Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Αυγούστου 9, 2020

Επιτέλους ξημέρωσε

Εικόνα
Έντεκα Αυγούστου 2020, ποτέ δεν θυμάμαι τόσα μαζεμένα: Κορωνοϊός σε έξαρση, οι Τούρκοι απειλούν. Καιρικά φαινόμενα ακραία πνίγουν ανθρώπους. Οικονομική κρίση ραγδαία επιδείνωση και οι προβλέψεις στάνταρ καταστροφή . Όχι δεν τα ξεπερνάω δεν ξεπερνιούνται άλλωστε, τα βάζω μπροστά και προσπαθώ να πάρω ανάσες. Άνοιξα τις ερωτικές επιστολές του Σεφέρη στη Μαρώ «Φοβούμαι μ ήπως συνηθίσω έτσι πάντα από μακριά να σ αγαπώ» της γράφει, εκφράζοντας παράλληλα το παράπονό του «Ένα πράγμα με πείραξε, με πλήγωσε βαθιά μέσα στο γράμμα σου. Πώς μπόρεσες, έπειτα από τόση αγάπη, να αισθανθείς ξαφνικά μόνη σου.” Συνέχισα με τον Τάσο Λειβαδίτη «Και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι και δεν παίρνει τίποτα ὁ ένας απ᾿ τον άλλο. Γιατί ὁ έρωτας είναι ὁ πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν Γιατί οι άνθρωποι, ζουν από τη στιγμή που βρίσκουν μια θέση στη ζωή των άλλων». Μήπως τελικά είμαστε φτιαγμένοι για να πολεμάμε κόντρα στις ροές και όχι να τις ακολουθούμε; Άνοιξα το ραδιόφωνο αυτές, τις πρώτες πρωινές ώρες δεν φλ...

Να μην παραδώσουμε χαλάσματα…

Εικόνα
Μπορούμε να σκεφτούμε τους εαυτούς μας σήμερα, σε υλικοτεχνικό περιβάλλον του ’60, του ’70, του ’80; Δεν μπορούμε. Είμαστε το παρόν μας. Το παρελθόν, ακόμη κι αν το κρατάμε στη μνήμη μας, είναι στάχτη. Το έγραψα παλαιότερα. Θα μου πείτε εν μέσω πανδημίας, που η αγορά στενάζει, βρήκες να μας τα θυμίσεις. Τώρα είναι η ώρα η καλή, που το μυαλό έχει λίγο χρόνο να αναρ ωτηθεί. "Δεν θέλουμε μια πόλη νεκροταφείο. Θέλουμε μια πόλη του 2020 για να μην πω του 2030. Μία πόλη σύγχρονη, ζωντανή, βιώσιμη, φιλική για τους κατοίκους της και για τους επισκέπτες. Μια πόλη καθαρή, και γι΄ αυτό πρέπει να φροντίσουμε όλοι, από το Δήμο πρωτίστως, μέχρι τον τελευταίο πολίτη. Δεν θέλουμε τη πόλη στα χέρια των νταβατζήδων αλλά των κατοίκων της. Θέλουμε και μπαρ και καφέ και φαγάδικα και τραπεζάκια έξω. Δεν θέλουμε όμως αυτός που έχει άδεια για δέκα τραπέζια να βγάζει εκατό και να εκμεταλλεύεται κάθε σπιθαμή δημόσιου χώρου. Αυτός κλέβει πρωτίστως όλους εμάς, που μας ανήκει ο χώρος και τους συναδέλφους του ...

Φυσικά και ήθελα να είμαι πλούσιος

Εικόνα
Θέλει και ρώτημα; Φυσικά και ήθελα να είμαι πλούσιος. Όμως δεν είμαι και προφανώς δεν μπορώ να ζήσω πλούσια. Αυτό τις προηγούμενες δεκαετίες, πριν την οικονομική κρίση δεν ήταν αυτονόητο. Και όμως κάποιοι το έλεγαν πολλά χρόνια πριν της επιβαλλόμενης άνωθεν νεοφιλελεύθερης λιτότητας. Ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ το 1977 μιλούσε για μια αυτόβουλη ενεργητική εγκράτεια.  «Ο άκρατος ατομικός καταναλωτισμός παράγει μόνο διασπάθιση πλούτου και στρεβλώσεις της παραγωγής, αλλά πέραν αυτών και δυσφορία, αποπροσανατολισμό, δυστυχία». Φυσικά και δεν το ακούσαμε και το χειρότερο με μια κρίση στην πλάτη μας ακόμα δεν βάζουμε μυαλό. Μπορεί η κρίση σήμερα, να επιβάλει αυτοσυγκράτηση, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να στερεί την δυνατότητα ακόμα και για τ’ αναγκαία, η μανία του καταναλωτισμού όμως ζει και βασιλεύει. Και πώς να γίνει διαφορετικά αφού το μοντέλο που οδήγησε στην καταστροφή, επιμένει να διαφημίζει κινητά και αυτοκίνητα, μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων, όχι βεβαίως των αγαθών αλλά των χρημά...

Βάλε μια φωτιά στην άκρη μου να δούμε μέχρι πού θα με φτάσει

Εικόνα
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μόνο εγώ πιστεύω, ότι αυτά που γράφω ξεχειλίζουν αισιοδοξία. Θα το κοιτάξω! Για την ώρα θα συνεχίσω, εξαντλώντας κάθε όριο της υπομονής μου, γράφοντας μέχρι το τέλος, με λίγες λέξεις που έχουν απομείνει και με πολλές, πολλές σιωπές. Με το παράπονο έτσι και αλλιώς δε θα ξεμπερδέψουμε. Όσο και να πολεμ άς με τον εαυτό σου, έρχεται η τραγωδία μιας κοινωνίας να σου υπενθυμίσει ότι είσαι και εσύ μέλος της. Είναι τόση η πίκρα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που τα όνειρα αντικαταστάθηκαν από τις αναμνήσεις και αυτό ισοδυναμεί με θάνατο. Εκεί που νομίζω, πως έχω κερδίσει την προσωπική μου μάχη, βλέπω ανθρώπους με σπασμένες φτερούγες, ναυάγια μιας ζωής, που αλλιώς την ονειρεύτηκαν. Το κοινωνικό δίνει τη θέση του στο προσωπικό και το παράπονο γίνεται ακόμα πιο πικρό. Το έχω σε κακό να φύγει το καλοκαίρι και εγώ να γράφω για μαύρα. Δυστυχώς όμως, πράγματα που θα έπρεπε να έχουν περάσει στην ιστορία, βγήκαν στην επιφάνεια και φτου απ’ την αρχή. Τι τα κάνω; Ξορκίζω το χρόν...

“Μετρούσε τα βιβλία του και ήταν πολλά, μετρούσε τα λεφτά του και ήταν λίγα”

Εικόνα
Γράφτηκε στο ζενίθ του μνημονίου, αν προσθέσουμε και τον οικονομικό όλεθρο από την πανδημία, ανεβαίνουμε επίπεδο. Προς τα κάτω. Τα είχε με τις κυβερνήσεις. Του μείωσαν τη σύνταξη και δεν φτάνουν τα χρήματα για να περάσει το μήνα. Αν προσθέσει κανείς και δύο δάνεια στεγαστικά, για σπίτια στις θυγατέρες, που φορτώθηκε  στα χρόνια της ευδαιμονίας, λέει αλήθεια. Όχι για ένα μήνα, ούτε για λίγες μέρες δεν αρκούν τα χρήματα από τη μειωμένη σύνταξη. Μια συνηθισμένη ιστορία στις μέρες μας, όχι μια ιστορία του ενός, μια ιστορία με μερικές διαφοροποιήσεις, των πολλών. Επειδή όμως στο πλήθος χάνεται η ένταση και τη θέση του προσώπου, παίρνουν παγωμένοι αριθμοί, θα εστιάσουμε στο δράμα του ενός, που ο κόσμος του έχει χαθεί. Τον “έναν” από τους πολλούς θλιμμένους ήρωες, που πρωταγωνιστούν στις χιλιάδες μικρές, ιστορίες - τραγωδίες, όπως αριστοτεχνικά τον περιγράφει σε μια απ΄ αυτές, ο Οδυσσέας Ιωάννου και καλεί τους αναγνώστες να πάρουν την ευθύνη διαλέγοντας το φινάλε στην μικρή του ιστορία. Ο...

“Ο πιο επικίνδυνος αριθμός είναι το 2”

Εικόνα
Μου το ψιθύρισε μια κυρία από ερτζιανά, για να το θέσω υπ’ όψιν, του απολογισμού μου: «Τo τέλειο άλλοθι. "Δεν έχω ιδέα". "Δεν ξέρω τι μου λες". "Πως το ερμήνευσες έτσι;" Μια βόλτα στο πουθενά κάναμε, εσύ γιατί ζωγράφισες δεσμούς; Ποιος δεσμεύεται σήμερα; Ποιος παίρνει την ευθύνη να έχει συγκάτοικο στο χρόνο του; Ο πιο επικίνδυνος αριθμός είναι πάντα το 2. Πάνε εξήντα πέντε χρόνια που πέθανε ο Αϊνστάιν και το άτομα ακόμα διασπάται.» Το έχω ξανακούσει, πολλές φορές σ’ αυτήν την διαδρομή. Κάθε φορά όμως που μου συμβαίνει είναι σαν να είναι η πρώτη φορά και ενώ η συνέχεια είναι γνωστή, η απώλεια μνήμης σ’ αυτό το χρονικό σημείο ξαναγεννάει την έκπληξη. «Δεν το περίμενα» σιγοψιθυρίζω. Και πώς να το περιμένει κανείς που θέλει να ζήσει. Πώς να προχωρήσεις σ’ αυτήν την ανηφόρα, χωρίς την συμμαχία της ελπίδας, και την απειρία του πρωτάρη;  Όσο και αν προσπάθησα, δεν μπόρεσα να αντικαταστήσω τις λέξεις, ούτε και τη διάθεση. Είναι και η ζέστη … Μια πραγματικότητα μ...