Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Σαν σε γυαλί

Όπως και να χει, η ήττα είναι σαν τον έρωτα. Σχεδόν κεραυνοβόλα. Κι ας ετοιμάζεσαι και για τα δύο, χρόνια πολλά πριν για να τα συναντήσεις. Θα φτάσει μονάχα ένα τίναγμα του προσώπου σου ή μια σύσπαση του ματιού για να σε συνεπάρει η μέθη και ένα «όχι τώρα» λες και βγαίνει από στόμα ρομπότ για να σχηματιστεί το ρήγμα. Σαν σε γυαλί. Δίχως καμία πιθανότητα επανασυγκόλλησης.
Η ρωγμή είναι σε μένα είχε πει ηρωικά ο συγγραφέας Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Και δεν αρκέστηκε μονάχα σ’ αυτό, αλλά διακινδύνευσε και το ‘γραψε, παραδεχόμενος μετά παρρησίας ότι:
«Βεβαίως και ολόκληρη η ζωή είναι μια διαδικασία αποσύνθεσης, αλλά τα χτυπήματα που κάνουνε τη φανερή ζημιά - τα δυνατά ξαφνικά χτυπήματα που έρχονται, η τουλάχιστον έτσι δείχνουνε από τα έξω – αυτά τα οποία θυμάσαι και βλαστημάς και σε στιγμές αδυναμίες, τα εξομολογείσαι στους φίλους σου, δεν εμφανίζουν τα αποτελέσματα τους αμέσως. Υπάρχει και ένα άλλου είδους κτύπημα που έρχεται από τα μέσα – το οποίο δεν αισθάνεσαι παρά μόνο όταν είναι πια πολύ αργά για να κάνεις κάτι, όταν συνειδητοποιήσεις τελεσίδικα ότι κατά κάποιον τρόπο δεν πρόκειται ποτέ να ξαναγίνεις τόσο καλός άνθρωπος όσο ήσουν. Το πρώτο είδος σπασίματος μοιάζει να γίνεται γοργά – το δεύτερο συντελείτε σχεδόν χωρίς να το καταλάβεις μα το συνειδητοποιείς εξαιρετικά απότομα».

Το πότε συντελείτε κανείς δεν είναι αρμόδιος να μας υποδείξει. Είναι αναλόγως της ιδιοσυγκρασίας του καθενός.
Όπως και να χει η ήττα είναι σαν τον έρωτα. Σχεδόν κεραυνοβόλα.
Στο φινάλε δεν μπορείς να κρεμάσεις ταμπελάκι «προσοχή εύθραυστον». Θα την τρομάξεις, χώρια που θα έχεις χάσει τη δυνατότητα να την γνωρίσεις όπως είναι πραγματικά, δηλαδή ίδια σαν όλους μας. Με ρήγματα τεράστια , χωρίς καμία διάθεση παραδοχής. Σε μια εποχή που έχει κάνει λαμπόγυαλα ό,τι με αιώνες τώρα είχανε κτίσει και είχαν ελπίσει. Τρελοί όλοι μας στο κυνήγι του χαμένου θησαυρού..
.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

«Γιατί απεργία ρε παιδιά. Φωτιά»

Με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, είχα γράψει ένα κείμενο, με τίτλο «που πήγαν τα λεφτά», ακολούθησαν δηλώσεις του σημερινού πρωθυπουργού «λεφτά υπάρχουν», εννοώντας τους μισθούς και τις συντάξεις. Όταν έγινε πρωθυπουργός εκεί τα αναζήτησε. Η πτώχευση της χώρας ήταν επακόλουθο. «Είμαι ο τελευταίος που θα μπορούσε να μιλήσει για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Ψηλά γράμματα, από την στιγμή μάλιστα που δεν υπήρξαν γεγονότα ( πόλεμοι, σεισμοί λιμοί καταποντισμοί), που είχαμε συνηθίσει σαν αιτίες.
Που πήγαν τα χρήματα; Εύλογο το ερώτημα από τους απλούς ανθρώπους. Εκεί που κατέληγαν πάντα, είναι απάντηση, απλώς φαίνεται, που η συνηθισμένη διαδρομή της διαπλοκής κάπου κόλλησε. Η ελεύθερη αγορά το παράκανε με την ελευθερία και σήμερα ζητάει την βοήθεια του Μαρξ.
Το αμερικάνικο όνειρο που κλείναμε τα μάτια με την ευχή να το ζήσουμε, σήμερα έγινε εφιάλτης.
«Η παρούσα οικονομική κρίση μπορεί να θεωρηθεί η σοβαρότερη από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εκτιμά ο πρώην πρόεδρος της Fed Αλαν Γκρίνσπαν, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στους Financial Times.
Μιλώντας σε συνέδριο του ΟΟΣΑ, στο Παρίσι, ο επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος - Καν τόνισε ότι η κατάρρευση της Bear Stearns που ξεκίνησε στις ΗΠΑ είναι πιο σοβαρή και περισσότερο διεθνής από ότι φάνηκε στην αρχή

Οι κίνδυνοι είναι πολύ μεγάλοι. Το οικονομικό περιβάλλον επιδεινώνεται ακόμα. Τα προβλήματα των ΗΠΑ θα επηρεάσουν άλλες οικονομίες και θα απαιτηθεί μία παγκόσμια απάντηση'» υπογράμμισε
Ποια πρέπει να είναι η απάντηση;
«Τη ζωή που σκότωσα εγώ είναι η ζωή που νοσταλγώ» λέει ένα τραγούδι και το σχόλιο που το συνοδεύει από την φίλη μου του ραδιόφωνου, που έχει την επιμέλεια της εκπομπής, για να φύγουμε από τους οικονομικούς όρους, που μου προκαλούνε αλλεργία..
Κάπως έτσι γίνεται. Μόνο που η ζωή δεν μπορεί να λειτουργήσει σαν αναδρομική έκθεση. Οι πίνακες που χαρακτηρίζουν κάθε σου εποχή είναι δέρμα σου και βλέμμα σου και πίκρα σου και λόγια σου και βάδισμα σου. Είσαι ο ίδιος το πηλίκον και το υπόλοιπο ταυτόχρονα. Όσο για τα μεγάλα μπουμ, δεν υπάρχει τελειωμός. Η φρίκη συνεχίζεται, μπορεί να αλλάζουν οι σκοτωμένοι κομπάρσοι, αλλά οι θύτες είναι γερά κόκαλα και αφήνουν ισχυρότατους διαδόχους. Διάβαζα πως σε μια αφρικανική νομίζω χώρα 100.000 εργάτες ορυχείων που δουλεύουν τρία χιλιόμετρα κάτω από τη γη – το διανοείσαι; - απεργούν γιατί ο μισθός τους είναι 400 δολάρια το μήνα και η εταιρεία που τους έχει σκλάβους, τον τελευταίο χρόνο δήλωσε 400εκ. δολάρια κέρδος. Γιατί απεργία ρε παιδιά; Φωτιά. Τινάχτε τα όλα στον αέρα. Να μην υπάρχουν ορυχεία. Να πεθάνετε με την αξιοπρέπεια ενός λιμού. Όχι με την ταπείνωση ενός σκλάβου. Αφού τοι αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Ο θάνατος.
Αναρωτιέστε που πήγαν τα λεφτά…

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Της δικαιοσύνης κύκλε νοητέ

Σήμερα ένα κείμενο, που είχε γραφτεί με αφορμή κάποιους, που θεωρούν το σήμερα παντοτινό.
Η ζωή κάνει κύκλους λέμε, ευτυχώς, γιατί αν τραβούσε ευθεία και εγώ δεν ξέρω που θα μπορούσε να μας βγάλει.
Αυτό δεν σας το είχα πει, πάντα λάτρευα τους κύκλους, όχι αυτούς, του περιορισμού, που βάζουν φραγμούς στην ελευθερία και επιβάλλουν το σύστημα. Τους κύκλους εκείνους του χρόνου που κάποια στιγμή απονέμουν δικαιοσύνη.
Η ζωή μας κύκλους κάνει και αυτό είναι καλό να μην το ξεχνάμε. Πολλούς απ’ αυτούς τους κύκλους μας δίνεται η ευκαιρία κατά την διάρκεια της ζωής μας, να τους βλέπουμε, να ολοκληρώνονται, άλλοι αργούν περισσότερο και δεν μας δίνουν την χαρά της δικαίωσης, αυτούς πρέπει να τους φανταστούμε…

Υπάρχουν μέρες που δεν ξέρεις τι να πεις, οι λέξεις αρνούνται να μπουν στην σειρά.
Και τι να πεις… όταν ο άλλος ερωτά και απαντά, όταν, ενώ ακόμα ψάχνει τον εαυτό του, μπορεί να γνωρίζει τι κρύβει ο άλλος στη ψυχή του, όταν βαφτίζει με άλλες λέξεις την πραγματικότητα προσπαθώντας να την αποφύγει, σιωπάς…
Δεν σας κρύβω ότι από τέτοιες καταστάσεις, οδηγούμε σε διαλείμματα, χρήσιμα για την ψυχραιμότερη επεξεργασία της έκφρασης.
Δεν υπάρχουν άλλες λέξεις για σήμερα. Και αυτές που προηγούνται δανεισμένες από το παρελθόν είναι.
…………………………………………………………………………………………..
Είχα ξεκινήσει να δώσω συνέχεια στο χθεσινό, μέχρι που, θυμήθηκα τα παραπάνω. Η ζωή κάνει κύκλους λέμε και κάποια στιγμή απονέμουν δικαιοσύνη. Αυτά τα έξυπνα πουλιά που σήμερα συμμαχούν με την εξουσία, ας μείνουν να πετούν πάνω από τα χαλάσματα…

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Καίνε πόλεις και χωριά

Η κυβέρνηση φορώντας γερμανική στολή, συνεχίζει τις εν ψυχρώ δολοφονίες. Εκατό χιλιάδες κεφάλια στο απόσπασμα, προς γνώση και συμμόρφωση. Πρωτόγνωρη βαρβαρότητα κατά του ελληνικού λαού, με δυσβάσταχτους, άνισους και παράλογους φόρους, μέχρι τελικής πτώσεως. Με το σύνταγμα να φοριέται ορθά και ανάποδα, με το άδικο να διαδέχεται το περισσότερο άδικο. Με τον φόβο να μετατρέπεται σε θλίψη.
Μπροστά σ’ αυτή λαίλαπα, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι επαγγελματίες, ο λαός που δεν μπορεί να αντέξει δεν έχει, άλλο δρόμο απ’ αυτόν της αντίστασης και της αλληλεγγύης.
Το τελευταίο διάστημα και σε τοπικό επίπεδο, βλέπουμε, να παρατηρούνται δείγματα φιλοτομαρισμού. Εργαζόμενοι, κατά εργαζόμενων. Μόνιμοι κατά αόριστου και αόριστου κατά ορισμένου χρόνου. Η κρίση και αυτό ίσως είναι το πιο μελανό σημείο, εκτρέφει φαινόμενα κανιβαλισμού. Αν δεν στηριχθούν οι εργαζόμενοι από συναδέλφους τους. Ποιος περιμένετε; Να τους στηρίξει ο Βενιζέλος; Γι αυτούς τους εργαζόμενους, που ξέχασαν την τάξη τους, να τους θυμίσω ένα παράδειγμα από την προηγούμενη κατοχή, τότε που οι γερμανοί εκτελούσαν οι ίδιοι.
Ένας από τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές την πρωτομαγιά του 1944 στην Καισαριανή λεγόταν ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΣΟΥΓΚΑΤΖΙΔΗΣ.
Ο άνθρωπος αυτός, επειδή ήξερε γερμανικά, ήταν διερμηνέας των φυλακισμένων.
Μόλις επιλέχθηκε να εκτελεστεί, ο διοικητής ζήτησε να αντικατασταθεί .
ο Σουγκατζίδης δεχόταν, μόνο με την προϋπόθεση ότι δεν θα μπει άλλος στην θέση του.
Οι γερμανοί δεν το δέχθηκαν και τελικά εκτελέστηκε.

Έτσι άντεξε ο Λαός με αλληλεγγύη, με συνοχή με προσφορά και θυσία. Γι’ αυτό το Λαό που υπομένει, ένα δημοτικό τραγούδι του Πόντου, από την στήλη του Παντελή Μπουκάλα.
«Βάστα, καρδιά μου, βάσταξε κάμποσα χρόνια κι άλλο, / καθώς βαστάζουν τα βουνά τους πιο βαριούς χειμώνες, / καθώς βαστάζουν τα δεντρά τον δυνατόν αγέρα, / καθώς βαστάει η θάλασσα του κόσμου τα καράβια, / καθώς βαστάει ο ουρανός όλα τ' αστέρια εκείνα, / καθώς βαστά το σίδερο βαριού σφυριού τον χτύπο, / καθώς βαστά το χάλκωμα στου σιδερά τα χέρια. / Βάστα, καρδιά μου, βάσταξε, αν θέλεις κι αν δεν θέλεις». Με αυτό το τετράκις επαναλαμβανόμενο «βάσταξον», να μοιραστεί την υποχρέωση της υπομονής με όλους τους υπόλοιπους, συγγενείς, φίλους, συντοπίτες, συμπολεμιστές σε έναν σκληρό αγώνα που το δεδομένο τέλος του δεν του μειώνει την αξία• για μια σκυτάλη καρτερίας πρόκειται που την παραλαμβάνεις για να την παραδώσεις άθικτη.»
Αγαπητοί «συνάδελφοι» εργαζόμενοι, που δείχνετε με το δάκτυλο, οι απέναντι καίνε πόλεις και χωριά, εσείς νομίζετε που θα γλιτώσετε συμμαχώντας μαζί τους;

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Θα περιμένουμε

Διάβαζα την Κωμικοτραγική Ιστορία του ελληνικού Έθνους, του Βασίλη Ραφαιλίδη, ως που μια ομάδα νεοελλήνων με διέκοψε. Η κωμικοτραγική Ιστορία δυστυχώς συνεχίζεται. Ο συγγραφέας δικαιώνεται πλήρως. Αυθαίρετα συμπέρασμα, κουτσομπολιά βεβαιότητες, φήμες, που βαφτίστηκαν μαρτυρίες, ιδεολογική σύγχυση, πολλές μαλακίες. Εν τέλει Πονοκέφαλος. Γιατί ψάχνω παράθυρα; Για να φύγει το μάτι μέχρι εκεί που δεν βλέπει. Για να φύγει το μυαλό μέχρι εκεί που δεν φτάνει. Κλεισμένος τόσα χρόνια σε μια πόλη που έχει κάνει την ανακύκλωση επιστήμη, μόνο ένα ανοιχτό παράθυρο, σου δίνει ανάσες αντοχής και χρόνο υπομονής.
Όχι από σας δεν περιμένουμε τίποτα, και ο κάδος της ανακύκλωσης θα σας ξεράσει. Γιατί επιμένετε, τι προσπαθείτε επιτέλους να αποδείξετε; Μετά το ξέσπασμα της μεγάλης αγανάκτησης, έρχονται ωριμότερες σκέψεις. Μήπως δεν καταλαβαίνουν, μήπως είναι ηλίθιοι, μήπως είναι ψυχικά ασθενείς, μήπως κάποια παιδικά τραύματα δεν κατάφεραν να ξεπεραστούν; Όπως και να έχει, δεν πάει άλλο, έχει ξεπεράσει τα όρια της ανακύκλωσης αυτή η ανθρώπινη πάστα, εξαντλήθηκαν οι ανοχές μας.
Είμαστε σε μια διαδικασία αναζήτησης όχι πλέον στέγης, εμείς ασκεπείς τόσα χρόνια πορευόμαστε, αλλά έκφρασης. Και μπορεί να υπάρχει απογοήτευση, μπορεί να ορθώνονται τείχη, μπορεί να μην έχουμε χρόνο να τ’ αλλάξουμε όλα, αλλά αυτόν που έχουμε να τον διαχειριστούμε με σεβασμό προς τον εαυτό μας.

Δυστυχώς ξυπνήσαμε μια μέρα και είχαμε διανύσει την μισή ζωή.
«Κοιτάξαμε πίσω φωτιά, κοιτάξαμε μπροστά φωτιά. Πυροβάτες μια ζωή.
Θα προχωρήσουμε όσο αντέξουμε, θα κλείσουμε τις τρύπες, θα μαζέψουμε την ψυχή μας, θα ξεσκονίσουμε τα χέρια μας, θα καθαρίσουμε τα μάτια μας από τις παλιές εικόνες. Θα προχωρήσουμε.
Δυστυχώς, κοιτάμε πίσω βουνά. Κοιτάμε μπροστά βουνά. Κοιτάμε τα πόδια μας και με παπούτσια και χωρίς, τα ίδια βήματα μπορούν να κάνουν.
Θα προχωρήσουμε μπορεί να μην έχουμε χρόνο πια για να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά αυτόν που έχουμε θα τον κατοικήσουμε με ευγένεια προς τον εαυτό μας. Και θα περιμένουμε…»

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...