Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Για να είσαι ζωντανός δε φτάνει μόνο ν’ ανασαίνεις

Η ζέστη και η υγρασία επιβαρύνουν την αναζήτηση. Αιτιολογίες για το κενό, δικαιολογίες για το τίποτα. Κουράστηκα. Χωρίς να το επιδιώκω, συμβάλλω και εγώ πολλές φορές, στη μιζέρια που μας χαρακτηρίζει και εκφράζεται με αυτήν την απίστευτη γρίνια της καθημερινότητας μας. Βεβαίως και το ψάρι βρομάει από το κεφάλι. Και είναι τόσο μεγάλο το ψάρι που φτάνει μέχρι τη χώρα που ανακάλυψε ο Κολόμπο, δεν ξέρω αν πρέπει να τον ευγνωμονούμε γι’ αυτό, όμως και εμείς εδώ στην ουρά τι κάνουμε; Περιμένουμε και μουρμουρίζουμε σαν αριστεροί ψαλτές που κρατούν το «ίσο». Γκρινιάζουμε με όλα, ακόμα και με αυτά, που η δική μας συμμετοχή είναι καθοριστική.
Δεν έχω καμία αμφιβολία, όσο η αποχή, η ανοχή, η απάθεια, η αδιαφορία θα συνεχίζονται, τόσο θα μεγαλώνει η απόσταση, με την εξουσία να εξουσιάζει και όχι να υπηρετεί και το λαό να σχολιάζει.
Δυστυχώς δημιουργούμε νέα δεδομένα και το χειρότερο μια νοοτροπία αγοράς που περνά σιγά σιγά και στις νέες γενιές.
Ζούμε μια περίοδο σκιάς, ανίκανοι να σκεφτούμε το κακό που μας συμβαίνει και το μεγαλύτερο που ακολουθεί.

Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι ο λαός έχει διαχωρίσει εδώ και καιρό τη θέση του και μπορεί να αποκαλείτε κυρίαρχος, αυτό όμως δεν προκύπτει από καμία διαδικασία. Η εξουσία, νομιμοποιημένη από κανόνες που έχει αυτή ορίσει, κινείτε σε αντίθετη κατεύθυνση υπερασπιζόμενη τα δικά της ζωτικά συμφέροντα.
Ζούμε μια περίοδο σκιάς και θα συνεχίσουμε. Θα συνεχίσουμε να ζούμε στο σκοτάδι όσο ο λαός αρκείτε στο σχολιασμό και δεν συμμετέχει στις διαδικασίες.
«Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.
Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του, να αποφύγει τις εχεφρονες συμβουλές.
Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής». Πάμπλο Νερούδα

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Στην αναμονή της επόμενης λέξης

Σήμερα σκόρπια αποσπάσματα, περασμένα και τωρινά, χωρίς σειρά όπως έρχονται στο άγρυπνο μυαλό μου…
Δεν έχει νόημα η συνέχεια, υπερτίμηση χωρίς αντίκρισμα. Και η οργή, που πολλές φορές με παρασέρνει εξανεμίζεται την επόμενη, όταν το μέγεθος φαντάζει δυσανάλογο.
«Όπως κάποιοι, εργάζονται από πλήξη, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω. Στην ονειροπόληση, στην οποία χάνεται με τρόπο εντελώς φυσικό όποιος δεν σκέφτεται, εγώ χάνομαι γραπτώς, γιατί ξέρω να ονειρεύομαι σε πρόζα. Και υπάρχει πολύ ειλικρινές συναίσθημα, πολλή νόμιμη συγκίνηση που δοκιμάζω επειδή δεν αισθάνομαι.
Υπάρχουν στιγμές που η κενότητα, του να νοιώθεις πως ζεις, αγγίζει την πυκνότητα κάποιου πράγματος θετικού…» Από το «βιβλίο της ανησυχίας» του Πεσσόα και πώς να μείνεις απαθείς. Αυτά ήθελα να σας πω και εγώ απόψε, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω. Όχι, δεν γράφω από υποχρέωση. Στην αναμονή της επόμενης λέξης, ανακαλύπτω.

«Χωρίς βουλή χωρίς Θεό» που λέει και ο Σαββόπουλος, μελοποιώντας έτσι την αταξία του νου του και δίνοντας με αυτόν τον τρόπο διάσταση στις σκέψεις, που ξεπερνούσαν το εφήμερο του παρόντος του.
«Σαν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δεν θα μας περιμένει».
«Γράφω καθυστερώντας τις λέξεις, Λέξεις μάταιες, χαμένες, μεταφορές ασύνδετες, που μια ακαθόριστη αγωνία αλυσοδένει σε σκιές… Λείψανα καλύτερων στιγμών, βιωμένα στο βάθος κάποιων δενδροστοιχιών … Λάμπα σβησμένη που ο χρυσός της λάμπει στο σκοτάδι, χάρη στη μνήμη του φωτός που χάθηκε… Λέξεις που αφέθηκαν, όχι στον άνεμο, αλλά στο έδαφος, από τα δάκτυλα που δεν τις έσφιγγαν, σαν φύλλα ξερά που είχαν πέσει σ’ αυτά από κάποιο δέντρο αόρατα ακαθόριστο…». Γράφω γιατί δεν έχει νόημα να πω, κανείς δεν θα με ακούσει. Γράφω για να μπορώ να ονειρευτώ απόψε άλλους προορισμούς.

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Στα συσσίτια της ανεργίας

Ουρές σχηματίζονται αυτές τις μέρες στο υπόγειο του Δημαρχείου, για μια πεντάμηνη σύμβαση εργασίας.
Νέοι άνθρωποι πτυχιούχοι, μαζί με μεσήλικες λίγο πριν την συνταξιοδότηση, λένε Ναι, σε όλες τις ειδικότητες που ζητάει η προκήρυξη, προκείμενου να εξασφαλίσουν μια πρόσκαιρη θέση εργασίας.
Η σημερινή εικόνα μου θύμισε κατοχικό συσσίτιο. Στην ουρά για μια μικρή μερίδα εργασίας, όπως ένα πιάτο φαΐ.
Το ποσοστό των πολιτών που στερούνται παντελώς εργασίας «σκαρφάλωσε» στο 22,6% κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, έναντι 20,7% του τελευταίου τριμήνου του 2011 και 15,9% του αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του περσινού έτους. Σε απόλυτα μεγέθη, οι άνεργοι του πρώτου τριμήνου του 2012 ανήλθαν σε 1.120.097 και των απασχολούμενων σε 3.837.950 άτομα.
Μπορεί οι αριθμοί, να αποτυπώνουν επακριβώς τα μεγέθη, το βλέμμα όμως της αγωνίας, της απελπισίας, της αγανάκτησης, του πόνου και του φόβου, πως;

Πίσω από τις στατιστικές και τους ψυχρούς υπολογισμούς, υπάρχει ένας αγνοούμενος, ένα άνθρωπος, μια οικογένεια, μια μικρή τραγωδία.
Ο Άνεργος δεν είναι ένα άτομο που έχει χάσει τη δουλειά του. Είναι ένα άτομο που έχει χάσει την ταυτότητά του. Έχει χάσει το χρόνο και τον τόπο, την οικογένειά του, τη ζωή, τον εαυτό του. Έχει χάσει την αυτοεκτίμηση, τον αυτοσεβασμό, την αξιοπρέπειά του.
Ένας άνεργος δεν είναι κάποιος που ψάχνει για δουλειά, είναι κάποιος που ψάχνει για στηρίγματα επιβίωσης. Γι αυτό λοιπόν αυτές τις ώρες που γινόμαστε μάρτυρες τραγικών καταστάσεων, ας δείξουμε το δέοντα σεβασμό απέναντι σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη, βοηθώντας με όποιο τρόπο μπορούμε, σε μια προσπάθεια να απαλύνουμε τον πόνο, που δημιουργεί ο εκφυλισμός του καπιταλιστικού συστήματος. Το πάλαι ποτέ πελατειακό κράτος, το κατάργησε η ανάγκη δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια συναλλαγής.

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Στη Δύση ο πιο γνήσιος εαυτός μας

«Όλοι γυρίζουν κάποτε σε ένα νησί σε μια γυναίκα, στο ανέφικτο… στην κοιλιά της μάνας τους, στα σπλάχνα της γης, στην μόνη αληθινή μοναξιά τους …» , έγραφε στο υστερόγραφο ενός παλαιοτέρου κειμένου, η παντοτινή μου φίλη Ελένη.
«Η ανάγκη το θέλει να έχουμε διπλή ζωή μες στη ζωή μας, διπλό αίμα μέσα στις
καρδιές μας, η χαρά χέρι χέρι με τον πόνο, το γέλιο χέρι χέρι με τους ίσκιους, δυο άλογα στον ίδιο ζυγό, τραβώντας καθένα κατά τη μεριά του, καλπάζοντας ξέφρενα». Κάτω από τον ίδιο ζυγό τα άλογα εξυπηρετούν εν τέλει τον ίδιο σκοπό με αποτέλεσμα Δύση και Ανατολή να κρατούν ανέπαφες τις θέσεις τους.
«Η ανάγκη το θέλει…»
Κι άντε εσύ μες στην ανάγκη σου, να καταλάβεις την ανάγκη. Το μόνο που καταλαβαίνεις είναι ότι όταν τον άλλον τον χρειάζεσαι αυτός λείπει.
Γι αυτό τα αισθάνεσαι συνεχώς εκείνα τα ξέφρενα άλογα που τρέχουν συνήθως το ένα στην ανατολή, το άλλο στη δύση. Στην ανατολή η αποδοχή των άλλων, η ηθική και τα πρέπει σου, οι εντολές κι η χαρά των γονιών σου. Στη δύση οι αγάπες σου και οι επιθυμίες σου. Ο σκοτεινός αλλά πιο γνήσιος εαυτός σου.

Για να ξορκίσουν το κακό στο ταξίδι του σκοπού, του νόστου και της ουτοπίας στην Ιθάκη, έναν αμαρτωλό τον είπαν αναμάρτητο. Την Πηνελόπη την είπαν πιστή και υπομονετική και ας μετρούσε αρμαθιές τους μνηστήρες.
Και όσο για τον μεγάλο βασιλιά, τον Οδυσσέα, όλα του τα συγχώρησαν, και τα παιδιά που έκανε με την Κίρκη τη Ναυσικά την Καλυψώ… Μέτρησε μόνο το ότι γύρισε.
Μα σε τελική βάση όλοι γυρίζουν, συνήθως δεν είναι για την Πηνελόπη τους, αλλά για κείνα τα δυο ξέφρενα άλογα. Γιατί η ανάγκη το θέλει να έχουμε διπλή ζωή με στη ζωή μας, αίμα διπλό μες στην καρδιές μας. η χαρά μας χεράκι χεράκι με τον πόνο και το γέλιο αγκαλιασμένο με τους ίσκιους.
Ο μόνος κερδισμένος είναι απών. Γιατί δεν φθάρηκε. Όλα τελειώνουν κάποτε και ο μοναδικός χαμένος, πάλι ο απών. Διότι εν τέλει δεν πρόλαβε δεν έζησε δεν χάρηκε.
Μοναδική επιλογή, ζωή ή ουτοπία. Ούτως η άλλως χάνεις δηλαδή.
Γιατί η ανάγκη το θέλει…»

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Θα ονειρευτούμε, ή θα φοβηθούμε το Όνειρο...

Δεν θα γράψω σήμερα για τα 19 χρόνια που κλείνει, η εφημερίδα. Θα γράψω του χρόνου, για τα 20!
Επι τη επετείω κείμενο χρόνου και πόθου, για κάποιους που κρατάνε τις στιγμές πολύτιμα φυλακτά. Για εκείνα που δεν έγιναν, επι τη επετείω, των όσων τελικά έχουν συμβεί. Γιατί σε μια απίθανη ζωή, όλα είναι πιθανά. Και η μεγάλη μάχη είναι μονάχα με το χρόνο.
Πέρασε ένας χρόνος. Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, «Χρονίσαμε ! καλώς εχόντων των πραγμάτων, εξάλλου όλα χρονίζουν, Ακόμα και εν δυνάμει, όσα στο μεταξύ σταματούν. Γιατί όλα όσα είναι πια έτσι, θα μπορούσανε κάλλιστα να ήταν κι αλλιώς», έγραφε η φίλη μου Ελένη Γκίκα.

Επιλογές δόξα τω Θεώ, μας δίνει η ζωή ακόμα και στον ύπνο μας. Θα ονειρευτούμε απόψε ή θα φοβηθούμε το όνειρο; Η βασική επιλογή άλλωστε είναι : «το όνειρο» ή «ο προσγειωμένος ρεαλισμός|», στο φινάλε μετράμε τα κέρδη και τις ζημιές, τόσα για το Όνειρο και άλλα τόσα για το θαύμα, βάλε και την αυτοθυσία, γράψε και τον συμβιβασμό, μέτρησε και τον φόβο, αφαίρεσε την ελπίδα, πολλαπλασίασε την με τις στιγμές που ζήσαμε, διαίρεσε με τις χαμένες. Μια η άλλη. Ο εαυτός μας ξανά, σε μια ισορροπία εύθραυστη και προσποιούμενη και με την θεωρία πάντοτε στο τσεπάκι, να ντύνει την πράξη, να μας δικαιολογεί τα βήματα. Που δεν μετρήσαμε και τα κάναμε. Που όλα τα λογαριάσαμε, φοβηθήκαμε τελικά και δεν τα κάναμε Μια η άλλη! Κι η ανεκπλήρωτη εκδοχή που χρονίζει και εκείνη στο χαρτί, πράξη εν δυνάμει, γιατί είναι και η θεωρία συμπυκνωμένη πράξη.
Μεταξύ φωτιάς και πάγου, ο μόνος χαμένος τελικά, είναι αυτός που δεν μπόρεσε να τα ζήσει και τα δύο.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...