Επιμελώς αποφεύγω τα τοπικά συμβαίνοντα. Καμία διάθεση σνομπισμού, αγάπης θα έλεγα, που έγινε δίκοπο μαχαίρι. Μέχρι τώρα μου συνέβαινε αποσπασματικά, για πρόσωπα, για μέρη αγαπημένα, για στιγμές, για μήνες και για χρόνια. Τελευταία ο τόπος έγινε πόλη και νησί, και ο χρόνος είναι λίγο πριν λίγο μετά, όπως και οι άνθρωποι λίγο πριν, λίγο μετά…
Η άρνηση γενικεύτηκε, αυτός ο τόπος ο ευλογημένος τελικά είναι καταραμένος.
Τόσα χρόνια «στο γύρω γύρω όλοι», ζαλίστηκα. Τόσα χρόνια, οι ίδιοι και οι ίδιοι, τα ίδια και τα ίδια, κουράστηκα. Τόσα χρόνια ψελλίζουν πεθαμένες λέξεις, όπως
«ανάπτυξη», «συνεργασία», «πρόοδος», «συλλογικότητα», «συντροφικότητα», διαφάνεια. Απογυμνωμένοι από αξίες, στερημένοι από οράματα, με ανεπάρκεια πνευματική και θράσος που περισσεύει, αποτυγχάνουν ακόμα και στην διαχείριση της μιζέριας.
Έχει ραγίσει το γυαλί, εξαντλήθηκαν τα όρια της ανακύκλωσης.

Επιμελώς αποφεύγω τα τοπικά συμβαίνοντα, γιατί οι λέξεις, όση δύναμη και να διαθέτουν, είναι βέβαιο ότι θα παρασυρθούν στην δίνη του τίποτα. Στον τόπο του πουθενά, στην κοινωνία του δήθεν
Είναι ο τόπος τελικά ο μίζερος, που όλα τα κάνει να μοιάζουν ίδια. Πώς να πας μπροστά σε δυο μέτρα γης, άλλο ένα βήμα και κει πλέον δεν περπατάς κολυμπάς. Όταν δεν έχω τι να γράψω γυρίζω πίσω, σε κείμενα που έγραψα πριν πολλά χρόνια. Είναι σαν να τα είχα γράψει χθές, δεν ήταν τα κείμενα μου διαχρονικά, διαχρονικά ήταν τα χάλια μας.
Εμείς που ξεκινήσαμε την εκδρομή πριν 40 χρόνια γίναμε οι απόλυτοι φορείς του αυστηρά προσωπικού, δηλαδή της μοναξιάς. Κάναμε τις πληγές μας λέξεις και το συζητάμε, με ταλέντο δε λέω, αλλά και μπόλικο αυτοσαρκασμό.
Με τον Αύγουστο της προσδοκίας θα συνεχίσω, με τον Αύγουστο της σιωπής. Συνειδητή η αποχή από την φασαρία του τίποτα, από την πόλη του δήθεν. Όχι δεν θα κρυφτώ…
«Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό»
Για τον Αύγουστο των ανθρώπων, που μπορούν να δηλώσουν την αποτυχία
«Έχει παγωνιά ο Αύγουστος». Γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου Και πολλές μετωπικές, με τον εαυτό σου, με τα μπετά που καίγονται, με μια πόλη που η ζωή είναι σε αναστολή. Ο Αύγουστος βγάζει την σημαντικότερη είδηση. Φοβάμαι να πεθάνω μόνος. Να ζήσω, ήθελα να πω, αλλά βαριέμαι να το διορθώσω.