Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Κάτι σαν τάμα

Έχουν γραφτεί πολλά. Το «Πολυτεχνείο» όμως, θα παραμένει για μένα η κορυφαία αντιστασιακή πράξη της γενιάς μου. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι εκείνη η εξέγερση του Νοέμβρη του 1973 σήμανε το τέλος της Χούντας.
Αρκετές φορές έχω γράψει, για την καταραμένη γενιά, τη δική μου. Για την γενιά της αφασίας, της αδιαφορίας, της αναισθησίας. Είμαστε αδικημένοι τελικά. Τα καλύτερα μας χρόνια τα περάσαμε σπουδάζοντας, δουλεύοντας, διαβάζοντας, σε μια υποφερτή ελευθερία η οποία εξελίχθηκε στην σημερινή κοινωνική αναισθησία. Στην τηλεοπτική ξεφτίλα, στην παγκοσμιοποίηση της αδιαφορίας, στη νέα φτώχεια που έρχεται να μας κατασπαράξει. Έργο μας είναι η αφασία που ζούμε. Και όσοι δεν γίναμε γιάπηδες γέρναμε πικραμένοι και έντρομοι. Ποια θυσία δεν κάναμε και ξεπουλήθηκε έτσι η γενιά μας;

Αυτή η γενιά κάθε τέτοια μέρα ακούει το προσκλητήριο των νεκρών της. Των παιδιών που θυσιάστηκαν για ελευθερία και δημοκρατία. Την έκανε η γενιά μας την θυσία. Γι΄ αυτό σήμερα βλαστημάω. Έχει κι’ αυτή παράσημα αντίστασης όπως και η προηγούμενη. Η κατάληξη τελικά δεν δικαιώνει τον αγώνα. Οι πατεράδες μας για ανταμοιβή φορτώθηκαν μια χούντα και οδηγήθηκαν στα ξερονήσια και εμείς χαμένοι γυρεύουμε ταυτότητα. Η επιστολή του μικρού μαθητή που έγινε πρωτοσέλιδο στην «Ελευθεροτυπία» η τελική ανταμοιβή μας.

Τελικά η κάθε γενιά έχει το δικό της Πολυτεχνείο. Κάθε γενιά γίνεται θύτης και θύμα ταυτόχρονα. Ας ευχηθούμε να διακοπεί κάποια στιγμή αυτό το γαϊτανάκι της ιστορίας και το νέο Πολυτεχνείο να δικαιώσει τον αγώνα των παιδιών μας.

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Καμόρα

Δύσκολες μέρες, για την τοπική μας κοινωνία, δύσκολα μέρες και για μας, που αποτυπώνουμε τις σκέψεις στα Μ.Μ.Ε. Είναι μέρες που οι ρόλοι μπερδεύονται, που ξεχνάμε αυτά που μάθαμε. Δημοσιογράφοι πολιτικοί επιχειρηματίες όλα σε ένα. Για κάποιους που θέλουν να διατηρήσουν την αυτοτέλεια τους, να υπηρετήσουν το επάγγελμα τους, να που την αλήθεια στο λαό, θα πρέπει να καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια. Είναι μέρες που δίνουν όλοι εξετάσεις. Έχει χρόνια να ζήσει η Κέρκυρα τέτοια γεγονότα, ή για να ακριβολογούμε δεν έχει ζήσει στην μεταπολεμική περίοδο.
Το 1935, σε ένα συνέδριο στο Παρίσι για την υπεράσπιση της Κουλτούρας, ο Μπερτολτ Μπρεχτ μεταξύ των άλλων, έλεγε τα εξής:
«Κι η τέχνη πρέπει, σ’ αυτούς τους καιρούς των αποφάσεων ν’ αποφασίσει. Μπορεί να κάνει τον εαυτό της όργανο μιας μικρής μερίδας ορισμένων που παίζουν τις θεότητες της μοίρας για τους πολλούς και που απαιτούν μια πίστη που πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να είναι τυφλή, και μπορεί να σταθεί στο πλευρό των πολλών και να βάλει τη μοίρα τους στα δικά τους χέρια. Μπορεί να παραδώσει τον άνθρωπο στις συγχύσεις, τις αυταπάτες και τα θαύματα, και μπορεί να παραδώσει τον κόσμο στον άνθρωπο. Μπορεί να μεγαλώσει την αμάθεια και μπορεί να μεγαλώσει τη γνώση. Μπορεί να κάνει έκκληση στις δυνάμεις που αποδείχνουν τη δύναμη τους καταστρέφοντας, και στις δυνάμεις που αποδείχνουν τη δύναμη τους Βοηθώντας.

Όποιος σήμερα θέλει να πολεμήσει την ψευτιά και την αμάθεια και να γράφει την αλήθεια έχει ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες. Πρέπει να έχει το θ ά ρ ρ ο ς να γράφει την αλήθεια παρόλο που παντού την καταπνίγουν• την ε ξ υ π ν ά δ α να την αναγνωρίσει παρόλο που τη σκεπάζουν παντού• την τ έ χ ν η να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θ’ αποχτήσει δύναμη• την π ο ν η ρ ι ά να τη διαδώσει ανάμεσα τους. Αυτές οι δυσκολίες είναι μεγάλες για κείνους που γράφουν κάτω απ’ το φασισμό, υπάρχουν όμως και γι’ αυτούς που τους κυνήγησαν ή που έφυγαν ακόμα και για όσους γράφουν στις χώρες της αστικής ελευθερίας»
Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια, θα τις χρειαστούμε…

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Τι ωραία τα παιγνίδια με τις λέξεις

Από την «Αλλαγή», το κεντρικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80, περάσαμε στο «Γιώργο άλλαξε τα όλα». Τι ωραία τα παιγνίδια με τις λέξεις. Από αλλαγή σε αλλαγή, βαδίζουμε σημειωτόν και το μόνο που εισπράττουμε είναι η αντήχηση των προσδοκιών και των ανέξοδων διαβεβαιώσεων.
Προκαλούν θυμηδία οι απαιτήσεις μιας πλειοψηφίας που παραμένει στάσιμη και προσδοκά την αλλαγή.
Και να θέλει ο Γιώργος τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει σε μια κοινωνία, που κατά βάθος δεν θέλει να κουνήσει τίποτα από τη θέση του. Σε μια κοινωνία που παραμένει πιστή στο δικομματισμό που δεν είναι δύο αλλά ένας.
Ζητάμε αλλαγή αλλά και ρουσφέτι, ζητάμε ότι δεν πρόκειται να βλάψει το ατομικό μας συμφέρον, αδιαφορώντας συνειδητά για τους άλλους. Τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει ο Γιώργος και κανένας Γιώργος όσο η ίδια η κοινωνία δεν θέλει την αλλαγή.
Τίποτα δεν μπορεί να ανθίσει σ’ αυτό τον τόπο όσο το «εγώ» αποτελεί την κυρίαρχη ιδεολογία. Η αλλαγή είναι συλλογική υπόθεση και η ελληνική κοινωνία δεν δείχνει διάθεση για κάτι τέτοιο.
Όσο για τους πολιτικούς που κουνούν καταφατικά το κεφάλι τους, δείχνοντας να συμμερίζονται τις κοινωνικές ανάγκες, η έννοια της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, θα είχε άξια, αν πίσω δεν έκρυβε ένα σύγχρονο φαρισαίο. Σήμερα συνοδεύεται από τηλεοπτικές κάμερες, για να εξυπηρετηθεί η πολλαπλάσια ανταπόδοση.

Αλήθεια πιστεύει κανείς πλέον, ότι αυτή η πρεμούρα που διακατέχει τους πολιτικούς, έχει σχέση με την αγωνία, των αδυνάτων; Έχει σχέση με την ταλαιπωρία του πολίτη, τη δυστυχία μεγάλου μέρους του λαού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας; Τον εξευτελισμό των συνταξιούχων, την ανεργία που μαστίζει τους νέους;
Το χειρότερο είναι ότι αυτή η συμπεριφορά έχει γίνει κανόνας και δεν προξενεί πλέον εντύπωση.
Σε πολλές περιπτώσεις η όλη διαδικασία στηρίζεται στην αδυναμία του Λαού, που συμβάλει με την σειρά του στην παγίωση αυτού του σαθρού οικοδομήματος, με την ελπίδα να γλύψει κάποιο κοκαλάκι στο τέλος απ’ αυτό το μεγάλο φαγοπότι.
Τίποτα δεν θα αλλάξει όσο το ζητάμε από τρίτους. Τίποτα δεν αλλάξει όσο το ζητάμε και δεν το κάνουμε.

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009

Η «τηλεοπτική Δημοκρατία»

Κανείς δεν αμφιβάλει για τα κέρδη από την τεχνολογική επανάσταση, κανείς επίσης δεν αμφιβάλλει για τις μεγάλες απώλειες στην ποιότητα ζωής. Κινητά που κάνουν παπάδες, ντομάτες άγευστες και άοσμες, αυτοκίνητα πυραυλοκίνητα, ψάρια που εγκατέλειψαν τη θάλασσα και στριμώχθηκαν στο ιχθυοτροφείο. Μακάρι να σταματούσε εκεί το κακό. Όλα δείχνουν ότι εις πείσμα της οικονομικής ανάπτυξης, της μαζικής κατανάλωσης, της ανόδου του εκπαιδευτικού επιπέδου, της παγκόσμιας πολιτιστικής ώσμωσης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, το γύρισμα της χιλιετίας σηματοδοτεί όχι την άμβλυνση αλλά την όξυνση της επικοινωνιακής χειραγωγιμότητας των μαζών. Όπως έγινε και στον Μεσοπόλεμο, αλλά προφανώς για εντελώς διαφορετικούς λόγους, οι δυτικές δημοκρατίες φαίνεται να εναποθέτουν την εξουσία στα ολοένα ανορθολογικότερα και αυταρχικότερα χέρια των χυδαιότερα ελκυστικότερων υποψηφίων που εμφανίζονται μπροστά τους. Ο μπερλουσκονισμός φαίνεται να έχει επιβάλει τους όρους του. H πολιτική του θεάματος δεν μπορεί παρά να επιβάλλεται μέσα από τους κανόνες του θεάματος. Όπως έγραφε ο Γκυ Ντεμπόρ, «το θέαμα είναι το κακό όνειρο της σύγχρονης δέσμιας κοινωνίας που δεν εκφράζει παρά την επιθυμία του ύπνου».
Ανασύρω από το αρχείο μου ένα επίκαιρο κείμενο του συμπατριώτη μας πρώην Υπουργού Γ. Ρωμαίου, που δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2001 στο «Βήμα της Κυριακής» παρακαλώ να το διαβάσετε:

Όταν το 1987 ο Γ. Κοσκωτάς ο οποίος μετά την πρόσφατη αποφυλάκισή του σχεδιάζει τις νέες επιχειρηματικές του δραστηριότητες αγόραζε την «Καθημερινή», «Τα Νέα» μου είχαν θέσει το εξής ερώτημα:
* Τι μπορεί να σημαίνει για τον Τύπο και την πληροφόρηση αλλά και την πολιτική του τόπου η πώληση της «Καθημερινής» στον κ. Κοσκωτά;
Η απάντηση, τότε:
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχουν επιχειρηματίες όσο εύκολα και αν βγάζουν τα εκατομμύρια που θυσιάζουν τα χρήματά τους για την αντικειμενική και υπεύθυνη ενημέρωση της κοινής γνώμης».
Και πρόσθετα ότι οι εμπλεκόμενοι στον Τύπο δύο στόχους έχουν: την εμπορευματοποίηση της πληροφόρησης για να καταστήσουν επικερδή την επιχείρηση και τη χρησιμοποίηση της έντυπης δύναμής τους ως μέσο κερδοφόρων συναλλαγών.
Ήταν τότε, το 1987, το πρώτο άνοιγμα της διαπλοκής επιχειρηματιών στον Τύπο. Ως τότε οι εκδότες είχαν άμεση σχέση με τη δημοσιογραφία, και μάλιστα την καλή δημοσιογραφία, και η επιχειρηματική δραστηριότητά τους περιοριζόταν στον Τύπο.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '90 το σκηνικό αλλάζει ριζικά. Η ιδιωτική τηλεόραση και ραδιοφωνία προσελκύει κυρίως επιχειρηματίες. Για δύο λόγους: απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια και αποκτάται μεγάλη πολιτική δύναμη, η οποία και αξιοποιείται «δεόντως»...
Οι νομοθετικές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ απέτρεψαν, στη χώρα μας, την υπερσυγκέντρωση των ΜΜΕ υπό τον έλεγχο ενός ή δύο επιχειρηματιών. Είναι μέτρο θετικό, αλλά δεν αποτρέπει ούτε την εμπορευματοποίηση της πληροφόρησης ούτε τον αποπροσανατολισμό και την απολιτικοποίηση των πολιτών ούτε την παρέμβαση στην πολιτική, είτε μεμονωμένα από τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ είτε συλλογικά, όταν τους ενώνουν κοινά συμφέροντα και κοινοί στόχοι.
Αν στην Ελλάδα απετράπη, μερικώς, η δημιουργία μονοπωλιακών καταστάσεων στον χώρο των ΜΜΕ, στην Ιταλία ο Μπερλουσκόνι πέτυχε να ελέγχει το 50% περίπου της τηλεοπτικής αγοράς, εφημερίδες, περιοδικά, εκδοτικούς οίκους, εταιρείες σφυγμομέτρησης, δηλαδή μέσα με τα οποία ασκείται άμεση πολιτική παρέμβαση. Ο Μπερλουσκόνι είναι υπεύθυνος που συγκέντρωσε στα χέρια του τόσο μεγάλη εξουσία; Γιατί; Τη δουλειά του έκανε...
Οι ιταλοί ψηφοφόροι φταίνε για την υπερεξουσία του κ. Μπερλουσκόνι; Όχι βέβαια. Ο σοσιαλιστής Κράξι τού άνοιξε τον δρόμο παρέχοντάς του τις πρώτες τηλεοπτικές συχνότητες και η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία με την περίφημη «Λευκή Βίβλο» για την τηλεόραση δεν τόλμησε να θεσπίσει αντιμονοπωλιακές οδηγίες στον ευαίσθητο πολιτικά χώρο των ΜΜΕ.
Ο «μπερλουσκονισμός» είχε διαφανεί και επισημανθεί εγκαίρως, αλλά οι πάντες αδιαφόρησαν ή και ανέχθηκαν αυτή την κατάσταση επιδιώκοντες την υποστήριξή του στη διεκδίκηση της εξουσίας.
Τον Μάρτιο του 1990, αντιπρόεδρος τότε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καταθέτω πρόταση ψηφίσματος και ζητώ την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να αποτραπεί η μονοπωλιακή συγκέντρωση των ΜΜΕ στην Ιταλία. Το ψήφισμα γίνεται ομόφωνα δεκτό από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στην Ιταλία γίνεται πρωτοσέλιδο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες δίδεται μεγάλη δημοσιότητα. Αποτέλεσμα; Το ψήφισμα παραμένει ένα άψυχο κείμενο στο αρχείο μου και ο κ. Μπερλουσκόνι καθίσταται ο «Μεγάλος Αδελφός» της Ιταλίας, μετατρέπει τους ψηφοφόρους σε μηχανάκια μέτρησης της τηλεθέασης, τους μαγνητίζει και αναδεικνύεται με την... «ελεύθερη» ψήφο τους σε πρωθυπουργό της χώρας!
Η Ιταλία περνάει πλέον στην ιστορία ως η πρώτη «τηλεοπτική Δημοκρατία» και ανατρέπει τις προβλέψεις του καημένου Τζορτζ Όργουελ.
Τον θυμήθηκα, διότι και οι Έλληνες συγκαταλέγονται στους ευτυχείς τηλεθεατές που θα απολαμβάνουν για 100 και πλέον ημέρες πώς ζουν πέντε ζευγάρια για 24 ώρες πίσω από την κλειδαρότρυπα!... Είναι η περίφημη εκπομπή «Μεγάλος Αδελφός» και επί το ελληνικότερο «Big Brother»...
«Μεγάλο Αδελφό» χαρακτηρίζει ο Οργουελ την τηλεόραση στο περίφημο και προφητικό βιβλίο του «1984» και Νέα Ομιλία τη γλώσσα αλλά και τη διδαχή της τηλεόρασης.
Γράφει, προς το τέλος, ο Τζορτζ Οργουελ: Κάποιος που θα είχε ανατραφεί μόνο με τη Νέα Ομιλία, δεν θα ήξερε ότι κάποτε η λέξη «ίσος» ή ότι η λέξη «ελεύθερος» σήμαινε «πολιτικώς ελεύθερος».
Την οριστική υιοθέτηση της Νέας Ομιλίας ο Οργουελ την προέβλεπε για το 2050! Φοβάμαι ότι η απόλυτη κυριαρχία του «Μεγάλου Αδελφού» επισπεύδει την καθιέρωση της Νέας Ομιλίας, την ανατροπή των αξιών και αρχών της Δημοκρατίας και την αντιστροφή των όρων στις σχέσεις πολιτικής εξουσίας και ΜΜΕ.
Φοβάμαι και αυτό είναι το χειρότερο ότι πολιτικοί και ΜΜΕ έχουν «αλληλοδεθεί» και «αλληλοσυνδεθεί» σε έναν φαύλο κύκλο, μέσα στον οποίο έχουν εγκλωβισθεί οι τηλεθεατές-ψηφοφόροι.
Δυστυχώς, το δίδαγμα και από τα διαδραματιζόμενα στη χώρα μας είναι ένα: όσο η εκλογή και ενός απλού βουλευτού συναρτάται προς τον αριθμό των εμφανίσεών του στα «παράθυρα» και όσο η επιλογή των πολιτικών της «τηλεόρασης» εξαρτάται από τους καναλάρχες και τους δημοσιογραφικούς αστέρες, η πολιτική επικυριαρχία του «Μεγάλου Αδελφού» συνεχώς θα ενισχύεται.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...