Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Πού είσαι Κολοκοτρώνη...

Παραμονή εθνικής επετείου και μάλιστα ξεχωριστής. Αύριο συμπληρώνονται 200 χρόνια από 1821. Ευτυχώς η πανδημία συμβάλλει τα μέγιστα, για να μην το τερματίσουν οι απόγονοι αυτών που δίκασαν τον Κολοκοτρώνη σε θάνατο. Οι επετειακές εκδηλώσεις θα γίνουν απόντος του λαού. Όχι βέβαια που τα προηγούμενα χρόνια εγίνοντο με την παρουσία του.


Κάθε χρόνο τα ίδια, η ίδια φωτογραφία που με το καιρό ξεθωριάζει και η επανάληψη που έχει γίνει αφόρητη. Η Ελλάδα να ανάβει κεράκια στις ημερομηνίες της ιστορίας της.
“Όταν ένα γεγονός αναβιώνεται (συμβολικά) κάθε χρόνο, όταν κάθε χρόνο προκαλεί χιλιάδες λέξεις, σύμβολα, εικόνες, εκδηλώσεις, είναι φυσικό σε λίγο να γεννάει μόνο κορεσμό και ανία”, υποστηρίζει ο Νίκος Δήμου σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα του.
“Όλες αυτές οι γιορτές είναι συστατικά στοιχεία του εθνικού μας λαϊκισμού. Ανήκουν στο πλέγμα της αυτοδοξολόγησης και αυταρέσκειας, το οποίο καλλιεργούν οι ηγέτες αυτής της χώρας από το '21 και δώθε. Οι γιορτές χρησιμεύουν για να προβάλλουν τους άρχοντες και να χορταίνουν το λαό. Να τον χορταίνουν με λόγια και παράτες - γιατί η ουσιαστική του ένδεια δεν καλύπτεται με δοξολογίες... Αν θέλουμε κάποτε να ξεφύγουμε από την επιφάνεια και να πάμε στην ουσία, να αφήσουμε το παρελθόν και να στραφούμε στο μέλλον, πρέπει να περιορίσουμε αυτή τη συνεχή επετειολογία. Την ιστορία να την κάνουμε πεδίο γνώσης και σκέψης, και όχι δεκάρικους. Να φύγουμε από την ατμόσφαιρα του μνημόσυνου και να πάμε στην ατμόσφαιρα της γέννας, της δημιουργίας!
Γιατί γνώρισμα ενός ζωντανού λαού δεν είναι πως έχει ιστορία, αλλά πως φτιάχνει ιστορία.”
Πολλές ανέξοδες ατσαλάκωτες και άκαπνες μπλε σημαίες απλώθηκαν στο διαδίκτυο αυτές τις μέρες της πλειοδοσίας του “πατριωτισμού” και της πατριδοκαπηλίας.
Εδώ έχει γίνει παρεξήγηση. Εμείς που δε βάζουμε σημαίες στο μπαλκόνι, που δεν πάμε στην παρέλαση. Εμείς που δεν σταυροκοπιόμαστε, που δεν ζητάμε πιστοποιητικά πατριωτισμού και ελληνικότητας, δεν σημαίνει ότι δεν αγαπάμε την πατρίδα . Δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε Έλληνες.
Εμείς ακούμε Χατζιδάκι , διαβάζουμε Ελύτη, Ρίτσο, Σεφέρη και όλους τους μεγάλους ποιητές μας. Εμείς Λατρεύουμε αυτή τη χώρα, τη πατρίδα μας, μέσα από τα γράμματα και τον πολιτισμό της.
Το λάθος μας είναι ότι η αποστροφή μας στα “πατριωτικά” τσιτάτα, άφησε χώρο σε όλους αυτούς τους “ υπερπατριώτες” να ντύνονται στα μπλε πάνω από τα μαύρα. Η αγάπη μας όμως είναι στέρεα, γιατί πηγάζει μέσα από ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Δεν ξέρω αν μπορούσε να γίνει αλλιώς, αν έπρεπε να γίνουμε κάποιοι άλλοι για να μην προλάβουν οι “άλλοι”. Οι άλλοι “που καταδίκασαν το Κολοκοτρώνη σε θάνατο” Σήμερα μια μαυρίλα απλώνεται στη χώρα, οι ψυχές πλακώνονται από απαισιοδοξία, από την ταγκή γεύση της ήττας.
Αυτές τις μέρες χωρίς, κάποια επιχειρήματα που να δικαιολογούν την αισιοδοξία, από αίσθημα αυτοσυντήρησης περισσότερο, επαναλαμβάνω:
«Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, δεν τη σκιάζει φοβέρα καμιά. Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα εκτός φοβερού σεισμού , που θα την σκεπάσει η θάλασσα , δεν πεθαίνει οι άνθρωποι όμως;
Παραμονή εθνικής επετείου. Για άλλη μια φορά το μπλε μου φέρνει αποστροφή, αποστροφή για τα όσα προηγήθηκαν. Αποστροφή, που στο βωμό του εθνικού ιδεώδους, εγκλημάτησαν, στέρησαν την ανθρώπινη ελευθέρια. Με χαλάει που το φορούν κάτι φασιστοειδή που το παίζουν δημοκράτες. Και όμως το μπλε είναι της θάλασσας και οι αποχρώσεις του, του ουρανού. Έτσι πεθαίνουν οι λέξεις.
“Αυτός που κρατάει την σημαία είναι που της δίνει νόημα, άλλο η σημαία στα χέρια του Παπαφλέσσα και άλλο στα χέρια του ταγματασφαλίτη συνεργάτη των Ναζί”.
200 χρόνια από την ηρωική επανάσταση του '21 και οι εορταστικές εκδηλώσεις με την σφραγίδα της αισθητικής της Γιάννας Αγγελοπούλου Δασκαλάκη και απόντος του Λαού φυσικά...

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2021

Για όσους αντλούν δύναμη από το μέλλον…

Τέτοια εποχή πέρυσι βαδίζαμε στα τυφλά, όχι βεβαία που μετά από ένα χρόνο ξέρουμε τι κάνουμε. Μας παίζουνε ακορντεόν αγνοώντας ότι το ακορντεόν είναι όργανο. Όμως κάτι τα εμβόλια, κάτι οι χιλιάδες νεκροί που δεν είναι από μια απλή γρίπη, κάτι οι διασωληνωμένοι, που έχουν φρακάρει τα νοσοκομεία, όπως και να το κάνουμε έχουμε ένα μπούσουλα.


Το έγραψα πέρυσι χωρίς μπούσουλα το ξαναθυμίζω φέτος που η εμπειρία έχει περάσει στο βιογραφικό, μας. Αποτελούμε πλέον αναφορά για τις επόμενες γενιές, όπως αυτοί που ζήσανε τον πρώτο και το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, την κατοχή και την ισπανική γρίπη. Είμαστε οι γενιές του κορωνοϊού, κάτι είναι και αυτό, να μην πάμε άκαπνοι. Είναι η πρώτη φορά που θα είμαστε μέρος της μεγάλης Ιστορίας και απέναντι μας, όχι ένας κοινός εχθρός, αλλά ένας αόρατος φονικός εχθρός.
Αυτός ο κορωνοϊός είναι η ευκαιρία μας, όσο τον μαθαίνουμε τόσο θα μαθαίνουμε για τον εαυτό μας και για τη ζωή.
Είναι σοκαριστικό αυτό το αόρατο, Παρόλα αυτά είναι και συναρπαστικό, οι σκέψεις που κάνει κάποιος τώρα είναι πέρα από τη λογική.
Γίνεται ένα ελκυστικό παιγνίδι με το χρόνο, που δεν καταργεί ακριβώς το μέλλον, αλλά αποθεώνει το παρόν. Σε ένα παρόν που απέναντι στον κορωνοϊό είμαστε όλοι ίσοι και αυτό έχει μια φυσική τιμιότητα, μια δικαιοσύνη. Και επειδή είμαστε ίσοι γι΄ αυτό συστρατεύει όλη την ανθρωπότητα εναντίον του, σε διαφορετική περίπτωση για άλλη μια φορά τη νύφη θα πλήρωναν οι μαλάκες, όλοι εμείς δηλαδή οι ταπεινοί και οι καταφρονεμένοι αυτού του πλανήτη.
Ζούμε μια ενδιαφέρουσα περίοδο. Πριν τελειώσει, που θα τελειώσει σύντομα, έχει αξία να αποθεώνουμε την κάθε στιγμή της. Δεν έχουμε κάθε φορά την ευκαιρία, να περνάμε τόσο δύσκολα.
Άρχισα να αφαιρώ μια άνοιξη, και άλλη μία, που δεν είναι και Άνοιξη, άλλωστε έχουμε αφαιρέσει τόσα σ΄ αυτή ζωή.
Για όσους αντλούν δύναμη από το μέλλον...Είμαστε λίγο πιο μπροστά... αρχές καλοκαιριού, άλλωστε έχουν περάσει και τόσα πολλά χρόνια από την εποχή που γνωρίζαμε, ότι «είμαστε από ύλη που είναι φτιαγμένα τα όνειρα» Και εμείς στα όνειρα μας έχουμε απαιτήσεις « Βρεθήκαμε με ένα σύννεφο αγάπης στα χέρια σαν το ψάρι έξω από τα νερά του και με μια γροθιά έρωτα στο στήθος σαν κολασμένοι κατά λάθος στο παράδεισο»
Διότι, τελικά δεν είναι «οι παλιές αγάπες που πηγαίνουν στο παράδεισο», αλλά εμείς που τον κερδίζουμε περνώντας όμως προηγουμένως από την κόλαση.

Για να μην μείνουν πόθοι ασεβείς

Τα γράφω τα ξαναγράφω, κάτι μένει απ' όλα αυτά. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι στον κόσμο που εκείνη την ώρα κοιτάζουν τον ουρανό για να διαβάσουν κάτι.


Πάντα έτσι συμβαίνει. Ο Μάρτης δεν φέρνει την άνοιξη, την αναγγέλλει όμως και περιμένει το χειμώνα να εκδηλώσει τους τελευταίους του σπασμούς.
Είναι κάποια πράγματα που όσο η ζωή κι αν επιτάσσει, αυτά μένουν εκεί, στάσιμα. Δυστυχώς σε μια κοινωνία, που χαρακτηρίζεται από υψηλές ταχύτητες, εφοδιασμένη με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, υπάρχει κάπου η ανορθογραφία της, για να επιβεβαιώνει τον κανόνα. Λυμένα πράγματα από καιρό, τα επαναφέρουμε στο τραπέζι των ατέρμονων συζητήσεων, για να τα μπερδέψουμε και ράβε ξήλωνε δουλειά να μην μας λείπει. Και είναι το φαινόμενο σήμερα, πιο ορατό από ποτέ γιατί η αντίθεση μεγαλώνει και κάνει το περπάτημα σημειωτόν.
Η τελευταία πρόταση συνήθως παραπέμπει σε μια επιτροπή. Η τελευταία ελπίδα, σχεδόν πάντα σε μια επιτροπή πνίγεται. Πολλά ζητήματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με ένα καταφατικό νεύμα, βαλτώνουν για χρόνια, ανάμεσα σε επιτροπές αναρμόδιων, που το μόνο που ξέρουν καλά είναι να κερδίζουν χρόνο.
Ο φόβος, ο θυμός, η πίκρα, η ανασφάλεια, η μελαγχολία, που βγαίνουν μέσα από τις λέξεις που τελευταία βάζω στη σειρά, μην σας τρομάζουν. Προειδοποίηση κινδύνου είναι για να τις αποφύγουμε.
Στα αδιέξοδα των εικονικών λεωφόρων, στροφή επιτόπου, υπάρχουν δρόμοι που οδηγούν σε ασφαλή σημεία εκεί που ο πλούτος δεν μετριέται, εκεί που δεν υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας. Συμφωνούμε απόλυτα κυρία μου, που δεν σε βλέπω, αλλά σε ακούω ανάμεσα από δύο τραγούδια
"Πολύ σωστά έχετε ένα φόβο. Ακόμα πιο σωστά σκέφτεστε ότι όλα αυτά θα μείνουν πόθοι ασεβείς. Ποιος θα σου δώσει πίσω τη ζωή τα χρόνια σου όσα ξέχασες; Αν δεν φροντίσει κανείς μόνος του να καταχωρίσει κάπου τα σημαντικά του είναι καταδικασμένα στην αιώνια λήθη. Αφ ενός γιατί ποιος νοιάστηκε παιδιά για τις αναμνήσεις και τα σώψυχα του άλλου, αφ ετέρου εσύ που νοιάζεσαι γιατί είναι δικά σου μεγαλώνεις και οδεύεις προς μίαν ωραία άνοια όπου δεν θα θυμάσαι ούτε το όνομά σου. Γι αυτό φωνάζω έξω τις νύχτες: γράψτε, ζωγραφίστε, τραγουδήστε, μιλήστε, πείτε τα φωναχτά στον άλλον, τους άλλους, όπου έχει ο καθένας. Μεταδώστε την πληροφορία θα έλεγε ένας τεχνοκράτης. Στείλτε σήματα καπνού λέμε εμείς. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι στον κόσμο που εκείνη την ώρα κοιτάζουν τον ουρανό για να διαβάσουν κάτι”.

Κάθε τοίχος είναι μια πόρτα εξόδου

Ένας χρόνος και πλέον εγκλεισμού, με κάτι διαλείμματα. Δεν αντέχει άλλο ο κόσμος. Το βλέπουν αυτό οι μαθητευόμενοι μάγοι και ετοιμάζονται να χαλαρώσουνε τα μέτρα. Όχι δεν μειώθηκαν τα κρούσματα, απεναντίας αυξήθηκαν επί χίλια. Και θανάτους έχουμε πάνω από 50 κάθε μέρα και διασωληνωμένους μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο. Φαίνεται σκέφτηκαν ότι με τον εγκλεισμό ρίχνουν αλάτι στη πληγή και άλλαξαν ρότα.


Ξέρετε πόσο βασανιστικό είναι σήμερα να υποχρεώνονται άνθρωποι να μένουν μονοί; Δύσκολα ξύπνησα με ένα βάρος.
Χθες με αφορμή την “Μαρκίζα” έγραφα για τις παλιές φωτογραφίες και για το πόσο ευεργετική ενέργεια προσφέρουν στο παρόν μας. Είναι χρήσιμο να κοιτάμε διαρκώς προς τα πίσω, για να αντλήσουμε λίγο νόημα, μήπως και με το νόημα του παρελθόντος φωτίσουμε τον ζόφο του παρόντος και ανοίξουμε δρόμους προς το μέλλον.
Το ξαναδιάβασμα του παρελθόντος αυτές τις μέρες που κυριαρχεί ο φόβος και η ανασφάλεια, μπορεί να είναι προωθητικό.
Η Κέρκυρα ευωδιάζει Άνοιξη. Σκορπάει αρώματα που θεραπεύουν την ένταση και το άγχος, που διασκεδάζουν τον φόβο και την απαισιοδοξία, ημερεύει τα πρόσωπα και διώχνει τις ρυτίδες.
Ανοίξτε το παράθυρο κλείστε την τηλεόραση…. Εκεί να δείτε ευκρίνεια χρωμάτων. Το νησί μας δίδεται σε όποιον έχει τις αισθήσεις ανοιχτές. Αυτό ζητάει σήμερα το κουρασμένο σώμα και ο κουρασμένος νους. Ένα άρωμα, ένα χρώμα.
Την επόμενη μέρα μπορεί τον ιό να τον έχουμε νικήσει, αλλά θα είναι δύσκολα. Την επόμενη μέρα θα ξεκινήσει η πραγματική μάχη. «Κάθε τοίχος είναι μια πόρτα εξόδου", λέει σωστά ο Έμερσον. Ας μην ψάχνουμε αλλού την πόρτα εξόδου παρά στον τοίχο όπου είμαστε στρυμωγμένοι. Αντιθέτως, ας αναζητήσουμε την ανάπαυλα εκεί όπου βρίσκεται, δηλαδή στο κέντρο της μάχης. Γιατί, κατ’ εμέ εκεί βρίσκεται.
Άλλοι θα πουν ότι αυτή την ελπίδα τη φέρνει ένας Λαός· άλλοι, ένας άνθρωπος. Πιστεύω αντιθέτως ότι αυτή η ελπίδα υποκινείται, αναπτερώνεται και συντηρείται από χιλιάδες μοναχικούς, η δράση και το έργο των οποίων αναιρούν καθημερινά τα σύνορα και τα πιο χονδροειδή προσχήματα της Ιστορίας, ώστε να λάμψει φευγαλέα η αενάως απειλούμενη αλήθεια που ο καθένας τρέφει, μες στις πίκρες και τις χαρές του, για το καλό όλων

Η Μαρκίζα

Προλογίζει ο Μάνος Ελευθερίου: «Ένα απόγευμα, που είχα πιει λίγο παραπάνω -για να μην πω ότι ήμουν εντελώς μεθυσμένος- κάθισα κι έγραψα! Εκείνη την εποχή διάβαζα ένα μυθιστόρημα του Γιάγκου Πιερίδη. Αφορούσε ένα ζευγάρι που είχε χωρίσει και συναντήθηκε, μετά από χρόνια, κάτω από μία μαρκίζα μία βροχερή μέρα και σχεδόν δεν θυμούνταν ο ένας τον άλλο! Είχα κι εγώ μια εμπειρία: Βροχή κι εγώ στην Πανεπιστημίου βρεγμένος μέχρι το κόκκαλο, τρέχω κάτω απ' τη μαρκίζα του ξενοδοχείου "Μετρόπολις", στη γωνία Πανεπιστημίου και Μπενάκη και κοιτάζω τη βροχή. Η ανάμνηση αυτής της σκηνής συνδέθηκε με τη σκηνή του τραγουδιού».




Το ραδιόφωνο παίζει τη “Μαρκίζα”. Δεν ξέρω γιατί όταν ακούω αυτό το τραγούδι στο μυαλό μου έρχονται παλιές φωτογραφίες.

Ό,τι από σένα τώρα έχει μείνει
σε μια φωτογραφία της στιγμής
είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη
σ’ εκείνο το τοπίο της βροχής.

Πάντα μου άρεσαν οι παλιές φωτογραφίες, αυτές που ξεθωριάζουν λίγο με το χρόνο, που κιτρινίζουν στις άκρες, που μυρίζουν πολυκαιρία, που γεμίζουν ρυτίδες από το τσαλακωμένο χαρτί. Είναι ελκυστικό να τις διαβάζεις, σε ταξιδεύουν στο χρόνο πίσω για κλάσματα του δευτερολέπτου και σε γυρίζουν και πάλι στο παρόν. Οι διαφορές είναι αναμενόμενες, εκείνο όμως που συναρπάζει είναι οι ομοιότητες, ίδια ματιά από τη μονοψήφια ηλικία μέχρι σήμερα.

Όλα μου λεν πως έχεις κιόλας φύγει
κι ας λάμπει η ξενοιασιά της εκδρομής.
Εσύ όπου να πας, σ’ όποιο ταξίδι,
σε λάθος στάση θα κατεβείς.

Το πιο ωραίο πράγμα σε μια φωτογραφία είναι ότι δεν αλλάζει ποτέ, λειτουργεί ως δίαυλος της μνήμης, κρύβει μέσα της την ιστορία ενός προσώπου, Μοιάζει να αποτελεί το μόνο μέσο για να βρούμε ξανά ίχνη ενός χαμένου παρελθόντος, ένα μοναδικό παράθυρο σε ένα κόσμο που έχει αλλάξει.
Κάθε βλέμμα που κοίταξε το φακό τότε, έρχεται σήμερα μπροστά στα δικά μας μάτια που κοιτάνε αυτές τις φωτογραφίες, που καταφέρνουν να παγώσουν μια στιγμή στο χρόνο, να γίνουν μνήμη.

Χρόνια μετά και κάτω απ’ τη μαρκίζα
σε βρήκα που 'ρθες για να μη βραχείς,
ίδια η βροχή τα μάτια σου τα γκρίζα
μα τίποτα, όπως πάντα, δε θα πεις.

Από ύλη είναι φτιαγμένοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή γινόμαστε όλοι παλιές φωτογραφίες. “Δε λένε ψέματα, ψεύτικος είναι ο πακτωλός των χρωμάτων σήμερα που επί χάρτου υποδύονται μοιραίες διαφορές και τονικότητες”
Και ο Μάνος Ελευθερίου πάνω σε μια παλιά φωτογραφία ύφανε τη Μαρκίζα

Μονάχα εγώ ρωτώ χωρίς ελπίδα
πού μένεις, πού κοιμάσαι και πώς ζεις,
κι εσύ που ξέρεις όσα η καταιγίδα
δεν έχεις κάτι για να μου πεις.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...