Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Ένα βλέμμα

Κάθε μέρα που γράφω όλο και λιγότερα θέλω να γράφω. Όλο και λιγότερα που θα λένε περισσότερα.
«Έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε
είμαστε λέει το παρατράγουδο στα ωραία άσματα
και επιτέλους σκασμός οι ρήτορες πολύ μιλήσαμε
στο εξής θα παίζουμε σ' αυτό το θίασο μόνο ως φαντάσματα»
Μήπως να αντικαταστήσω τις λέξεις με σύμβολα, που κάθε σύμβολο θα έχει χίλιες λέξεις; Ένα μαχαίρι, ένα πιστόλι, ένα ηφαίστειο μια θάλασσα έναν φεγγάρι έναν ήλιο, ένα βλέμμα…
«Κάτω οι σημαίες στις λεωφόρους που παρελάσαμε
άλλαξαν λέει τ' ανεμολόγια και οι ορίζοντες
μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται και που γελάσαμε
τώρα δημόσια θα έχουν μικρόφωνο μόνο οι γνωρίζοντες»
Προς τι όλη αυτή η φλυαρία λοιπόν, τόσα χαμένα λόγια υποκρισίας, τόσο μελάνι και χαρτί, για το μεγάλο ψέμα. Προ τι να γράψω για τα παιδιά της Αφρικής, για την πείνα του τρίτου κόσμου. Προς τι να γράψω για τα περιβάλλον, λόγο επετειακό, τον ίδιο με τον περσινό και τον προπέρσινο. Προς τι για την Πατρίδα μας που μας σκοτώνει και για την ιδιαίτερη, που όλο βυθίζεται. Είναι άχαρος ο ρόλος να μετράς κάθε μέρα τα πόσα μέτρα βάθους.
Είναι κάτι σαν αυτό που λέμε χαζό ξενύχτη, γιατί ο χρόνος είναι πολύτιμος και της νύχτας ακόμη περισσότερο.

Προς τι τόσα λόγια περιτυλίγματος, τόση φλυαρία
«Δυο πόρτες έχει η ζωή, άνοιξα μια και μπήκα σεργιάνισα ένα δειλινό και από την άλλη βγήκα» ή «Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο που δεν το γουστάρω και όμως το φουμάρω».
«Βγήκαν δελτία και επισήμως ανακοινώθηκε
είμαστε λάθος μες το κεφάλαιο του λάθος λήμματος
ο σάπιος κόσμος εκεί που σάπιζε ξανατονώθηκε
κι οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος»
Λίγες λέξεις σε μια καλή σειρά, που αν ντυθούνε και με μουσική καταργούν εκατομμύρια κούφια λόγια. Η φλυαρία γύρω από το κάθε πρόβλημα, όχι μόνο δεν ενισχύει αλλά αδυνατίζει την όποια λύση .
«Δήλωσε η τσούλα η ιστορία ότι γεράσαμε
τις εμμονές μας περισυλλέγουνε τα σκουπιδιάρικα
όνειρα ξένα ράκη αλλότρια ζητωκραυγάσαμε
και τώρα εισπράττουμε απ' την εξέδρα μας βροχή δεκάρικα»
Συγκεντρώστε τους τόνους των αναλύσεων για την κρίση, τους χρόνους τους τηλεοπτικούς και δείτε το αποτέλεσμα.
Θα μου αρκούσαν τα πλάγια γράμματα, των προφητικών στίχων του Κώστα Τριπολίτη από ένα παλαιότερο τραγούδι,
«Ξέσκισε η πόρνη η ιστορία αρχαία οράματα
τώρα για σέρβις μας ξαποστέλνει και για χαμόμηλο
την παρθενιά της επανορθώσαμε σφιχτά με ράμματα
την κουβαλήσαμε και μας κουβάλησε στον ανεμόμυλο»
Τι άλλο να πει…

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

«Παίρνω ένα ποδήλατο και φεύγω για τ' αδύνατο…»

Όταν την πόλη δεν την είχε πνίξει ακόμα το μέταλλο. Οδός «Συβότων», σημερινή «Γιωτοπούλου», το καντούνι δίπλα από το ξενοδοχείο «Αρκάδιο». Το ενοικιαστήριο ποδηλάτων του «Αλαμάνου». Οι πρώτες απόπειρες απόδρασης από την πόλη στα προάστια, κυρίως στο «Κανόνι». Με νοικιασμένο ποδήλατο.
Το θυμήθηκα με αφορμή τους ποδηλατοδρόμους που ολοκληρώνονται σε λίγες μέρες. Το θυμήθηκα γιατί άρχισα να διακρίνω σε πολλά σημεία, το σχήμα των δρόμων. Να διακρίνω τις βιτρίνες των καταστημάτων που είχαν καλυφτεί από το ψυχρό μέταλλο των αυτοκινήτων. Το θυμήθηκα γιατί άρχισα να βλέπω επιτέλους ανθρώπους πεζούς και ποδηλάτες να δίνουν ένα στίγμα ηρεμίας σ’ αυτήν την πόλη που έχει καταντήσει εχθρική.
Ουσιαστικά οι ποδηλατοδρόμοι, αποτελούν την πρώτη σοβαρή προσπάθεια αντίστασης στην βάρβαρη εισβολή που δέχεται με τρομαχτικά αυξημένους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια η πόλη μας, από την αλόγιστη χρήση των μηχανοκίνητων οχημάτων, που εσχάτως απόκτησαν ύψος και περισσότερα κυβικά για να κρύψουν την κακομοιριά μας και να ικανοποιούσουν την ανεπάρκεια μας.
Το ποδήλατο είναι το όχημα μιας νέας αντίληψης. Προκαλεί σιωπηλά ένα σύστημα αξιών το οποίο κάνει τα στραβά μάτια στην εξάρτηση, στη σπατάλη, στην ανισότητα της μετακίνησης, και στο καθημερινό μακελειό...

Είναι το πιο πολιτισμένο μεταφορικό μέσο που ξέρει ο άνθρωπος. Οι άλλες μορφές μετακίνησης γίνονται καθημερινά όλο και πιο εφιαλτικές..
Είναι το μέσο που ενθαρρύνει την ανάπτυξη και διατήρηση της κοινωνικής ζωής και συνοχής της πόλης. Οι χαμηλές ταχύτητες επιτρέπουν στους πολίτες να συναντιούνται μεταξύ τους και να επικοινωνούν. Τους επιτρέπουν να έχουν στενή επαφή με τις εξελίξεις στην πόλη τις αλλαγές και τις ανάγκες της.
Η πρόοδος έπρεπε να σταματήσει όταν ο άνθρωπος ανακάλυψε το ποδήλατο…
Αυτοί οι λίγοι που αντιδρούν σήμερα είμαι βέβαιος, που σε λίγο καιρό θα γίνουν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές, άλλωστε αυτοί θα ωφεληθούν οικονομικά, από τη ζωή που θα επανέλθει σιγά σιγά στην πόλη.
«Και τώρα στον αγώνα, ξανά απ’ την αρχή
Φόρτσα στο πεντάλι, να ’ρθουνε κι οι άλλοι
πάμε για ορθοπεταλιές
τα ποδήλατά μας, όπως τα όνειρά μας
ξέρουν από ανηφοριές»

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Υπάρχει ελπίδα αρκεί…

Να ξαναθυμηθούνε τον Οκτάβιο Πας, αυτές της μέρες της δυσκολίας, γιατί οι ευκολίες που μας μπαστάρδεψαν, και μας έβγαλαν από τον δύσκολο δρόμο των κατακτήσεων, ανήκουν στον παρελθόν. Να προσπαθήσουμε πάλι στηριζόμενοι σε όσες δυνάμεις μας έχουν απομείνει, υπάρχει ελπίδα αρκεί: «Η μονή ελπίδα μας, είναι να βγάλουμε την ψυχή μας από το μπαούλο. Μόνο έτσι θα μπει φρένο στο τρεχαλητό του μυαλού μας. Το μυαλό είναι ένα σκυλί που αν δεν το δέσεις από την ψυχή ικανοποιεί τις επιθυμίες του όπως τα ζώα. Άρα οδηγεί τον άνθρωπο με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον θαυμαστό κόσμο των ζώων. Υπάρχει ελπίδα, αρκεί να πονέσουμε ξανά». Και να πεινάσουμε και να διψάσουμε και να κρυώσουμε και να ζεσταθούμε και να νυστάξουμε και να κουραστούμε και να ερωτευθούμε. Να αισθανθούμε επιτέλους την ανάγκη για να χαρούμε πραγματικά, όταν καταφέρουμε να την ικανοποιήσουμε.
Θύματα της καταναλωτικής μανίας, κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε «τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», και ας ζούμε στη στέπα. Η απόλαυση των καθημερινών αναγκών πνίγεται στα «πρέπει». Πρέπει να φάμε να πιούμε να κοιμηθούμε να κάνουμε έρωτα. Δεν πρέπει να κρυώσουμε, δεν πρέπει να ζεσταθούμε. Μα πως θα ζεσταθούμε αν δεν κρυώσουμε και πως θα δροσιστούμε αν δεν ζεσταθούμε; Πνίγουμε τις ανάγκες μας πριν γεννηθούν, ανάβουμε το κλιματιστικό πριν ζεσταθούμε και το καλοριφέρ πριν κρυώσουμε.
Περιμένοντας ψες το βράδυ τον Μορφέα, ύστερα από μια κουραστική μέρα ένοιωσα την αγαλλίαση της ανάγκη του ύπνου, αυτού που έρχεται και σε τυλίγει και εσύ παραδίνεσαι με την ασφάλεια μιας άλλης εποχής. Της εποχής που ο χρόνος είχε εποχές.

Μιας εποχής που νοιώθαμε τη δροσιά του αέρα αλλά και τ’ αγιάζι, που έβγαινε ο ήλιος στην ώρα του, που τα καλοκαίρια ήταν καλοκαίρια.
«Εκείνα τα καλοκαίρια φύγανε. Τα ένθεα καλοκαίρια του Σικελιανού, τα μεταφυσικά-εκστατικά του Ελύτη, ακόμα και τα αισθησιακά-αστικά του Κοσμά Πολίτη - που είναι πια; Η μήπως μεγαλώσαμε και χάσαμε τη δυνατότητα της καλοκαιρινής μέθης;»
Πάει το καλοκαίρι: έγινε βιομηχανία. Μπήκε στο μίξερ μαζί με τις άλλες εποχές και έγινε χυλόπιτα.
Κλεισμένη στη γυάλα, όχι με τα χρυσόψαρα αλλά με τους καρχαρίες, προστατευμένοι, τυλιγμένοι σε κύματα κλιματισμού, με αδρανοποιημένες τις αισθήσεις, έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ικανοποιούμε τις ανάγκες μας, αυτές που δεν τους δίνεται η ευκαιρία να εκδηλωθούνε πια.
Ημέρες επαναπροσδιορισμού, της θέσης μας και της στάσης μας απέναντι στον εαυτό μας πρωτίστως. Να πονέσουμε για να νοιώσουμε την ανακούφιση και τη χαρά που μας δίνει η ζωή που παίρνουμε στα δικά μας χέρια

.

Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

To Όνειρο που έγινε εφιάλτης

Παρακολουθώντας χθες μια αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά, γύρισα πίσω στην δεκαετία του ’90, σε εκείνες τις εύκολες μέρες που αποπειράθηκαν να ζήσουν οι έλληνες, πιστεύοντας, τρομάρα τους, ότι έχουν και αυτοί δικαίωμα στο αμερικάνικο Όνειρο. Χρηματιστήρια, γιάπηδες Σημίτηδες, Μαντέληδες Τσουκάτοι, να μην ξεχάσω και τον Παπαντωνίου. Το Όνειρο δεν άργησε να γίνει εφιάλτης. Οι αμερικανοί για να ζήσει η πλουτοκρατία τους αυτό το Όνειρο, δεν διστάζουν, χρόνια τώρα να ματοκυλίζουν τους λαούς και μεις, πιστέψαμε ότι μπορούμε να γίνουμε αμερικάνοι.
Πρέπει να ξαναγινούμε Αργοναύτες, υποστηρίζει σε μια συνέντευξη του ο Μίμης Ανδρουλάκης, ελπίζοντας στη δύναμη της αυτοσυντήρησης, του αγώνα για επιβίωση, της προσαρμογής, της εξέλιξης, της αλλαγής. Η πίεση της μεγάλης ανάγκης θα μας κάνει καλύτερους. Οι εύκολες και καλές μέρες χάλασαν τον Έλληνα. Αμβλύνθηκε το ένστικτο του «Οδυσσέα» που είχε μέσα του, του αγωνιστή, του δημιουργού, του καινοτόμου.

Ας πάψουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε αμερικάνικα. Εμείς ό,τι κατακτήσαμε το κατακτήσαμε με μεγάλη προσπάθεια δεν πατήσαμε επί πτωμάτων. Αυτοί που επιδίωξαν την εύκολη ζωή δεν δίστασαν να βουτήξουν τα χέρια τους στο αίμα. Αυτοί που έκαναν θεό τους το χρήμα και θεοποίησαν τις αγορές ποτέ δεν θα καταλάβουν την αξία της πραγματικής ζωής, αυτής της ζωής που οι έλληνες μέσα από τα δίκτυα αλληλεγγύης, που ανέκαθεν υποστήριζαν και συμμετείχαν, έχουν ζήσει μέχρι σήμερα.
Για να θυμηθούμε και τον Σαββόπουλο;
«Mέχρι τα ουράνια σώματα με πομπούς και με κεραίες
φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα
κι ιστορία οι παρέες
Kι είτε με τις αρχαιότητες
είτε με ορθοδοξία
των Ελλήνων οι κοινότητες
φτιάχνουν άλλο γαλαξία»

Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Παραμύθια ημιτελή

Κυνηγός ο χρόνος, μας παίρνει και μας φέρνει. Πότε έγραφα για τις μέρες του Ιουνίου, που σιγά σιγα και βασανιστηκά άρχισαν να μικραίνουν; Νάτος και πάλι στην γέννηση του ο μήνας μου, έτοιμος να μας γεμίσει φως.
Και μπορεί ο Ιούνιος να μας ξανάρθε, με προσθέσεις και αφαιρέσεις, για μας όμως, που δεν αντέχει άλλο βάρος το σαρκίο μας, μονό η αφαίρεση θα μας ξαλαφρώσει.
Είπαμε να αφαιρέσουμε τα περιττά για να μειώσουμε το βάρος, αυτό δεν σημαίνει ότι θα γκρεμίσουμε τα τείχη. Τα θεόρατα τείχη, που εδώ και πολλά χρόνια ύψωσα για να ορίσω τον κήπο του «Είναι» μου, ώστε βλέποντας τους άλλους, να τους αποκλείω πλήρως και να τους κρατάω άλλους, θα μείνουν απόρθητα, όσο οι βίδες μου κρατούν, και δεν μου επιβάλουν ανούσια ταξίδια.
Πάντα τελικά υπάρχει μια ιστορία, που δεν τη λέμε ποτέ. Αυτό είναι το απροσδιόριστο βάρος που στοιχειώνει μέσα μας μέχρι το τέλος που η ψυχή θα φύγει γι’ απέναντι. Αυτή η αμίλητη ιστορία δεν είναι κατ’ ανάγκην κακές πράξεις ή σκέψεις που μας κατοίκησαν, δεν είναι δίκια ή άδικα που μας πνίγουν. Δεν είναι απτές αποδείξεις, ούτε καν ενδείξεις. Είναι σαν παραμύθια ημιτελή με έναν επίλογο ανοιχτό στον χρόνο.

Αυτό που μας συμβαίνει είναι πρωτόγνωρο και σοκαριστικό. Μήνα με το μήνα, μέρα με τη μέρα, μας αφαιρούν το μέλλον, μας κλέβουν τη ζωή. Κατακτήσεις αιώνων γκρεμίζονται και δεν υπάρχει πίσω ούτε εμπρός. Παρακολουθούμε αποσβολωμένοι, φοβισμένοι, εξουθενωμένοι το λάθος μας, να πιστέψουμε τους ψεύτες και τους κλέφτες.
Αν μείνουμε κι’ άλλο στις σκιές της πολιτικής πραγματικότητας, θα μελαγχολήσουμε. Είναι καλοκαίρι και Ιούνιος και είναι κρίμα.
Αυτές οι μέρες είναι ο θρίαμβος, η δόξα και η δύναμη του Φωτός. Οι μεγαλύτερες μέρες του χρόνου. Με φως, πολύ φως. Παράταση ζωής, αυτές οι πρόσθετες ώρες, πριν από τη δύση. Θερινό ηλιοστάσιο. Ατελείωτη μέρα κι ατελείωτη νιώθεις τη ζωή.
Ο Σεφέρη έγραφε: «Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός».





.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...