Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Οι γερμανοί ξανάρχονται

Και να ήθελα δεν θα μπορούσα. Συγνώμη που σας χαλάω το Σαββατοκύριακο επιστρατεύοντας το βαρύ οπλισμό της απογοήτευσης μου, όμως η επικαιρότητα δεν μου δίνει κανένα περιθώριο για αισιοδοξία.
Αύξηση του χρόνου εργασίας, μείωση των μισθών, αύξηση της ανεργίας, αύξηση της φορολογίας, αύξηση των βασικών προϊόντων διαβίωσης, αύξηση της βενζίνης, αύξηση του πετρελαίου θέρμανσης. Ένα ποτάμι που μας πνίγει και εμείς με σταυρωμένα τα χέρια περιμένουμε. Τι περιμένουμε; Αδιευκρίνιστο.
Έχουμε γερμανική κατοχή, δεν υπάρχει αμφιβολία. Τον τρίτο παγκόσμιο σήμερα τον ζούμε και πάλι με τους γερμανούς
Τις ευκολίες που απαιτήσαμε, θα τις πληρώσουμε ακριβά. Καταφεύγουμε στην ανακύκλωση, κάνοντας σβούρες γύρω από τον εαυτό μας. Δεν αφήνουμε πλέον τα πράγματα να γεράσουν, τα συνθλίβουμε, τα κομποστοποιούμε. Σβήνουμε τα σημάδια της εποχής μας, παραδίδοντας λευκές κόλλες αναφοράς στην ιστορία.

Πράγματι είναι πιο εύκολα όλα, πιο εύπεπτα. Το σύνθημα, όλο και περισσότεροι στην κατανάλωση, όλο και λιγότεροι στην δημιουργία υπερισχύει. Το κακό είναι ότι από τη μια συμμετέχουμε στην κατανάλωση, και από την άλλη θρηνούμε τη φύση.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Ο 3ος παγκόσμιος βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν έχει σχέση με τους προηγουμένους που περιγράφει η ιστορία, αυτός θα μας αφανίσει και κανείς δεν θα το μάθει. Δεν έχει ομαδικές εκτελέσεις, κρεματόρια, στρατόπεδα συγκέντρωσης, αυτά δειγματοληπτικά, για περιοχές που δεν βλέπουν τηλεόραση. Έχει εκατομμύρια αυτοκίνητα, προϊόντα μιας χρήσης, δημοσκοπήσεις, διαφημίσεις, μπαζωμένα ρέματα, οικοπεδοποιήσεις, δασικών εκστάσεων, χρηματιστήρια, πιστωτικές κάρτες, δάνεια. Έχει λιωμένους πάγους, φαινόμενα θερμοκηπίου τρύπα του όζοντος. Μην ξεχάσω τα κλιματιστικά και τα κινητά.
«Τώρα που οι παλάμες των ανθρώπων έχουν οθόνη και πληκτρολόγιο, πεθάνανε τα χάδια, τελείωσαν οι αγκαλιές»
Το τέλος του πολέμου θα μας βρει στο καναπέ, απέναντι από την μικρή οθόνη. Ζωντανούς ή πεθαμένους δεν έχει και μεγάλη διάφορα.

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Το πράσινο έγινε κίτρινο

«Το έβαλε ο θεός», οι αιώνια ερωτευμένοι με τη μαγεία του ποδοσφαίρου ξέρουν ότι υπάρχει, αγνή, ολοζώντανη, στρογγυλή, απρόβλεπτη, όσο η εικόνα του χθεσινού παιγνιδιού, ΑΕΚ - Παναθηναϊκού, για το Κύπελλο Ελλάδος. Είχαν συμπληρωθεί τα λεπτά της καθυστερήσεως, ένα φάουλ από το κέντρο του γηπέδου και η μπάλα πεφταστέρι, λάμπει ψηλά στον ουρανό, διαγράφει μια καμπύλη τροχιά και χάνεται στο βάθος της εστίας του τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού. Το πράσινο έγινε κίτρινο στα πρόσωπο των παικτών και του φιλάθλων του τριφυλλιού. Η Απογοήτευση των Αεκτζήδων, σε κλάσματα δευτερόλεπτου έγινε πανηγύρι. Η μπάλα καταργεί κάθε νόμο των πιθανοτήτων και στέλνει την ΑΕΚ στους τέσσερις του κυπέλλου Ελλάδος Αυτή είναι η δύναμη του ποδοσφαίρου. Αυτή είναι η δύναμη του παιγνιδιού, όπως θέλουμε εμείς να το βλέπουμε.

«Πριν από εφτακόσια χρόνια» γράφει ο Νίκος Μπογιόπουλος «ο Εδουάρδος B’, o βασιλιάς της Aγγλίας, την έθεσε εκτός νόμου. Ο Σαίξπηρ τη διακωμώδησε. Οι «διανοούμενοι» της επιτέθηκαν με μίσος. Αλλά, παρ’ όλες τις διώξεις και τις προσβολές, η Αυτού Εξοχότητα η «μπάλα» νίκησε! Οι υπήκοοι της αυτοκρατορίας του ποδοσφαίρου ξεπερνούν το άθροισμα των υπηκόων του Μεγαλέξανδου, του Τζένγκινς Χαν και του Ταμερλάνου. Στον πλανήτη του 21ου αιώνα είναι πια βέβαιο: Οι φιλόσοφοι, αν θέλουν να είναι συνεπείς με την αρχή του Περικλή «φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας», όταν μιλούν για το ποδόσφαιρο, πρέπει πλέον να έχουν στοιχειώδη επίγνωση της σοβαρότητας του θέματος»
Ίσως να μην ταιριάζει στο ύφος της στήλης η αναφορά στο παραπάνω γεγονός, συγχωρείστε με, για λίγες ώρες ακόμα δεν θέλω να ξυπνήσω.
Παρακολουθώ ποδόσφαιρο με δόση φανατισμού, ζω τον αγώνα με ένταση και πάθος. Πιστεύω πως μόνο με αυτά τα στοιχεία έχει ενδιαφέρον να παρακολουθείς αυτό το ομαδικό άθλημα.
Τα αποτελέσματα του κάθε αγώνα της ομάδος μου, επηρεάζει άμεσα τη διάθεση μου και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό. Πίκρες και χαρές εναλλάσσονται σε μια μετάγγιση ζωής.
Η κρισιμότητα του χθεσινού αγώνα η πρόκριση με τον τρόπο που επιτεύχθηκε,
μου δημιούργησε τόση ψυχική εφορία, που σήμερα νοιώθω την ανάγκη να την καταθέσω. Αλώστε εμείς οι « φανατικοι» ύστερα από τέτοιες νίκες δεν έχουμε μυαλό να γράψουμε τίποτα άλλο…

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Μας πειράζει η ντουντούκα;

Όταν το τυπικό της υπόθεσης, επιχειρεί να υπερκεράσει την ουσία, τότε πρέπει να ανησυχούμε. Σε μια χώρα παραδομένη στους δανειστές της. Σε μια κατ’ επίφαση δημοκρατία, αφού οι όποιες αποφάσεις, δεν αντιπροσωπεύουν, τη λαϊκή βούληση, αλλά υπαγορεύονται από ξένα κέντρα… Μας πειράζει η ντουντούκα; Μας πειράζει η αντίδραση για την δραματική κατάσταση στην παιδεία, που αντιμετωπίζεται σαν να μην υπάρχει; Μας πειράζει η απεργία των φαρμακοποιιών και των εργαζόμενων στα μέσα μαζικής συγκοινωνίας και δεν μας πειράζει, που ο κόσμος μένει απαθής και δεν βγαίνει μαζικά στους δρόμους, όπως στην Αίγυπτο, να δείξει την αντίδραση του, σε αυτό το καταπιεστικό καθεστώς που βιώνει η χώρα;
Το χειρότερο δεν είναι κάποιες φωνές αντίδρασης, αυτές πάντα θα υπάρχουν. Το χειρότερα είναι ο εθισμός στο άδικο. Και είναι άδικο προβλήματα ζωτικής σημασίας να περιμένουν την σειρά τους. Είναι άδικο ο τύπος να προηγείται της ουσίας. Είναι άδικο την ετοιμοθάνατη παιδεία να την αφήνουμε να περιμένει.
«Γι’ αυτό» υποστηρίζει ο κ. Ν. Δήμου «πολλοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί αποφασίζουν να ακολουθήσουν ό,τι δεν μπορούν να πολεμήσουν».

Έτσι αυτός ο ταλαιπωρημένος Λαός, ενισχύεται στο παραλήρημα του. Αντί να έχει απέναντί του νηφάλιους, διαυγείς, λογικούς δασκάλους, που να τον βοηθήσουν να ξεχωρίσει την αλήθεια από το μύθο, βρίσκεται μπροστά σε παραμυθάδες οι οποίοι τον ταΐζουν το ναρκωτικό, που επιτείνει την εξάρτηση του.
«Φταίτε και εσείς οι δημοσιογράφοι για όλο αυτό το μπάχαλο», μου έγραψε πρόσφατα ένας αναγνώστης. Φταίνε κάποιοι δημοσιογράφοι, που είναι βασιλικότεροι του βασιλέως, είναι απάντηση. Φταίει και ένα κομμάτι του λαού που νομιμοποιεί την πρακτική τους και την επιβραβεύει, υπάρχει όμως και ένας άλλος Λαός, που οργίζεται μα τα έργα τους, ή νοιώθει ακόμα και ντροπή.
Όταν η κοινωνική συνοχή είναι απούσα, και η αντίδραση δεν εκπορεύεται από τα γενικότερα συμφέροντα ενός Λαού, είναι προφανές ότι δεν θα λείψουν τέτοια λυπηρά φαινόμενα. Φαινόμενα που διαπερνούν όχι μόνο το χώρο των Μ.Μ.Ε και της πολιτικής αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας.

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Μια δεύτερη ανάγνωση

Το 1991 είχα διαβάσει ένα βιβλίο υπό τον τίτλο «Ο δήμιος του ερωτά». Το αγόρασα, τότε για το σεξουαλικό του περιεχόμενο, με ενθουσίασε και ακόμα το μνημονεύω.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια. «Το τείχος έπεσε, η Σοβιετική Ένωση έγινε κομμάτια, η λωρίδα της Γάζας και το Κυπριακό δεσμός γόρδιος, η Αίγυπτος οσονούπω αλλάζει σελίδα, οι μεγάλοι έρωτες πια ντεμοντέ, οι ιδεολογίες «φούσκα» στο χρηματιστήριο, ο Θεός ανέβηκε ακόμα πιο ψηλά, κι εγώ δεν αισθάνομαι καθόλου καλά τώρα τελευταία. Να είναι «τα δεδομένα της ύπαρξης», που ούτως ή άλλως όλοι κάποια στιγμή αντιμετωπίζουμε; Να ’ναι η παράδοξη και σχιζοφρενής εποχή που μεγαλώνει τις ρωγμές εντός μας; Το αναπόφευκτο του θανάτου; Η φτηνή ανθρώπινη ζωή; Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία; Η έλλειψη νοήματος; Ζούμε σε καταθλιπτική εποχή. Όλοι το αναγνωρίζουν. Και ο Αλμπέρτ Καμύ όταν έγραφε τον «Μύθο του Σίσυφου», πρώτος, το είχε διαγνώσει: Ο εικοστός αιώνας είναι ο αιώνας του άγχους. Κι ο εικοστός πρώτος, θα είναι ο αιώνας της κατάθλιψης. Όλα μάταια. Τα πάντα ματαιότης, που λέει και ο Ευαγγελιστής. Κατά συνέπεια, δεν είναι καθόλου κανείς να απορεί για το πως εισέβαλε στη ζωή μας ο Ιρβιν Γιάλομ.

Πλάτη με πλάτη με τις συνωμοσιολογίες του Νταν Μπράουν, στα ίδια ράφια με τον ανακουφιστικό Κοέλο, στις ίδιες ευπώλητες προθήκες με τον Ιούδα που φιλά καλά, τις Μάγισσες που μας βοηθούν να κάνουμε την τύχη μας, στην ίδια συλλογιστική του «με ένα βιβλίο ξεχνιέμαι». Πρόκειται εξάλλου περί ιδιοφυούς ατόμου. Αλληγορικός σαν Χριστός, ειλικρινής και αποκαλυπτικός σαν άνθρωπος γενναίος, παντογνώστης και ελεήμων σαν Θεός, παρηγορητικός σαν τη μάνα μας , καλός δάσκαλος, με αυτές τις ιστορίες διδάσκει τους φοιτητές του, και ακόμα καλύτερος συγγραφέας. Κατορθώνοντας να μετατρέψει σε γρίφο και θρίλερ την άβυσσο της ψυχής μας. Και το σημαντικότερο; Όλα δείχνουν ότι γνωρίζει καλά ο ίδιος τον μίτο. Του λαβυρίνθου που όλοι μας θα διαβούμε, το θελήσουμε ή δεν το θελήσουμε, κάποια στιγμή»
Χρειάστηκε να περάσουν 19 χρόνια για, να συνδέσω τον γνωστό πλέον Γιάλομ, από το «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» και «Στο ντιβάνι», με τον «Δήμιο του έρωτα», υπεύθυνη η βιβλιοκριτικός φίλη που φροντίζει κάθε τόσο να με ενημερώνει.
Το εν λόγω, βιβλίο έχει χαθεί από την βιβλιοθήκη, θα πάω αύριο να το αγοράσω και να το ξαναδιαβάσω, όχι πλέον για το σεξουαλικό του περιεχόμενο, από περιέργεια για το τι είναι αυτό που οδηγεί τον κόσμο στο ντιβάνι. «ο δήμιος του έρωτα» και μακάρι να αισθανθείτε όπως εγώ πριν 19 χρόνια.

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Πώς να γράψω χρονογράφημα;

Για χρονογράφημα ξεκίνησα, πολύ γρήγορα όμως τα παράτησα. Το απελευθέρωσα από τη φόρμα, του έλυσα τα δεσμά από τα στενά όρια του νησιού. Το απέτρεψα από κακές παρέες με τους πρωταγωνιστές της τοπικής πραγματικότητας, που ειλικρινά καθόλου δεν εμπνέουν. «Ένα ελεύθερο θέμα για σήμερα», όπως μας έλεγαν στο σχολείο, ανάλογα τη διάθεση και τα ερεθίσματα από το παγκόσμιο χωριό και πάνω απ’ αυτό. Αυτό προσπαθώ κάθε μέρα, ικανοποιώντας πρωτίστως το δικό μου «θέλω να τα πω» με την ελπίδα πάντα, πως ίσως κάπου συναντήσω κάποιους της παρέας. Γιατί, στην πραγματικότητα, το χρονογράφημα είναι η γέφυρα που περνά πάνω από την ξεραΐλα της βιασύνης, της προχειρότητας, της αδιαφορίας και ελαφρότητας που συχνά χαρακτηρίζει την είδηση, το καθημερινό ρεπορτάζ, το πολιτικό άρθρο και καταλήγει στο πιο πλούσιο πνευματικό έδαφος της ευρηματικότητας, της ενδελέχειας, της βραδύτητας, της φαντασίας - σε ό,τι δηλαδή αγγίζει τη λογοτεχνία.

«Όμως το χρονογράφημα», όπως λέει ένας βραβευμένος χρονογράφος «αντίθετα από τη συμβατική, την «πραγματική» λογοτεχνία, είναι μια λογοτεχνία που δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου, είναι η λογοτεχνία που γράφεται κυριολεκτικά στο πόδι, είναι η λογοτεχνία των γεγονότων που συμβαίνουν και όχι των γεγονότων που συνέβησαν, είναι η λογοτεχνία κάποιου βάθους, πάνω στην επιφάνεια. Το χρονογράφημα σε μιαν εφημερίδα επιβραδύνει το βιαστικό, ξεκαθαρίζει το νεφελώδες, επιμηκύνει τη ζωή του θνησιγενούς. Είναι το μαύρο πρόβατο της εφημερίδας, που δεν ταιριάζει στο εφήμερο πνεύμα της. Ενώ όλα τα άλλα κομμάτια της αποδέχονται τη θνητότητά τους και πεθαίνουν με ευχαρίστηση την επομένη, το χρονογράφημα θέλει να ζήσει μια μέρα, ένα μήνα, ένα χρόνο πιο πολύ».
Πως όμως να γράψει κανείς χρονογράφημα, όταν οι ήρωες της τοπικής επικαιρότητας, δεν βγάζουν ούτε γέλιο ούτε δάκρυ; Άχρωμοι και άοσμοι ζώντες οργανισμοί, που δεν δίνουν καμία ευκαιρία στον γράφοντα να ασχοληθεί μαζί τους.
Δεν υπάρχει η πρώτη ύλη σε αυτόν εδώ το τόπο, τα γεγονότα είναι μια συνεχής επανάληψη και οι πρωταγωνιστές προϊόντα μιας χρήσεως, παρά ταύτα ξαναχρησιμοποιούνται.
Πώς να γράψω χρονογράφημα μέσα στην απραξία στο στείρο πολιτικό λόγο, σε ένα περιβάλλον απλής διαχείρισης και μάλιστα κακοδιαχείρισης των πραγμάτων;
Γι’ αυτό ένα ελεύθερο θέμα κάθε μέρα, που δεν χωράει σε καλούπια, που ταξιδεύει επί τόπου για να μπορεί να αναπνέει, που σκάβει με τα νύχια για να περάσει λίγα εκατοστά την επιφάνεια, για να μπορεί να ζήσει.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...