Τρίτη 5 Απριλίου 2022

 Μακριά από την τοξική επικαιρότητα


‘Όταν η επικαιρότητα βάφεται κίτρινη, φεύγω μακριά. Μακριά από μένα η ανθρωποφαγία, οι τηλεδίκες, οι διαγνώσεις ψυχολόγων και λοιπών ειδικών εξ αποστάσεως . Μέχρι να τελειώσει και το φρικτό γεγονός των ημερών, συνεχίζουμε με ανεπίκαιρα θέματα που μας γλυκαίνουν την ψυχή.
Η επιθυμία στην απαγόρευση ανθίζει Είναι η απαγόρευση που σε δαιμονίζει, και αυτές οι μέρες είναι οι πλέον κατάλληλες, για να στρέψουν την επιθυμία εκεί που της απαγορεύεται.


Το διάβασα πριν χρόνια τέτοια περίοδο, στους χαιρετισμούς, «άκρως σεξιστικό» του Οδυσσέα Ιωάννου. Ήθελα να το γνωρίσω με ένα παλαιότερο, δικό μου. «Μεγάλη Παρασκευή των παθών και του πάθους». Ανακατεύω λίγα αποσπάσματα, με μεγάλη ικανοποίηση ότι δεν είμαι μόνος.
«Στους Χαιρετισμούς συνήθως χανόμουν, στο προαύλιο της εκκλησίας. Ξέφευγα από το χέρι της μητέρας μου και έκανα βόλτες ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν έκλαιγα, δεν ζητούσα τους γονείς μου, πάντα με έβρισκαν μετά από λίγο. Όταν έπεφτα σε φουστάνι σταματούσα. Αυτή η βιασύνη των κοριτσιών να βγάζουν τα έξωμα και τα τιραντάκια με τον πρώτο ζεστό ήλιο του Μάρτη, με αναστατώνει ακόμα. Παράλληλα με τις περιπέτειες του Χριστού, ένας καλοντυμένος πιτσιρικάς λέρωνε με τα βουλημικά του μάτια το καθαρό ρούχο της όψιμης κατάνυξης.»
Η γλύκα της Μεγάλης Παρασκευής του 1972, επίστρωση από μέλι, στις αποθήκες της ψυχής μου. Αν το Τζουκ - μποξ είχε σε δισκάκι το «Ω γλυκύ μου έαρ…γλυκύτατόν μου τέκνο, που έδει σου το κάλος…» το χαρτζιλίκι μου, μόνο γι’ αυτό θα ήταν διαθέσιμο, να παίζει και ξαναπαίζει για να μου δίνει φτερά και να κόβω βόλτες στον αέρα. Θυμάμαι έσπασα το πένθιμο κερί που φάνταζε αναστάσιμη λαμπάδα, όταν τα παιδικά βλέμματα συναντήθηκαν, ενώ θα έπρεπε να κοιτάζουν ταπεινά προς τα κάτω, τη στιγμή που ο παπάς θυμιάτιζε. Και ξαφνικά αυτή η ιερή ζεστή σιωπή, η ντυμένη μόνο ανάσες και συρίγματα και μυρωδιές αγγελικές μεταμορφώνεται…Ξαφνικά ρίχνεται με πάθος στην ανθρώπινη φωνή και σκιρτά έναν …έρωτα…, ένα πάθος δυνατό που προκαλεί ρίγος…, αμηχανία, τρέμουλο, βιαστικό χτύπο στην καρδιά… Μια μελωδία…τι μελωδία…τι ήχοι ακούγονται…τι στίχοι…Λόγια που σίγουρα γεννήθηκαν μονομιάς,… μέσα σε μια στιγμή σα χείμαρρος, χωρίς σκέψη, χωρίς επιφύλαξη, χωρίς σκοπό…Λόγια που μόνο το πάθος της ψυχής γεννά…
Ω γλυκύ μου έαρ…γλυκύτατόν μου τέκνο, που έδει σου το κάλος..»
«Άσπρα μπρατσάκια, ωραίοι λαιμοί σαν τρεχούμενα νερά, πόδια με ερεθιστικές γάμπες, τσιτωμένες από την ταλαιπωρία της γόβας. Από όλες τις Μεγάλες Εβδομάδες θυμάμαι μόνο κορίτσια. Με διώχναν τα αρώματα, με τραβούσε η σάρκα, μία μπρος μία πίσω, ζαλισμένος από τις υποσχέσεις μελλοντικών ηδονών. Το έβλεπα αυτό που ερχόταν. Ήξερα πως δεν θα ξεμπέρδευα ποτέ με τα καινούρια σώματα, τις γραμμές ανάμεσα στα στήθη, το χνούδι πίσω στον αυχένα. Ορκίζομαι πως κάποτε άκουσα έναν Χριστούλη, κρεμασμένο σε σταυρό, μέσα σε ένα τέτοιο ντεκολτέ, να με παρακαλάει να του λύσω τα χέρια! Τον άφησα να τυραννιέται στην καβάντζα της αιώνιας ζωής…»
«Στον Επιτάφιο, το φως του κεριού έπαιζε το πιο παράξενο παιχνίδι που έχουν παίξει ποτέ μία φλόγα με ένα γυναικείο πρόσωπο. Έτρεμαν τα μάτια, αναβόσβηναν τα χείλη, λαμπύριζαν τα μαλλιά, και τα κορίτσια συνοψίζονταν σε αυτό που πραγματικά είναι, μία αέναη εναλλαγή φωτός και σκότους.»
«Τέτοια μέρα; Ναι, τέτοια μέρα! Η πλέον κατάλληλη. Μόνο τη μέρα που κηδεύεται ένας Θεός μπορείς να παραδοθείς στις παλίρροιες του σώματος δίχως την ενοχή του βλάσφημου και τον φόβο του αμαρτωλού. Χωρίς Θεό, τι άλλο μας μένει πέρα από την ακατάσχετη “αιμορραγία” των ερεθισμών;»

 Ευτυχώς υπάρχουν τα τραγούδια


Μπορεί η τεχνολογία να έχει απογειωθεί, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης να σκίζουν στο επικοινωνιακό πεδίο, η μεθοδολογία όμως εκεί, ίδια και απαράλλαχτη, μείναμε για να επαναλαμβάνουμε όλα αυτά που θέλαμε να αλλάξουμε.
Δεν αλλάζουμε τελικά.


Κουραστήκαμε, βαρεθήκαμε. Μια ρευστότητα άνευ προηγουμένου. Μέρες, χωρίς χρονικό ορίζοντα λήξης. Μόνες σταθερές η πρόσθεση και η αφαίρεση. Αφαίρεση ελαφρύνσεων και πρόσθεση βαρών. Εν τέλει μια διαρκής αφαίρεση ζωής. Ευτυχώς υπάρχουν και τα τραγούδια.
«Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε καρδιά μου πως αντέχεις μέσα στην τόση αγάπη και στις τόσες ομορφιές;»
Πάλι Απρίλης ήταν. Είχα βάλει, την “ Επιστροφή ” του Μάνου Χατζιδάκι στον υπολογιστή, μετά από κάποια ώρα ο υπολογιστής άρχισε να παίζει ρεμπέτικα “ Οι Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη” .Με γύρισε πίσω σε μονοψήφιες ηλικίες σε κάποιον Απρίλη, σε πασχαλιές σε επιτάφιους , σε αναστάσεις σε όλες τις παιδικές Κυριακές.
...Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας
μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές,
σμίγοντας
θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας
με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές…
«Έρημη Χώρα» του Τ. Σ. Έλιοτ.
“Ήμουν δεκαοχτώ χρονώ” γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις για τις “Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη” και ως τα είκοσί μου, που τελείωσε ο πόλεμος, ανακάλυπτα τη Μεσόγειο, τον Ήλιο, τον Χριστό, την Ελλάδα και τα Ρεμπέτικα. Κάτι περίεργες και πρωτοφανέρωτες για μένα μελωδίες μού κινήσαν την προσοχή και με φέρανε σε περιοχές πιο αυστηρές και πιο αληθινές…».
Σ’ αυτόν τον τόπο, μπορεί να έλειψε το ψωμί και η ελευθέρια, το τραγούδι όμως πάντα μας ζέσταινε. Μας μεγάλωσαν τα τραγούδια, κάποια απ’ αυτά μας σημάδεψαν, γιατί δεν ήταν μόνα τους, ήταν κομμάτι της ζωής μας. Έντυσαν γεγονότα, έβαλαν ήχο στις σιωπές, έγιναν ύμνοι προσωπικοί με αξία εθνική για τον καθένα. Τα τραγούδια, μας ψυχανάλυσαν, σκάλισαν μέσα μας κάτι αδιευκρίνιστο και χάραξαν καινούργιους δρόμους για τη ζωή.
Όταν γράφτηκε ήταν ένας ρυθμός, κάτι στο μυαλό του συνθέτη, κάτι στο μυαλό του στιχουργού. Ύστερα, έγινε άρωμα, έγινε εικόνα, έγινε δρόμος έγινε φιλί, έγινε βλέμμα, έγινε συνάντηση και χωρισμός, έγινε πόνος και χαρά. Έγινε κομμάτι ζωής ξεχωριστό για τον καθένα. Είναι δικά μας τα τραγούδια.

Άκρως θεραπευτικό

Η επιμονή ορισμένων από εμάς στη νοσταλγία για κείνο που χάθηκε, κάνει την ορφάνια πιο μεγαλοπρεπή. Κάτι πιο ανάλαφρο, πιο δροσερό, με μια δόση αλκοόλ να πάνε κάτω τα φαρμάκια. Ας βιώσουμε το απόλυτο παρόν στην εφήμερη άχρονη και ακόρεστη σχισμή του πόθου. Κανένα σχέδιο, κανένας ορίζοντας, καμία ψευδαίσθηση. Ας επιστρέψουμε στις σταθερές που μας δίνουν χαρά και ζωή, πάνω απ’ όλα όμως διάθεση για δημιουργία. Άλλωστε ο διακαής πόθος της ανθρωπότητας, η καημενούλα η συνουσία, αυτή είναι η μόνη υπεύθυνη για τις πόλεις και τους πολιτισμούς, για τους πολέμους και την ειρήνη, για την ποίηση και την λογοτεχνία. Ακόμα και γι΄ αυτόν τον άμοιρο τον κορωνοϊο που ψάχνει μια κρυψώνα στα πνευμόνια μας για να συνουσιασθεί. Αν ήξερε σε τι μπελά μας έχει βάλει, μάλλον κάπου αλλού θα είχε καταφύγει. Και εγώ που κάθομαι και γράφω ό,τι σας έχω πει κατά καιρούς προφάσεις εν αμαρτίαις είναι. Αυτό το ένστικτο είναι υπεύθυνο. Ακόμα και γι’ αυτούς που δεν το ξέρουν. Η έλλειψη της μπορεί να φέρει δεινά, σαν αυτά που βιώνει σήμερα η ανθρωπότητα και η χώρα μας.


«Και σε ποιον δεν θα άρεσε να πει σε ένα τουρίστα από άλλον γαλαξία», γράφει ο Μπαρθ «στον πλανήτη μας κύριε, τα αρσενικά ζευγαρώνουν με τα θηλυκά. Επιπλέον απολαμβάνουν το ζευγάρωμα . Αλλά για πολλούς και διάφορους λόγους, δεν μπορούν, να το κάνουν όποτε, όπου και με όποιον θέλουν. Εξού και όλο αυτό το τρεχαλητό που παρατηρείς. Εξού ο κόσμος». Πολύ θεραπευτική άποψη!
Και ο αγαπημένος μου Βασίλης Αλεξάκης, εκεί εστίασε το πρόβλημα. Τρεις μήνες έκανε να γράψει τον πρόλογο στο βιβλίο «τα κορίτσια του Σίτυ μπουμ μπουμ».
« Να σας πω το πρόβλημα μου; Δεν γαμάω αρκετά! Σχεδόν καθόλου! Ονειρεύομαι να κάνω έρωτα μ’ ένα σωρό γυναίκες: με τη γειτόνισσα του επάνω ορόφου και με τη φίλη της, που είναι και οι δύο παντρεμένες, με τη γυναίκα του αρχισυντάκτη μου, με τη σερβιτόρα ενός μπαρ, που βρίσκεται κοντά σ’ έναν παλιό εκδοτικό οίκο, με την Βαρβάρα Πέτροβνα, με τη μνηστή του σούπερμαν, με τη μαρκησία των αγγέλων, με την Νίκη της Σαμοθράκης, με την εκφωνήτρια του αεροδρομίου του Ορλύ, με την θαμμένη ζωντανή, με την κυρία Ρενό, τη δεσποινίδα Χέννινγκερ, με τα κορίτσια του Σιτυ Μπουμ Μπουμ…»
Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί, που σήμερα μας εξουσιάζουν ντόπιοι και ξένοι, δεν ονειρεύονται δεν φτάνει το μυαλό τους μέχρι την εκφωνήτρια του αεροδρομίου του Ορλύ. Λειτουργώντας πεζά κατ’ εντολή του γενετήσιου Ενστίκτου, πηδούν τους λαούς, όχι όμως με τα δικά τους«προσόντα» αλλά με τα απαραίτητα βοηθήματα…
Θα συνεχίσουμε να κτίζουμε πόλεις, στηριζόμενοι πάντα στο βασικό ένστικτο. Στηριζόμενοι στη διαβεβαίωση που μας νανουρίζει. Στη διαβεβαίωση που μας διώχνει κάθε ενοχή, «όλα για τον έρωτα για τα βράδια τα αξημέρωτα»
Θα συνεχίσουμε τυλίγοντας σε μια κόλα χαρτί, όλα αυτά τα ασήμαντα που μας φοβίζουν. Αυτή η συναλλαγή δεν έχει το χρώμα του χρήματος. Δεν έχει κομμάτια από την καθημερινότητα που μας λερώνει. Έχει τις καλά φυλαγμένες λέξεις των υπογείων του μυαλού μας, που μπορούν να αποδώσουν το νόημα των αποθεμάτων της ψυχής. Η αριθμητική απαραίτητη για να καταδείξει το περίσσευμα σε όλο του το μεγαλείο. Της ψυχής!
«Ο έρωτας αγαπάει τους ανθρώπους πιο πολύ από όλους τους θεούς» γράφει στο «Συμπόσιον» ο Πλάτωνας. Με έρωτα, που όλα τα κακά σκορπά και δεν είναι λίγα στις μέρες μας θα πάρουμε τις απαραίτητες αναπνοές.
Από εκεί θα ξεκινήσουμε, από εκεί που φωτίσαμε τον κόσμο και ας έχει βαλθεί ο κόσμος σήμερα να μας κατασπαράξει.

Ανοίξτε το παράθυρο κλείστε την τηλεόραση….

Από τα μνημόνια στην Πανδημία και παράλληλα η ακρίβεια και ο πόλεμος. Η επόμενη μέρα ποιος ξέρει...

Με αφορμή την “Μαρκίζα” έγραφα για τις παλιές φωτογραφίες και για το πόσο ευεργετική ενέργεια προσφέρουν στο παρόν μας. Είναι χρήσιμο να κοιτάμε διαρκώς προς τα πίσω, για να αντλήσουμε λίγο νόημα, μήπως και με το νόημα του παρελθόντος φωτίσουμε τον ζόφο του παρόντος και ανοίξουμε δρόμους προς το μέλλον.


Το ξαναδιάβασμα του παρελθόντος αυτές τις μέρες που κυριαρχεί ο φόβος και η ανασφάλεια, μπορεί να είναι προωθητικό.
Η Κέρκυρα ευωδιάζει Άνοιξη. Σκορπάει αρώματα που θεραπεύουν την ένταση και το άγχος, που διασκεδάζουν τον φόβο και την απαισιοδοξία, ημερεύει τα πρόσωπα και διώχνει τις ρυτίδες.
Ανοίξτε το παράθυρο κλείστε την τηλεόραση…. Εκεί να δείτε ευκρίνεια χρωμάτων. Το νησί μας δίδεται σε όποιον έχει τις αισθήσεις ανοιχτές. Αυτό ζητάει σήμερα το κουρασμένο σώμα και ο κουρασμένος νους. Ένα άρωμα, ένα χρώμα.
Την επόμενη μέρα θα είναι δύσκολα. Την επόμενη μέρα θα ξεκινήσει η πραγματική μάχη. «Κάθε τοίχος είναι μια πόρτα εξόδου", λέει σωστά ο Έμερσον. Ας μην ψάχνουμε αλλού την πόρτα εξόδου παρά στον τοίχο όπου είμαστε στριμωγμένοι. Αντιθέτως, ας αναζητήσουμε την ανάπαυλα εκεί όπου βρίσκεται, δηλαδή στο κέντρο της μάχης. Γιατί, κατ’ εμέ εκεί βρίσκεται.
Άλλοι θα πουν ότι αυτή την ελπίδα τη φέρνει ένας Λαός· άλλοι, ένας άνθρωπος. Πιστεύω αντιθέτως ότι αυτή η ελπίδα υποκινείται, αναπτερώνεται και συντηρείται από χιλιάδες μοναχικούς, η δράση και το έργο των οποίων αναιρούν καθημερινά τα σύνορα και τα πιο χονδροειδή προσχήματα της Ιστορίας, ώστε να λάμψει φευγαλέα η αενάως απειλούμενη αλήθεια που ο καθένας τρέφει, μες στις πίκρες και τις χαρές του, για το καλό όλων.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...