Παρασκευή 2 Μαΐου 2008

Είμαι έτοιμος


Αυτό τελικά είναι μαγεία της γραφής, να συναντάς τη σκέψη σου κάπου από αλλού γραμμένη με άλλες λέξεις, που ήθελες να χρησιμοποιήσεις και εσύ. Στην κορωνίδα, η ποίηση, μέσα σε ένα στίχο διαβάζεις την ιστορία σου και ευγνωμονείς τους ποιητές για τον κερδισμένο χρόνο.
«χρειάζεται θάρρος για να ακούσεις τα τύμπανα της ήττας σου», λέει σε μια συνέντευξη της η Έρση Σωτηροπούλου. Πρέπει να είσαι «έτοιμος από καιρό», όπως λέει και ο Καβάφης.Ακριβώς έτσι, μια ενδεχόμενη πτώση μια ανατροπή δεν είναι εκτός προγράμματος.
Χωρίς να είμαι οπαδός του «ότι βρέξει ας κατεβάσει» έχω δαπανήσει πολλές ώρες στην προσαρμογή των νέων δεδομένων που ενδέχεται θα προκύψουν. Τα τύμπανα της ήττας εν προκειμένω, δεν πρόκειται να με τρομάξουν, σαν μια υπενθύμιση με λίγο ,είναι αλήθεια, σκληρό ήχο θα τα εκλάβω.
Για να επανέλθω στην αρχή, η ποίηση είναι αυτή, που φωτίζει τις προσπάθειες και κάνει πιο εύκολη την προσαρμογή στο νέο περιβάλλον και στο καινούργιο βιβλίο της, η Έρση Σωτηροπούλου «δαμάζοντας το κτήνος το έγραψε για μένα» και την συνέντευξη που παραχώρησε στην αλεφ, έχω την αίσθηση ότι εγώ την παραχώρησα… Μερικά αποσπάσματα.
- Και γιατί επιλέξατε εκτός από την πολιτική και την ποίηση; Για να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο η πάλη μέσα του; Η αντίφαση;- Φαινομενικά υπάρχει αντίφαση, είναι δυο αντιθετικοί κόσμοι. Κι όμως με την ποίηση ασκείς εξουσία, εξουσιάζεις τις λέξεις.
- «Ένιωθε ευεξία και το επόμενο λεπτό ήταν κακόκεφος. Πάθαινε κάτι σαν διάβρωση, ένα ροκάνισμα στο μυαλό του. Το ποίημα που θα έγραφε ήταν εκεί και τον πολιορκούσε. Υπήρχε ήδη έτοιμο, αυτό το ήξερε, και κάθε τόσο, ακόμα και τις πιο άσχετες στιγμές, τον διαπερνούσε κι άφηνε το στίγμα του, ελευθερώνοντας πέτρες και σκόνη σαν την ουρά ενός κομήτη. Αλλά δεν υπήρχε φως, δεν υπήρχε λέξεις» Όντως κάπου εκεί έξω είναι ένα ποίημα και μας περιμένει; Πώς γεννιέται ένα ποίημα, κυρία Σωτηροπούλου, δεδομένου του γεγονότος ότι είστε και ποιήτρια;

-Καμιά φορά μια λέξη, μόνο μια λέξη, μπορεί να σε καταδιώκει για μήνες. Άλλοτε ένας εξαίσιος στίχος σε επισκέπτεται απροσδόκητα στον ύπνο σου κι αμέσως είσαι σίγουρος ότι είναι ο στίχος που ψάχνεις, και ταυτόχρονα έχεις την αίσθηση ότι κοιμάσαι και δεν θέλεις να ξυπνήσεις για να μη τον χάσεις, αλλά το πρωί, κι αυτό δυστυχώς συμβαίνει συχνά, τον έχεις ξεχάσει. Αυτό παθαίνει κι ο Άρης σε κάποιο σημείο. Έτσι γράφεται ένα ποίημα, είσαι μισός στο φως, μισός στο σκοτάδι, κάνεις ένα βήμα μπρος, δύο πίσω.

- «Τα αριστουργήματα γράφονται κοιτάζοντας το αόρατο. Μόνο αν φωτίσεις το κάτι άλλο κι αν αφεθείς στην εξουσία του, μπορείς να γράψεις». Πώς προσεγγίζεται το αόρατο;
- Προσπαθώντας να είσαι γυμνός, χωρίς προκαταλήψεις, ανοιχτός. Ο καθένας μας είναι φυλακισμένος στον εαυτό του, αυτό το ξέρουμε. Ένα βιβλίο σού δίνει την ευκαιρία να εξερευνήσεις αυτή τη φυλακή, να φωτίσεις την προσωπική σου γεωγραφία και να ανακαλύψεις κρυφά σημάδια, τα σχέδια που άφησαν πριν από σένα άλλοι φυλακισμένοι. Μπορεί ακόμα να σε βοηθήσει να φανταστείς τί γίνεται έξω, να πάρεις μιά ιδέα για τη ζωή πέρα από τα ντουβάρια του κελιού σου. Με λίγα λόγια να ξεπεράσεις τον εαυτούλη σου. Γράφοντας δίνεις γεύση και υπόσταση σε σκέψεις παραμελημένες, αγνοημένες και σχεδόν ανύπαρκτες μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Ο Μάης ο κόκκινος



Όχι από τις παπαρούνες, άλλωστε στη δική μου εικόνα το Μάη, τον είχα συνδέσει, την ημέρα, με κείνα τα κίτρινα λουλούδια, τους «Μάηδες» και τη νύχτα με τις πυγολαμπίδες, κωλοφωτιές, τις λέγαμε. Ο Μάης ο κίτρινος, των λουλουδιών και των πυγολαμπίδων.
Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, η πρωτομαγιά έγινε απεργία και όταν τα όνειρα γκρεμίστηκαν, ξανάγινε μαγιόξυλο
Από τότε, υποβόσκει ένας ακήρυχτος πόλεμος μέσα μου. Αν είναι αργία δεν μπορεί να είναι απεργία και το αντίθετο. Πότε αργία πότε απεργία. Πόλεμος και ειρήνη.
Τελικά μόνο οι λέξεις προδίδουν ότι ψιθυριστά μαθεύτηκε, λέξεις που έγιναν ποιήματα και μετά μπήκαν τραγούδια σ΄ όλα τα στόματα. Κάθε τραγούδι και ένας νεκρός. Οι ποιητές που έγραφα χθες αποτύπωσαν το πραγματικό χρώμα με λέξεις βγαλμένες μέσα απ’ το αίμα της ψυχής,
Για να συνεχίσουμε το χθεσινό από το «αγέρι» στα γραπτά μας «Οι Πρωτομαγιές αυτής της πατρίδας δεν κατόρθωσαν ποτέ να πείσουν για τις λουλουδιαστές προθέσεις τους. Οι εκρήξεις των χρωμάτων τους ξέβαφαν γρήγορα μπροστά στο σκουροκόκκινο των πληγών, τα τραγούδια τους έφερναν άλλοτε σε οργισμένα θούρια κι άλλοτε σε μοιρολόγια και το ροδόσταμό τους έπαιρνε μια γεύση στάχτης. Κάτω από τον ακκισμό των περίτεχνα πλεγμένων στεφανιών όλο και ξασπρίζουν τα ξόδια αθροιζόμενων συνοικιακών επιταφίων και η ζέστη δε στεγνώνει την υγρασία των τελευταίων ασπασμών. Των τελεσίδικων.Αν είναι αυτή κληρονομιά του Άδωνη καθώς αποσύρει την ομορφιά του από των θνητών το φθόνο ή πάλι λύτρα για την απελευθέρωση της Περσεφόνης - ναύλος για να διασχίσει κόντρα τον Αχέροντα και να συνδράμει στις σοδειές τη μάνα της - κανείς δε μπορεί να πει με βεβαιότητα. Σίγουρο μονάχα είναι πως στα γλέντια των σάτυρων και των σειληνών κερνούν βρασμένο στάρι και μέσα από τα δόντια τους τάζουν ανταπόδοση.
Η ιστορία το΄ χει να τρέφονται με σάρκες σφριγηλές οι παπαρούνες και οι ασφόδελοισ΄ αυτό το ανοιξιάτικο κομμάτι γής που εύκολα ξεγελάει τον αμύητο με το ήπιο του τοπίου του. Μόνο οι λέξεις προδίδουν ότι ψιθυριστά μαθεύτηκε, λέξεις που έγιναν ποιήματα και μετά μπήκαν τραγούδια σ΄ όλα τα στόματα. Κάθε τραγούδι και νεκρός. Μην ξεχαστεί η μάνα που μοιρολογάει τον ακριβό της απλωμένον σε μια πεσμένη πόρτα, οι γειτονιές που κάηκαν σ΄ ένα πρωινό απ΄ την κουκούλα και το τεντωμένο δάχτυλο, ο μεγαλέξανδρος των δικών μας χρόνων που δεν καταδεχόταν την υπεροψία του ονόματός του - χίλιοι αλέξανδροι δε φτουρούν έναν Αλέκο - που αφού ξεθέωσε στο κυνηγητό τον ψυχοπομπό του, απροσδόκητα τον ακολούθησε μέσα σ΄ έναν ορυμαγδό από λαμαρίνες, γυαλιά και λάστιχα, σ΄ ότι στα σβέλτα αρχειοθετήθηκε ως μοιραίο.Μοιραίο είναι σ΄ αυτή την πατρίδα να μη θριαμβεύουν οι Πρωτομαγιές. Και πώς αλήθεια; Όλου του κόσμου τα μπουκέτα φτάνουν να κρύψουν τ΄ αγκάθια της μνήμης κι όλα των νερών τα κελαρύσματα μπορούν να σβήνουν την αλμύρα των δακρύων;»
Όταν το βασίλειο των ηλιθίων σε υποβαθμίζει, στην ουσία σε παρασημοφορεί. Τι περιμένεις, να σου πλέξουν στεφάνια από λουλούδια;
«Παράξενη πρωτομαγιά, με αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνια».
μόνο που δεν γνωρίζουν ότι αυτά γίνονται φωτοστέφανα…









Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Για τον Αλέκο




Ποιος άλλος από τους ποιητές θα μπορούσε να περιγράψει τις πρωτομαγιές της πατρίδας μας; Τις πρωτομαγιές που η αλήθεια είναι δεν μπόρεσαν ποτέ να πείσουν για τις λουλουδιασμένες προθέσεις τους.
Διάλεξα τους πρώτους στίχους από πρωτομαγιές που έγιναν τραγούδι «Ανοίχτε τα παράθυρα να μπει το σύμπαν ανθισμένο με όλες τις παπαρούνες του αίματος μας»
Παράξενη πρωτομαγιάμ' αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνια ηρθ' ο καιρός του "έχε γεια" τι να την κάνεις πια την περηφάνια.( Νίκος Γκάτσος)
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω άνοιξη γιε που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω ( Γ. Ρίτσος)
Στη ζήση αυτή που τη μισούμε, στη γης αυτή που μας μισεί,κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε πόνε πικρέ και πόνε αψύ,που μας κρατάς και σε κρατούμε.( ΚώσταςΒάρναλης)
Κάτω απ' τις λεύκες συντροφιά πουλιά και καπετάνιοι συλλειτουργό αρχινήσανε με τον καινούργιο Μάη(Γ. Ρίτσος)
Κίνησε Μάης για να ρθεί κι έχει μεγάλη στράτα,τι να του πάρω πρώτα μου,τον ήλιο ή τα μαντάτα! Τέτοιο Μάη, μάνα μου, άλλο να μη μου στείλεις,να λέει, πως στην Ελλάδα μας σκοτώθηκε ο Απρίλης.( Φ. Λάδης)
Στα περβόλια, μες στους ανθισμένους κήπους σαν άλλοτε θα στήσουμε χορόκαι τον Χάρο θα καλέσουμε να πιούμε αντάμα και να τραγουδήσουμε μαζί ( Μ. Θεοδωράκης)
Ήταν του Μάη το πρόσωπο του φεγγαριού η ασπράδα ένα περπάτημα ελαφρύσαν σκίρτημα του κάμπου ( Ν. Γκάτσος)
Πρωτομαγιά με το σουγιά χαράξαν το φεγγίτη και μια βραδιά σαν τα θεριά
σε πήραν απ’ το σπίτι ( Ν. Γκάτσος)
Έτσι τραγουδάμε τις πρωτομαγιές στην πατρίδα μας και πως αλήθεια; «Όλου του κόσμου τα μπουκέτα φτάνουν να κρύψουν τ΄ αγκάθια της μνήμης κι όλα των νερών τα κελαρύσματα μπορούν να σβήνουν την αλμύρα των δακρύων;»

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...