κάνει συλλογή από άμμο, μας αφηγείται ο Ιταλο Καλβίνο. Ταξιδεύει στον κόσμο, και όταν φτάνει σε μια θαλάσσια ακτή, στις όχθες ενός ποταμού ή μιας λίμνης, σε μια έρημο, σε έναν ρεικότοπο, μαζεύει μια χούφτα άμμου και την παίρνει μαζί του. Στην επιστροφή, τον περιμένουν τοποθετημένα στη σειρά σε μεγάλα ράφια εκατοντάδες γυάλινα μπουκαλάκια, μέσα στα οποία η λεπτή γκρίζα άμμος της λίμνης Μπάλατον, η πάλλευκη του Κόλπου του Σιάμ, ή εκείνη η κόκκινη που η ροή του Γκάμπια αποθέτει χαμηλά στη Σενεγάλη, ξεδιπλώνουν την όχι μεγάλη γκάμα των ξεθωριασμένων χρωμάτων τους, αποκαλύπτουν μια ομοιογένεια που θυμίζει την επιφάνεια της σελήνης, παρά τις διαφορές του μεγέθους των κόκκων και της υφής τους, από τη λευκή ή μαύρη χαλικοειδή πυκνότητα της άμμου της Κασπίας που λες και είναι ακόμα βουτηγμένη σε αλατισμένο νερό, ως τις επίσης λευκές και μαύρες μικροσκοπικές πετρούλες της Μαρατέα, ή το λεπτό κατάλευκο αλεύρι με τα βιολετιά στίγματα του Κόλπου της Χελώνας, κοντά στο Μαλίντι της Κένυας.
Ιδού που επιστρέφοντας από ένα ταξίδι, προσθέτει καινούργια μπουκαλάκια δίπλα στα άλλα, και ξαφνικά συνειδητοποιεί πως, χωρίς το λουλακί της θάλασσας, η λάμψη εκείνης της γεμάτης θραύσματα κογχυλιών παραλίας έχει χαθεί, πως από την υγρή ζέστα των ξεροπόταμων της ερήμου δεν έμεινε τίποτα στη συλλεχθείσα άμμο, πως, μακριά από το Μεξικό, η ανακατεμένη με λάβα άμμος του ηφαιστείου Παρικουτίν, είναι απλώς μια μαύρη σκόνη που μοιάζει να βγήκε από τζάκι. Προσπαθεί να ξαναφέρει στη μνήμη του την αίσθηση εκείνης της παραλίας, εκείνη τη μυρωδιά του δάσους, εκείνη τη λάβρα, αλλά είναι σαν να κουνάει απλώς λίγη από εκείνη την άμμο στο βάθος της ετικεταρισμένης μπουκάλας.

Παλαιά στα παραμύθια που μας έλεγαν υπήρχε πάντοτε κάποιος κεντρικός ήρωας που τον θαυμάζαμε και τον αγαπούσαμε. Ήταν ένα πρόσωπο κι ας ήταν βγαλμένο από τα παραμύθια. Είχε όνομα. Τα σύγχρονα παραμύθια έχουν ήρωες χωρίς όνομα μιας και η λέξη οικονομικό συμφέρον είναι τόσο ψυχρή για να συγκινήσει την καρδιά ενός μικρού παιδιού. Απ’ ό,τι φαίνεται η παγκοσμιοποίηση δεν θα μπορέσει να ισχύσει για τον κόσμο των παιδιών που θέλουν όνομα για τους ήρωες των παραμυθιών τους. Κι αυτό είναι μια ελπίδα. Αρκεί να υπάρξουν πολλά παιδιά στο μέλλον. Πιο πολλά από τον παιδικό πληθυσμό όλης της γης.

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Δηλητήριο στο ναρκωτικό

Θα συνεχίσουμε με την τηλεόραση, εμείς που ακόμα δεν έχουμε εθιστεί και είναι οι φωνές μας λίγες. Θα συνεχίσουμε να επαναλαμβάνουμε τα παλιά. Όσο το πρόβλημα παραμένει παραμένουν επίκαιρα Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα, η εικονική.
Η λογική, του ότι αξίζει φαίνεται, αποτελεί πλέον καθεστώς, γι’ αυτό το καθεστώς, που προσπαθεί να επιβάλει την επικυριαρχία του, το παθητικό τηλεοπτικό κοινό αρχίζει σιγά σιγά να συνειδητοποιεί τις συνέπειες.
«Όσο κατείχε την θέση του Νομάρχη, περνούσε και ξαναπερνούσε μπροστά από τις κάμερες, απολάμβανε συμπάθειες και αντιπάθειες αποτελούσε μορφή, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Κάτι από την προσωπικότητα του κυκλοφορούσε ως μεγεθυντικός ψίθυρος στους κόλπους της νοήμονος κοινωνίας. Το όνομα του «κάνει γκελ», περνά ατελώνιστο στις συζητήσεις, δεν έχει ανάγκη συστάσεων και επεξηγήσεων – είναι ΑΥΤΟΣ. Να όμως που αυτή η πανίσχυρη συνθήκη ανατρέπεται μόλις ο περιλάληλος επώνυμος χάσει την θέση και τραβηχτεί στα μετόπισθεν. Το κοινό διερωτάται: Τι απέγινε ο άνθρωπος μας; Δεν μιλούν πλέον για το άτομο του, δεν σερβίρεται στο καθημερινό τηλεοπτικό συσσίτιο του δελτίου τη μορφή του, από μίστερ καθημερινότητα, μετετράπη αυθωρεί σε ακριβοθώρητο πρόσωπο που επέστρεψε στην ανωνυμία.
Πόσο διαρκεί η γλυκιά αυταπάτη; Το γυαλί δεν απονέμει απλώς ψευδεπίγραφα διάσημα και παράσημα, απονέμει κυριολεκτικά, την ύπαρξη και με την ίδια άνεση την αφαιρεί. Οι ώρες τηλεοπτικής παρουσίας ενός προσώπου ισοδυναμούν πλέον με το δικαίωμα του να ζει και να ενεργεί. Άνευ τηλεοπτικής στάμπας η κοινωνική αξία ενός προσώπου δεν λογαριάζεται.

Το ψευδεπίγραφο καθεστώς, αυτής της διατυμπανιζόμενης επωνυμίας το υποψιαζόμαστε μόλις εμφανιστεί ένας άνθρωπος που εργάζεται στον τομέα του, αλλά ατυχώς είναι άγνωστος. Παραχρήμα όλοι αναρωτιούνται: Μα αφού δεν τον έχουμε ξαναδεί, πως είναι δυνατόν να είναι σπουδαίος; Όπερ σημαίνει: Μακριά από την τηλεοπτική κολυμπήθρα δεν μπορεί να υπάρξει αξία».
Από το «Κέντρο Δηλητηριάσεων», γιατί με ισχυρή δόση δηλητηρίου μπορεί να αντισταθούμε στο ναρκωτικό. Και επειδή έχει ο καιρός γυρίσματα, όση απολαμβάνουν σήμερα την τηλεοπτική ασυλία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να περιμένουν τη σειρά τους.

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010

Όσο δεν υπάρχουν παρεκτροπές…

Φυσικά υπάρχει και καλή τηλεόραση, σ’ αυτή τη δύναμη του καλού αναφερόμουνα, κλείνοντας το τελευταίο κείμενο της στήλης. Οι φόβοι μου, είναι ο εθισμός στα σκουπίδια, η επανάληψη της αντίθεση μου, αποτέλεσμα μιας ξέφρενης πορείας που μου επιβεβαιώνει, ότι έχει και άλλο παρακάτω. Αυτά τα φαινόμενα της σήψης που παρακολουθούμε σε συνέχειες αυτές τις μέρες, σας προειδοποιώ, δεν είναι σενάρια της φαντασίας, ούτε σενάρια που στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, δεν παίζουν ηθοποιοί. Είναι η σκληρή πραγματικότητα που απ’ ότι φαίνεται έχουμε ασκηθεί πλέον τόσο, ώστε να μην μας εντυπωσιάζει.
Έχει ειπωθεί πως όλο και περισσότερο βλέπουμε τον κόσμο μπροστά ή πίσω από ένα γυαλί: είτε εκείνο του παρμπρίζ του αυτοκινήτου είτε της οθόνης της τηλεόρασης ή του υπολογιστή. Η περιπλάνηση, η άσκοπη διαδρομή στην πόλη μυρίζει ναφθαλίνη. Οι άξονες έχουν τον λόγο, οι ασφαλτοστρωμένοι ιμάντες πάνω στους οποίους κινείται το ανθρώπινο εμπόρευμα σε μια γιγάντια αλυσίδα παραγωγής και αναπαραγωγής: από τον τόπο κατοικίας στους τόπους εργασίας, ψυχαγωγίας και κατανάλωσης χωρίς ενδιάμεσες στάσεις και παρεκτροπές.

Και όσο δεν υπάρχουν παρεκτροπές, όσο σαν πρόβατα επί σφαγής ακολουθούμε την προκαθορισμένη πορεία, τόσο τα φαινόμενα θα γιγαντώνονται, τόσο οι πρωταγωνιστές της διαφθοράς και των σκανδάλων που παρακολουθούμε, θα αλωνίζουν. Δεν είναι όλα θέαμα, για να χειροκροτούμε στο τέλος της παράστασης. Δεν μπαίνουν στο σπίτι μας μέσω του τηλεοπτικού κουτιού για να μας ψυχαγωγήσουν, μπαίνουν για να μας κλέψουν. Τα εκατομμύρια που μαζεύουν στους προσωπικούς τους λογαριασμούς είναι τα ελλείμματα που καλούμαστε εμείς κάθε φορά, σφίγγοντας κι’ άλλο το ζωνάρι να καλύψουμε.
Δεν είναι όλα παιγνίδι, για να στοιχηματίζουμε τον νικητή. Σ’ αυτό που παρακολουθούμε, αν δεν σηκωθούμε από τον καναπέ, οι νικητές είναι δεδομένοι και οι χαμένοι εμείς.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...