Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Η έξοδος οδηγεί σε αδιέξοδο


«Η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα». Και επιλέξανε το δρόμο των μνημονίων,  για την έξοδο, που στην καλύτερη περίπτωση θα μας οδηγήσει στο ίδιο σημείο. Αν είναι διέξοδος τα επαχθεί οικονομικά μέτρα, που όμοια τους, δεν έχουν επιβληθεί ποτέ, σε χώρα του δυτικού κόσμου,  οι απολύσεις η φτωχοποίηση του λαού η ανεργία, τότε πράγματι η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. «Η πάλη των τάξεων μετασχηματίζεται αφανώς και τεχνηέντως, σε πάλη ατόμων θέσεων, κλάδων παρατάξεων μηχανισμών πελατειών», υποστηρίζει ο Κωστής Παπαγιώργης στο «άγρυπνο πεζοδρόμιο».
Η διαφορά της κοινωνίας δεν εκπλήσσει, άλλωστε πάντα υπήρχε. Εκείνο που εκπλήσσει είναι ότι την παράγουν οι θεσμικοί μηχανισμοί, αυτοί δηλαδή που είναι αρμόδιοι να την πατάξουν.
Ενώ το κράτος κινδύνευε από την κοινωνία κατά την κλασική εκδοχή, τώρα έχουμε ένα κρατικό μηχανισμό, που αποξενώνεται από την κοινωνία και ο ίδιος δημιουργεί τους κινδύνους. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο τα κόμματα του δικομματισμού, τα ιδία βουτηγμένα στα σκάνδαλα, δεν μπορούν να τον εξυγιάνουν, ούτε και ο λαός μπορεί να απέχει απ’ αυτό το νοσηρό παιχνίδι. Φθονούντες και φθονούμενοι αλλάζουν ρόλους μασκαρεύονται ασχημονούν, με παντιέρα πάντα την άποψη ότι η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα.
Θεωρητικά ένας πολίτης έχει πολλά δικαιώματα, δικαιώματα που του δίνουν τη ψευδαίσθηση διεκδίκησης. Θεωρητικά επαναλαμβάνω, γιατί στην πράξη, ο ρόλος του είναι πολύ κατώτερος ακόμα και απ’ αυτόν του υπηρέτη, που λέει όλες και όλες δύο ατάκες.
Στην προσπάθειά του να κάνει χρήση όλων αυτών των δικαιωμάτων, που του παρέχει άπλετα το δημοκρατικό καθεστώς, αβίαστα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα όπλα του είναι χάρτινα και απέναντί του ατσάλι.
Περιπλανήθηκα στην Ιστορία. Κινήματα, επαναστάσεις, άνισες μάχες με νικητές αδυνάτους. Θυσίες, για την ελευθερία και την προάσπιση της πατρίδας. Η ιστορία επαναλαμβάνεται και εμείς ακόμη ελπίζουμε, ότι αν ενώσουμε ακόμη και τα χάρτινα σπαθιά μπορεί να πετύχουμε κάτι. Εκείνοι οι 300 του Λεωνίδα, δεν τα κατάφεραν αλλά δεν έπεσαν και αμαχητί. Ψάχνω να βρω τριακόσιους, είναι απασχολημένοι αυτή την περίοδο.
Τα δικαιώματα μας κατακερματισμένα, στο καθένα ξεχωριστά, δεν μας παρέχουν την παραμικρή εγγύηση για κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Για να μην τα ενώσουμε με άλλους ομοιοπαθείς, έχουν φροντίσει από πολύ πριν οι ατσαλένιοι. Το περιεχόμενο δεν έχει πια καμία σημασία. Η εμφάνιση μετράει και η συσκευασία. Θα ακολουθήσω την ουρά στα σούπερ μάρκετ και θα αγοράσω κι εγώ όπως όλοι οι υποτιθέμενοι πολίτες τα προϊόντα της μιας χρήσεως. Θα παίξω για μια ακόμα φορά τον ρόλο που τόσο καλά μας έμαθαν. Αυτά τελικά τα δικαιώματα μπορεί να διεκδικήσω, της αγοράς. Πελάτης λοιπόν ο κύριος αντί για πολίτης που τόσο επιθυμούσε. Κατά τα άλλα «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα…»

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Αχ Ελλάδα θα στο πω…






Μπορεί να χάσαμε την πρόκριση,   μας παρηγορεί όμως το γεγονός ότι γλυτώσαμε από το εθνικό παραλήρημα.  Γλιτώσαμε,  από τις υστερίες, τα κορναρίσματα, τα εθνικιστικά συνθήματα, τις μισαλλοδοξίες, τους ξέφρενους πανηγυρισμούς, τα ψηλά τακούνια που φοράμε για να κρύβουμε το μπόι μας.
Μπορεί να θεωρούνταν αιρετικά  τα κείμενα,  τότε, που εξέφραζα με  κάθε τρόπο την αντίθεση μου, σε κάθε είδους εθνικιστικές εκδηλώσεις, ακόμα και  με αφορμή κάποιες  επιτυχίες, σε διάφορα αθλητικά γεγονότα.   Πολλοί  από εκείνους  τους  ελληνάρες με  τα  βαμμένα γαλανόλευκα πρόσωπα,  ξέρετε με πόση ευκολία  έντυσαν τη «Χρυσή Αυγή»   με κοινοβουλευτικό μανδύα; 
Στα  χρόνια που προηγήθηκαν  είχαμε  μια  κομπλεξική στάση του δικομματισμού, όπως εκείνη  «της μεγάλης ιδέας»  για  να καλύψει η χώρα την ανεπάρκεια της, μέσα από κάποιες τυχαίες  και σε πολλές περιπτώσεις ντοπαρισμένες αθλητικές επιτυχίες.
Φορέσανε και χθες τις πανοπλίες τους, τις περικεφαλαίες τους, τα δάφνινα στεφάνια, βάφτηκαν στα χρώματα του πολέμου και πήγαν να εκτονωθούν. Να ξεχάσουν για λίγο την πραγματικότητα και να συνεχίσουν το ταξίδι που ξεκίνησε το 2004. Τα θαύματα όμως δεν επαναλαμβάνονται.


Δεν ξέρω αν οι αριστερές μου καταβολές ευθύνονται, που δεν βγήκα τότε να πανηγυρίσω στους δρόμους με την γαλανόλευκη την κατάκτηση του ευρωπαϊκού κυπέλλου, από την εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου. Οι εθνικιστικές εξάρσεις, πάντα μου προκαλούσαν αλλεργία. Για να είμαι ειλικρινής το χάρηκα, όπως μπορεί να χαρεί κάποιος μια νίκη σε ένα παιγνίδι, ο φανατισμός όμως που ακολούθησε, δεν το κρύβω, αν μπορούσα θα χάριζα αυτή την νίκη για μη συμβεί.
Εκείνα τα « Ελλάς ελλήνων χριστιανών», «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου η χώρα», «Η Βόρειος Ήπειρος είναι ελληνική», «πότε θα πάρουμε την πόλη», «η Κύπρος είναι ελληνική», «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», μου προκαλούν ανατριχίλα.
Για εκείνο που είμαι σίγουρος είναι, ότι δεν συνέβαλα με το δικό μου χειροκρότημα, στις απανωτές κατραπακιές από την υπόθεση ντόπινγκ, που ακολούθησαν και  κατέστησαν   τις νίκες των πρωταθλητών μας  χάρτινες, και τη χώρα μας έκθετη  στα μάτια του κόσμου.
Πιο ισχυρό αναβολικό από την εθνική μας αλκοόλη δεν υπάρχει. Σε μια κοινωνία που δυστυχεί και πρέπει να ξεχνά την καθημερινότητα, την πείνα την ανεργία, τη φτώχεια, αυτό το αναβολικό είναι γραμμένο σε κάθε συνταγή της εξουσίας, που θέλει να βλέπει μια τέτοια εκτόνωση του λαού που δυναστεύει.
Και είναι παλιά η συνταγή από το «άρτος και θεάματα» στο «αμερικάνικο όνειρο», από το «κάθε πόλις και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο», «Για την Ελλάδα ρε γαμώτο»… Λίγο λίγο,  Μπλε μπλε μπλε, ήρθε και το μαύρο…





Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...