Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Όταν οι όψιμοι επικριτές διατελούσαν εν αδεία



    Το ανάθεμα για την περίοδο της μεταπολίτευσης,  μέσα στη γενικότητα, αδικεί ένα κομμάτι υγείας,  που λειτούργησε πέρα από το δικομματισμό,  πέρα από την απαξίωση της πολιτικής, πέρα από την λογική του πελατειακού κράτους. Και μέσα από αυτή τη στήλη, κατά καιρούς έχω  στηλιτεύσει   και εγώ αυτή περίοδο,  όχι μόνο με αφορμή τη κρίση  και το δραματικό παρόν, αλλά και τότε που ανθούσε ακόμα το χρηματιστήριο  τη δεκαετία του 1990. Τότε που ο Σημίτης, έσπαγε τους δεσμούς με το παρελθόν, της μίζερης Ελλάδος και έκανε άλματα στο μαγικό κόσμο των αγορών.   Δεν πανηγυρίζαμε με την ανάληψη της διοργάνωσης των ολυμπιακών  αγώνων, ούτε δοξάσαμε το λάιφσταιλ. Δεν είμαστε ποτέ συγκαταβατικοί απέναντι στην διαφθορά.   Οι σημερινές επικρίσεις  για την περίοδο της μεταπολίτευσης,  δεν είναι αποτέλεσμα  αντίδρασης, είναι η συνέχεια εκείνου του λόγου,  που τόνιζε  την παρακμή και την  πολιτισμική παράλυση, όταν οι όψιμοι επικριτές  διατελούσαν έν αδεία .


Κάνω την επισήμανση, γιατί αυτοί που σήμερα φωνάζουν, για τα κακά του παρελθόντος που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή, ποτέ  κατά το παρελθόν, που τους εξυπηρετούσε, δεν αντέδρασαν. Απεναντίας αντιδρούσαν στους λίγους που μιλούσαν, χαρακτηρίζοντας τους μίζερους και γραφικούς.  Να που δεν είναι έτσι,  όταν οι εκείνοι, λειτουργούσαν μες την καλή χαρά, εμφορούμενοι από την άνοδο του χρηματιστήριου και τις πρόσκαιρες απολαύσεις που παρείχε η φούσκα της οικονομίας,  οι άλλοι έβγαιναν  τολμηρά πάνω  από νοσταλγίες και καταστροφολογίες και έστελναν σήμα κινδύνου. Ε! λοιπόν αυτοί  σήμερα μπορούν να κρίνουν την περίοδο της μεταπολίτευσης, γιατί παρότι δικαιωμένοι,  κρατούν χαμηλούς τους τόνους  και δεν  ρίχνουν στην πυρά 40 χρόνια, που είχαν  όπως και να το κάνουμε   και καλές στιγμές.
Με όλες αυτές τις όψιμες ισοπεδωτικές φωνές,   από πληγωμένους και έντρομους  που για χρόνια είχαν βυθιστεί στον  ύπνο του δικαίου,  και όταν   ξύπνησαν βρέθηκαν στο χώμα,  κινδυνεύουμε άμεσα να οδηγηθούμε στην εκτροπή.  Σε  άκρατους νεοφιλελευθερισμούς,  με κεντρικό σύνθημα ο θάνατος σου η ζωή μου, η σε  φασιστικά ακροδεξιά μονοπάτια,  τραγουδώντας «γιατί χαίρετε ο κόσμος και χαμογελάει  πατερά;» Κανείς δεν ξέρει τι θα μας ξημερώσει . Η εκκρεμότητα, η αβεβαιότητα, συνεργάζονται στη δημιουργία μίας ατμόσφαιρας βαθιά μολυσμένης.
Το σημερινό ναυάγιο, αλλά και η στάση της   κοινωνίας, που το παρακολουθεί,   δεν προέκυψαν μεμιάς. Σήμερα και πάλι χρειάζονται οι ψύχραιμες φωνές,  χωρίς ισοπεδωτική διάθεση να περιγράφουν αυτά που προηγήθηκαν με μάτια καθαρά και να ανοίξουν διεξόδους για το μέλλον

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Εμπιστοσύνη μηδέν



Σε άλλες εποχές  μια δήλωση του αρμόδιου Υπουργού  ήταν αρκετή για να διακρίνουμε τις προθέσεις της κυβέρνησης.     Σήμερα  ακόμα και το αυτονόητο  όπως,   ο έλεγχος για  τα πλαστά δικαιολογητικά στις προσλήψεις του δημοσίου,  σε κάνει να σκέπτεσαι  παρότι τα έχεις όλα γνήσια ότι είσαι υποψήφιος για απόλυση. Και πώς να δείξεις εμπιστοσύνη με όλα αυτά που προηγήθηκαν τα τελευταία χρόνια;  
Πώς να εμπιστευτείς μια κυβέρνηση που εκτελεί διατεταγμένοι υπηρεσία;
Το παραδέχομαι.   Υπήρξα «εχθρικός»  προς όλες τις κυβερνήσεις,  από το 1974 μέχρι  και σήμερα. Από την πρώτη κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μέχρι την συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου. Παρά τη δεδηλωμένη  θέση μου,   ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ,  το δικό τους μίσος  για μένα. Χρειάστηκε να περάσουν 40  χρόνια  και βεβαίως ο κυνισμός, της παρούσας κυβέρνησης, για να καταρρεύσει  εξ ολοκλήρου,   η  υποβόσκουσα εμπιστοσύνη,  που νοιώθει ο κάθε πολίτης  και παρά τις αντιθέσεις, για το κράτος του.
Δεν αντιλέγω: στις περισσότερες των περιπτώσεων,   τα κίνητρα των πολιτικών που άσκησαν εξουσία, είχαν απέξω τα λαό, ποτέ όμως δεν είχαν τέτοια εχθρική στάση απέναντί  του.  Ποτέ η εξουσία κατά το παρελθόν δεν έβγαλε τόσο μίσος. Αδιαφορία, σκοπιμότητα, ψευτιά,  κοροϊδία, ναι, όχι όμως μίσος.
Βλέπεις  την εκδίκηση στα μάτια τους, όταν αναφέρονται σε  εργαζόμενους, σε συνταξιούχους, σε επαγγελματίες. Αυτή η κυβέρνηση  μισεί το λαό  και προσπαθεί  με κάθε τρόπο να του προσάψει, όλες τις αμαρτίες που έκαναν οι κυβερνήσεις, από το ’ 74 και μετά.  Το παράδοξο είναι, ότι αυτές οι κυβερνήσεις ήταν  των κομμάτων τους, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.   

Τι ευθύνη έχει ο άνεργος, ο συνταξιούχος, ο εργαζόμενος, ακόμα και αυτός που τον οδήγησαν στην τράπεζα να πιστωθεί γιατί του έταξαν καλύτερη ζωή, ζωή που δεν την είχε, ούτε και χρήματα φυσικά για να την κυνηγήσει. 
Μπροστά σ’ αυτό το Βατερλό δεν πρέπει να ξεχνάμε την ισχυρή Ελλάδα που μας πούλησε ο Σημίτης, τον «εκσυγχρονισμό», το πάρτι του Χρηματιστηρίου, την Ολυμπιακή φιέστα, τα μαγειρεμένα στοιχεία, τα ομόλογα που έκαναν φτερά, τους κουμπάρους το ηθικά-νόμιμο, το ξεπούλημα του κράτους, τα σκάνδαλα το μεγάλο φαγοπότι με τους εξοπλισμούς. Τι σχέση είχε ο Λαός, που σήμερα λοιδορείτε, με όλα αυτά τα εγκλήματα;
Τα δύο μεγάλα κόμματα, που κυβερνούν τη χώρα εναλλάξ από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, αυτά είναι υπεύθυνα για το οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο της χώρας. Αυτοί  οι πολιτικοί οργανισμοί εξέθρεψαν και παρότρυναν την κακοδιοίκηση, τη διαφθορά, την ατιμωρησία, τη σπατάλη, αυτοί εξέθρεψαν την κρίση.
Το παρελθόν τους βαραίνει και αντί να σκύψουν το κεφάλι  βγάζουν όλη την κακία τους,  δείχνοντας  πόσο μικρόψυχοι  είναι   απέναντι στο λαό τους.  Θα το πληρώσουν!

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Το μεγαλείο της σύγκρουσης

Σήμερα  ήθελα να γράψω, για το μεγαλείο της σύγκρουσης, για την ελπίδα της αντίδρασης. Τελικά έχει πολλούς δεξιούς αυτή η  χώρα. Δεξιούς που ξεκινούν  από την «Χρυσή Αυγή και φτάνουν μέχρι τις παρυφές της Αριστεράς Το χειρότερο όμως,  έχει   πολλούς, πάρα πολλούς,  μέσα στην ίδια την αριστερά.
Το διάστημα που προηγήθηκε,  έφτιαξε συνειδήσεις, εκπαίδευσε συναίσθημα.   Μια κοινωνία χωρίς όραμα, χωρίς συμμετοχή, χωρίς δράση, που αρέσκεται να σχολιάζει και κατά βάθος να χαίρεται με τη φωτιά που μας καίει.
Μόνο μέσα σ’ αυτό το δεξιό κλίμα, μπορούν  να ευδοκιμήσουν   όλα αυτά που ζούμε σήμερα στην πατρίδας μας.  Ήταν εύκολο τελικά. Ποιος τολμούσε πριν λίγα χρόνια να μιλήσει για απολύσεις, στο δημόσιο; Στις μέρες μας,   η λέξη πέρασε τις εξετάσεις, και οι αριθμοί  πλέον έχουν το πρώτο λόγο. 20.000, 30.000.  Όχι άνθρωποι. 


Τώρα για την πολιτική.   Το έχω διατυπώσει με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά. Η ουσία είναι ότι σήμερα δεν το προσπερνάω  με αδιαφορία. Δεν αντέχω να ζω, μέσα σ’ αυτήν την ελαφρότητα του «φαίνεσθαι». 
Μέσα από την παθογένεια του μεταπολιτευτικού σκηνικού, η πλειονότητα των πολιτικών μας έχει μάθει να προβάλλει «το φαίνεσθαι πάνω στο είναι». Στην πολική πάντα υπήρχε η λογική της αγοράς. «Να πουλήσει». 
Tι; Φρούδες ελπίδες,  «φύκια για μεταξωτές κορδέλες».
Το κακό σήμερα,  παράγινε,  οι πολιτικοί συνεπικουρούμενοι από τα ηλεκτρονικά κυρίως μέσα ενημέρωσης,  πουλάνε σε απίστευτες δόσεις «αέρα κοπανιστό», να φανεί πως κάτι κάνουν και ας μην κάνουν τίποτα.  
 Με εννοιολογικά  θραύσματα, λαϊκίστικα στερεότυπα, γενικεύσεις αλλά και υπεραπλουστεύσεις προσπαθούν να δημιουργήσουν  μία εικόνα, που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Πως λοιπόν να αντέξεις μέσα σε ένα  τέτοιο περιβάλλον ψευτιάς και υποκρισίας; Πώς ν’ αντέξεις, μέσα σε ένα  θλιβερό «φαίνεσθαι», όταν  γνωρίζεις πολύ καλά το «είναι»;
Πώς να αντέξεις αν δεν συγκρουστείς; Και μπορεί να χάσεις, θα κερδίσεις όμως ελεύθερες ανάσες  και  κυρίως αυτοσεβασμό. Σήμερα  ήθελα να γράψω, για το μεγαλείο της σύγκρουσης, για την ελπίδα της αντίδρασης


 

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Το συνηθίσαμε το άδικο



Οι νέες αξιώσεις της τρόικας, δεν αποτελούν είδηση.   Ούτε και η στάση της κυβέρνησης. Τα επιχειρήματα βέβαια όσο περνάει ο χρόνος εξαντλούνται. Παλαιότερα  υπήρχε η απειλή της πτώχευσης,  σήμερα όμως τι να πουν, για πια πτώχευση να μιλήσουν  στους φτωχούς; Πόσα μέτρα πια να προσθέσουν …Τα χρονοδιαγράμματα μας τελείωσαν, η νέα ορολογία κάνει λόγο, δια βίου, του δικού μας και των γενεών που έρχονται. Δια βίου φτωχοί…
Όμως για να φτάσουμε εδώ, δόθηκε  πολύ αξία στους τύπους και αγνοήθηκε η ουσία.
Όταν το τυπικό, επιχειρεί να υπερκεράσει την ουσία, τότε πρέπει να ανησυχούμε. Σε μια χώρα παραδομένη στους δανειστές της. Σε μια κατ’ επίφαση δημοκρατία, αφού οι όποιες αποφάσεις, δεν αντιπροσωπεύουν, τη λαϊκή βούληση, αλλά υπαγορεύονται από ξένα κέντρα… Μας πειράζουν οι τρίχες.   Το χειρότερο δεν είναι κάποιες φωνές αντίδρασης, αυτές πάντα θα υπάρχουν. Το χειρότερα είναι ο εθισμός στο άδικο. Και είναι άδικο προβλήματα ζωτικής σημασίας να περιμένουν τη σειρά τους. Είναι άδικο ο τύπος να προηγείται της ουσίας. Είναι άδικο την ετοιμοθάνατη κοινωνία   να την αφήνουμε να περιμένει.
«Γι’ αυτό» υποστηρίζει ο κ. Ν. Δήμου «πολλοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί αποφασίζουν να ακολουθήσουν ό,τι δεν μπορούν να πολεμήσουν».

Έτσι αυτός ο ταλαιπωρημένος Λαός, ενισχύεται στο παραλήρημα του. Αντί να έχει απέναντί του νηφάλιους, διαυγείς, λογικούς δασκάλους, που να τον βοηθήσουν να ξεχωρίσει την αλήθεια από το μύθο, βρίσκεται μπροστά σε παραμυθάδες οι οποίοι τον ταΐζουν το ναρκωτικό, που επιτείνει την εξάρτηση του.
«Φταίτε και εσείς οι δημοσιογράφοι για όλο αυτό το μπάχαλο», μου είπε πρόσφατα ένας αναγνώστης. Φταίνε κάποιοι δημοσιογράφοι, που είναι βασιλικότεροι του βασιλέως, είναι απάντηση. Φταίει και ένα κομμάτι του λαού που νομιμοποιεί την πρακτική τους και την επιβραβεύει, υπάρχει όμως και ένας άλλος Λαός, που οργίζεται με τα έργα τους, ή νοιώθει ακόμα και ντροπή.
Όταν η κοινωνική συνοχή είναι απούσα, και η αντίδραση δεν εκπορεύεται από τα γενικότερα συμφέροντα ενός Λαού, είναι προφανές ότι δεν θα λείψουν τέτοια λυπηρά φαινόμενα. Φαινόμενα που διαπερνούν όχι μόνο το χώρο των Μ.Μ.Ε και της πολιτικής αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας.


Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...