Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2022

Ζηλεύω

Πολλά μαζεμένα αυτές τις τελευταίες νύχτες, με αναμονές και προσμονές, που επιμηκύνουν το διάστημα, σχεδόν το ακινητοποιούν. Δεν περνάει με τίποτα. Είναι και ο καιρός … Και ένα βάρος, σε απροσδιόριστο σημείο, από μια ζωή, που την κυνηγούν οι μήνες. Βγήκα στη ταράτσα του σπιτιού μου, που δεν την στολίζουν πολύχρωμα λαμπιόνια, απέναντι φωτισμένα μικροαστικά μπαλκόνια με χαρούμενη μουσική , απ΄ τα κινέζικα φωτάκια που τραγουδούν χαζά χριστουγεννιάτικους ρυθμούς, μπαλκόνια με καθημερινές ζωές, με παιδικά τσιρίγματα και μουσική, που δεν ξέρω αν κάτω από άλλες συνθήκες θα μου άρεσε. Γελάω με την εικόνα, για να μην αφήσω τη ζήλια να εκδηλώσει καμία αξίωση.


«Θέλω να μείνω μόνος», επακόλουθο, μιας αμυντικής λειτουργίας, με τον εγωισμό να θριαμβεύει. Τη μάχη απέναντι σε όλους τους άλλους, που μου φταίνε, πάντα με ένα πικρό παράπονο την κερδίζω. Η όποια φωνή αυτοκριτικής, που επιχειρεί να ψελλίσει κάτι, πνίγεται εν τη γενέσει της. Δεν έχει σημασία πως, δυνατός ή ηττημένος, πικραμένος ή χαρούμενος. Σημασία έχει ότι μ’ αυτά και μ’ αυτά, κατάφερα να μείνω μόνος εδώ στο κέντρο της ταράτσα μου, στο κέντρο του κόσμου. Από εδώ στριφογυρίζοντας, γύρω από τον άξονα μου, αρχίζω να χτίζω τον τοίχο προστασίας μου. Κάθε πέτρα και παράπονο και πάντα μπροστά ένα «Εγώ». Και συνεχίζει το παράπονο να γκαζώνει, να τα σκεπάζει όλα σαν δέκα μέτρα χιόνι.
Τι να γραφτεί στην επόμενη λευκή σελίδα; Στο χιόνι; Τίποτα. Είναι αυτά που κρατάμε, και τα σιγοψιθυρίζουμε με κλειστό το στόμα.

Είμαστε ένα πούπουλο στο έλεος των μποφόρ



Πλησιάζουν Χριστούγεννα. Οι γιορτές απειλούν τις ευαίσθητες μνήμες και όσους έχουν πρόβλημα με το χρόνο.
Με λέξεις θα τον παλέψω. Με τα αισθήματα που μας γεννά μια μνήμη, επικυρωμένη και υπογεγραμμένη για να κάνω ευκολότερο το πέρασμά του.
Τα φετινά Χριστούγεννα στον μικρο μας τόπο, εκτός των γενικότερων δυσκολιών έχουν και χρώμα προεκλογικό. Στις πρόωρες αντιπαραθέσεις, ακόμα και το ψήσιμο της γαλοπούλας γίνεται αιτία πολέμου. Για τον Χριστουγεννιάτικο διάκοσμο δεν το συζητώ ...


Ο χρόνος “για να αποκτήσει μια υπόσταση” χρειάζεται και τον τόπο και ο τόπος μας έχει να διηγηθεί άπειρες ιστορίες. Το Λαζαρέτο, το Βίδο, τα Κάστρα, η Παλιά Πόλη, το εργοστάσιο Δεσύλλα, οι γειτονιές και τα στενά σοκάκια. Θέλει σεβασμό ο τόπος, γιατί αντιστέκεται στο χρόνο ενώ εμείς; Όπως ορθά επισημαίνει μια οργισμένη φωνή για άλλον τόπο… “Δεν υπήρξαμε παρά ένα δευτερόλεπτο στην αιώνια ακινησία του. Μια ανεπαίσθητη γρατσουνιά στα γόνατα του αέναου χρόνου του. Χιλιάδες πριν από εμάς, εκατομμύρια μετά από εμάς, στους ίδιους δρόμους, στην ίδια νύχτα θα δώσουν τους ίδιους όρκους. Νομίζουμε ανεξίτηλο το στίγμα μας, αλλά δεν είμαστε παρά ένα πούπουλο στο έλεος των μποφόρ”
Δυστυχώς χαρακτηριστικό γνώρισμα της μικρή μας κοινωνίας, μια επιφάνεια ίσα ίσα για να καλύψει με το χρώμα της αρεσκείας του καθενός, την αλήθεια. Μια επιφάνεια που κρατάει την ιστορία σε απόσταση για μεγάλα χρονικά διαστήματα από την πραγματικότητα. Όσοι προσπαθήσουν να σταθούν κριτικά μέσα στην κάψα των γεγονότων, θέτουν αυτόματα υποψηφιότητα για τη συμμετοχή τους στο τμήμα της εκλεκτής μειοψηφίας.
Σταδιακή επιδείνωση του καιρού. Όλο και χειρότερα… και για όλους εμάς, που κάνουμε μια σκέψη παραπάνω, ακόμα χειρότερα. “Και πώς να βρεις εφαρμογή σ’ αυτόν τον κόσμο. Το κακό είναι ότι όποιος δε μπορεί να αφομοιωθεί, να εξομοιωθεί να γίνει φωτοτυπία, τον απομακρύνει, τον αποκόπτει, τον ξερνάει. Όποιος κάνει μια σκέψη παραπάνω, όποιος διαφοροποιεί τον βηματισμό του, βρίσκεται εκτός”. Ας μαζευτούμε οι εκτός, μήπως και αλλάξουμε κάτι εντός...


Απλά, δεν πρόλαβα

«Μια φορά γεννιόμαστε, δεν γίνεται να γεννηθούμε δύο κι ούτε θα υπάρξουμε ξανά πια ποτέ, στον αιώνα τον άπαντα. Κι εσύ, χωρίς να' χεις το αύριο στο χέρι σου, αφήνεις τη χαρά για άλλοτε, και στο μεταξύ η ζωή - από αναβολή σε αναβολή - χάνεται κι ο θάνατος βρίσκει τον καθένα μας διαρκώς απασχολημένο»


Σοφά λόγια του Επίκουρου τα παραπάνω, μόνο που η απόσταση από την πράξη, φαντάζει αμέτρητη. Χριστούγεννα και δεν χιονίζει. Δεκέμβριος. Η μελαγχολία αναπόφευκτη και το παρελθόν σύμμαχος για αυτές τις ώρες, αυτό έμεινε, κάποιες μυρωδιές και κάποιες μουσικές, να μας θυμίζουν, εποχές ένδοξες. Α... και ο έρωτας, όπως τον αποθεώνει στα “Κέρματα” ο Οδυσσέας Ιωάννου.
... Τώρα κλοτσάω φύλλα. Και σε περιμένω το βράδυ. Θα ξανάρθεις με τη Σμύρνη σου καμένη και θα ξαναπροσφυγέψεις μπροστά από τον καθρέφτη, χτενίζοντας την κάπνα από τα μαλλιά σου. Ξέρεις τι θα 'θελα να σου πω; Πως ό,τι σου αρέσει, ό,τι αγαπάς, θα μπορούσα να είμαι εγώ. Απλά, δεν πρόλαβα να γίνω. Πως όσα σου έχουν πει διάφοροι ότι μπορούν να κάνουν για σένα, τα μπορώ κι εγώ. Απλά δεν τα σκέφτηκα πρώτος. Πως όποτε με περίμενες κι αργούσα, κλοτσούσα φύλλα. Και σ' αγαπούσα, ξερά και κίτρινα...
Κακή ηλικία η μεσαία, είναι και δεν είναι. Ένα πόδι μέσα ένα έξω, «αλλάξτε τον κόσμο, αλλά περιμένετε λίγο», «κάντε ότι νομίζετε αλλά δεν είναι σωστό έτσι», «εμείς δεν ανακατευόμαστε, αλλά προσέχετε μην το κάνετε έτσι».
Με μισόλογα κρύβουμε την ανασφάλεια μας και υπερασπιζόμαστε την ύπαρξη μας.

Που ξέρεις…. κάποτε…

Κλείνομαι μέσα. Ακόμη κι όταν είμαι έξω. Ακολουθώ με πίστη πλέον, ότι μπορεί να με απομακρύνει, από την κεντρική σκηνή, από τα φώτα, που φωτίζουν ετερόφωτους. Ανασαίνω λίγο πιο εκεί.

Για όσους αντλούν δύναμη από το μέλλον...Είμαστε στα τέλη του χρόνου, σε λίγες μέρες θα μπούμε στο 2023.
Από μόνος του ο χρόνος είναι ένας κύκλος. Ανοίγει και κλείνει, και σου δίνει την ευκαιρία, να σχεδιάσεις, να ταξιδέψεις και να ονειρευτείς. Είναι μια αφετηρία. Άλλωστε έχουν περάσει και τόσα πολλά χρόνια από την εποχή που γνωρίζαμε, ότι «είμαστε από ύλη που είναι φτιαγμένα τα όνειρα». Η ζωή είναι στο επόμενο βήμα, σου φανερώνεται σε τρεις ζωγραφιές, που σε νανουρίζουν, με αρώματα, σου επαναφέρει στη μνήμη όλα όσο έζησες. Τόσο πολλά, τόσα δυνατά, που τρομάζουνε το χρόνο.


Άνοιξα το παράθυρο, για να μ’ ακούσει το μέλλον: Τίναξα από τα μάτια μου τη χρυσόσκονη για να μπορέσω να δω και πίσω απ΄ τη βιτρίνα. Το ραδιόφωνο το βιολί του . Τι θέλεις Κυρία μου τέτοιες ώρες . Μη ξύνεις πληγές:
“Αχ μωρέ μ’ αυτά τα πιστεύω, μεγαλώσαμε και τώρα δεν βρίσκουμε καταφυγή πουθενά. Οι άγριες επαναστάσεις που ονειρευτήκαμε, όχι μόνον δεν έγιναν ποτέ, αλλά μας έκαναν και γραφικούς στις νεότερες γενιές, που έχουν μητρική γλώσσα τα αγγλικά κι ας τις στέλνουμε σ’ ελληνικά σχολεία. Ζουν για να βαριούνται, ξενυχτώντας άσκοπα στα κλαμπ. Κι εμείς μια φορά το μήνα σιδερώνουμε τις τρύπιες μας σημαίες και τις τυλίγουμε με καμφορά να μην τις φάει ο σκόρος, να μην τις φάει ο χρόνος, να μην τις φάει η λησμονιά. Που ξέρεις…. κάποτε… ενδεχομένως…. ένας χαρισματικός και γενναίος άνθρωπος να βρει το θάρρος και να ξεκινήσει την Ιστορία από την αρχή. Αλλιώς. Καλησπέρα σας.”
Αφήστε μας Κυρία μας στις ουτοπίες μας που ζωντανεύουν εδώ στο ανοιχτό παράθυρο.
Καλησπέρα σας. Που είχαμε μείνει;
“Τι να φταίει άραγε; Μπορεί να φταίει η μοίρα μας, που διαρκώς αναζητεί την δυστυχία, άλλωστε τα χωρίς λόγο δάκρυα, από το θάμπος του ήλιου, λίγες στιγμές μας τα χαρίζουν. Μπορεί να φταίει και εκείνο το παιδικό παιγνίδι του Θεού με τον πηλό. Μας έβαλε σε μπελάδες, έπαιξε με τα χώματα και αποκοιμήθηκε. Το αποτέλεσμα το ζούμε. Όταν ξύπνησε, ήταν αργά, αρκέστηκε σε μια ακόμη εντολή, την 13η ο Μωυσής αρνήθηκε να την ανακοινώσει. “ Μην παίζετε με τα χώματα” του είπε.
Η εποχή, μας θέλει καθιστούς και ακίνητους μπροστά στην τηλεόραση, μας θέλει αραχνιασμένους και κλινικά νεκρούς, να δουλεύουμε, να πληρώνουμε, να ψηφίζουμε. Μας θέλει με τις λιγότερες δυνατόν κινήσεις. Η ανάγκη θα μας οργανώσει και πάλι. Ο χρόνος θα κυλήσει στην ώρα του, θα αρχίσει να μετράει κανονικά και οι εικόνες θα έχουν διαπεραστικά χρώματα. Τον κρατάω τον χρόνο εδώ φυλακισμένο, μην αναλωθεί άσκοπα σε τούτο το βαθύγκριζο τοπίο.
Να σηκωθούμε επιτέλους όρθιοι να περπατήσουμε, αυτό από μόνο του σήμερα, αποτελεί πράξη αντίστασης, μπορεί βέβαια να μην είναι κατά της αρχής, σίγουρα όμως είναι κατά του τέλους μας.

Δεν μπορούμε να ανταμώσουμε…

Δύσκολες μέρες, χωρίς χρονικό ορίζοντα λήξης. Μόνες σταθερές η πρόσθεση και η αφαίρεση. Αφαίρεση ελαφρύνσεων και πρόσθεση βαρών. Εν τέλει μια διαρκής αφαίρεση ζωής.

Χριστούγεννα και πάλι. Τελευταίες μέρες και αυτού του χρόνου. Ωραία φεύγουν τα χρόνια και σε απελευθερώνουν από το βάρος τους, για να πάρουμε και την αισιόδοξη άποψη. Οι απολογισμοί είναι το πρόβλημα, γιατί όπως και να το κάνουμε, δεν πρέπει να κάνουμε ταμείο; Οι χρόνοι είναι κάθετες γραμμές που περικλείουν ότι θυμόμαστε και ότι μας αρέσει, ακόμα και αυτά που μας πληγώνουν αλλά που χρειάζεται που και που να μπαίνουν στα έξοδα για να βγαίνει το υπόλοιπο χωρίς χρέη.


Στα καθ’ ημάς Τι εμμονή και αυτή των ανθρώπων, στο παρελθόν και στις οικείες καταστάσεις.
Το έγραψα στην ανατολή του χρόνου, το επαναφέρω και στη δύση, η διχόνοια καλά κρατεί... Δεν είναι μόνο πολιτικά τα αίτια ή ταξικά, για την έντονη αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει στο νησί μας. Στο έδαφος της πολιτικής διαφωνίας, βλασταίνουν πλέον εσωτερικά πάθη, πείσματα, συναισθηματικές και πνευματικές ανεπάρκειες, φοβίες, ματαιώσεις. Οι εστίες του πολέμου είναι διάσπαρτες σε όλο το κοινωνικό φάσμα και δεν ξέρεις πλέον από που να φυλαχτείς. Δεξιοί στα μαχαίρια με δεξιούς, αριστεροί με αριστερούς, και χιαστί.
“Οι συγκρούσεις ξεσπούν με αφορμή έναν φαινομενικά αδύναμο σπινθήρα: ξεκινούν σαν διαφορά επιχειρήματος, προσέγγισης ή και ιδεολογίας, και φουντώνουν, ανοίγονται χαράδρες απλησίαστες”. Η διχόνοια, όπως την περιγράφει ο Διονύσιος Σολωμός:
«Η Διχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή καθενός χαμογελάει, ‘πάρ’ το’, λέγοντας, ‘και συ’»
“Γίναμε μια κοινωνία απειλούμενων ατόμων.” όπως γράφει ο Νίκος Ξυδάκης. “Η εύκολη οδός για τον πληττόμενο, τον απειλούμενο, τον φοβισμένο, είναι η οδός της ατομικής διάσωσης παντί τρόπω. Μιθριδατισμός στον πόνο του άλλου, η αδυναμία ή και άρνηση κατανόησης της διαφορετικής γνώμης, της άλλης στάσης”. Δυστυχώς από τη βολή του καναπέ, από τις υποχρεώσεις που μας φόρτωσαν, από τους φίλους που δεν έχουμε, από τους προγραμματισμούς για μια μίζερη ζωή, από το χρόνο που κλέψαμε πιστεύοντας ότι μπορούμε να τον πληρώσουμε… υπάρχει χάσμα αξεπέραστο.
Είναι αυτό το χάσμα που απομακρύνει την αλληλεγγύη των γενεών και κόβει απότομα μια αλληλουχία. Την κληρονομιά την ξοδέψαμε στα χρηματιστήρια και στο ευ ζην. Ξεπουλήσαμε την ψυχή μας στο διάολο και τώρα ο δρόμος, εκεί που γίνονται οι συναντήσεις, φαντάζει γκρεμός. Δεν μπορούμε πλέον να μπούμε στην παρέα. Δεν μπορούμε να ανταμώσουμε…
Τίποτα δεν έχουμε διδαχτεί τελικά, ο εμφύλιος σ’ αυτή τη χώρα φαίνεται πως δεν θα τελειώσει ποτέ...

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...