Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Δικαιολογούν την ύπαρξη τους , μέσα από την ανυπαρξία τους

Επιστρέφουμε στην καθημερινότητα, δεν έχω ψευδαισθήσεις, ετούτα τα γενικόλογα κείμενα, ελάχιστους ενδιαφέρουν.

Δυστυχώς ο μικρόκοσμος που ζούμε, φαντάζει οικουμένη, στο μέγεθος των ενδιαφερόντων των παροικούντων στην Ιερουσαλήμ.
Αυτή η τοπική ανακύκλωση με έχει κουράσει, τα ίδια και τα ίδια, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσουν την ύπαρξη τους, μέσα από την ανυπαρξία τους.
Η συνέχεια και πάλι για τον τόπο, που μας τέλειωσε τις αλήθειες.
Για την «Κέρκυρα μας», «Το καταπράσινο νησί, την ιστορία και τον πολιτισμό μας…», «τη θάλασσα μας». Διαφήμιση που ξέμεινε από προϊόν. Διαφήμιση αναντίστοιχη της πραγματικότητας. Τα στερεότυπα που πάλιωσαν από την κατάχρηση.
Όταν μιλάμε για εγωισμό της κοινωνίας, και πιο συγκεκριμένα, της δικής μας τοπικής κοινωνίας, ο συλλογικός χαρακτηρισμός οδηγεί στον κατακερματισμό.
Παρακολουθώντας τις προσπάθειες, τοπικών πολιτικών παραγόντων, διαπιστώνει κανείς ότι οι αναφορές στον πληθυντικό, διαπνέονται από ένα ακλόνητο εγώ. Ένα εγώ που αποδυναμώνει κάθε κοινό στόχο.
Το κάλεσμα σε συλλογική προσπάθεια, κρύβει τον εγωισμό της πρωτοβουλίας και το αποτέλεσμα είναι ανάλογο της σκοπιμότητας.
Αυτό το είδος της πολιτικής λειτουργίας, που έχει κυριαρχήσει, ενταγμένο στην επικοινωνιακή λογική, παραβλέπει το ζητούμενο, που είναι να «κάνουμε κάτι» και επιδιώκει την προβολή, δηλαδή να φανεί ότι κάνουμε κάτι. Και ας μην κάνουμε τίποτα.
Μέσα από μια διαδικασία, ικανοποίησης φιλοδοξιών ή εξυπηρέτησης συμφερόντων, αγνοείτε παντελώς ο πολίτης και κατ’ επέκταση ο Λαός, που υποτίθεται για χάρη του γίνεται όλη αυτή η φασαρία.
Η έννοια της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, θα είχε αξία, αν πίσω δεν έκρυβε ένα σύγχρονο φαρισαίο. Σήμερα συνοδεύεται από τηλεοπτικές κάμερες, για να εξυπηρετηθεί η πολλαπλάσια ανταπόδοση.
Η αγωνία των ανθρώπων της εξουσίας, δεν είναι το πως θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων που ταλανίζουν το Λαό, αλλά πως θα εισπράξουν απ’ αυτά.
Το χειρότερο είναι ότι αυτή η συμπεριφορά έχει γίνει κανόνας και δεν προξενεί πλέον εντύπωση.

Τι ηδονή!

Το παρακάτω, ημιτελές και αγαπημένο. Κάθε φορά που η μνήμη ανασύρει ένα τραγούδι, το φέρνω κοντά μου για να του προσθέσω ακόμα δυο λέξεις. Όχι για να τελειώσει, αλλά για να συνεχίσει το ταξίδι.

Και δεν θα ολοκληρωθεί, γιατί ενώ φτάνεις στον επίλογο και είσαι έτοιμος να μαζέψεις μολύβια και χαρτιά, μια αναπάντεχη λέξη έρχεται να σου υπενθυμίσει, ότι αυτό που εσύ νομίζεις τέλος είναι ακόμα μια αρχή.
Σήμερα ήρθε ένας ρυθμός ανακατεμένος με ανοιξιάτικα αρώματα και με ψαλμωδίες αναστάσιμες. Εκεί γύρω στα 16. Τι ηδονή!
Όπως ένα άρωμα, όπως μια εικόνα, όπως ένα άγγιγμα, όπως μια γεύση. Ένα τραγούδι. Είναι μνήμη και είναι εκτός συναγωνισμού.
Όταν γράφτηκε ήταν ένας ρυθμός, κάτι στο μυαλό του συνθέτη κάτι στο μυαλό του στιχουργού. Ύστερα, έγινε άρωμα, έγινε εικόνα, έγινε δρόμος, έγινε φιλί, έγινε βλέμμα, έγινε συνάντηση και χωρισμός, έγινε πόνος και χαρά. Έγινε κομμάτι ζωής ξεχωριστό για τον καθένα. Έγινε επιτυχία.
Σ’ αυτόν τον τόπο, μπορεί να έλειψε το ψωμί και η ελευθέρια, το τραγούδι όμως πάντα μας ζέσταινε. Μας μεγάλωσαν τα τραγούδια, κάποια απ’ αυτά μας σημάδεψαν, γιατί δεν ήταν μόνα τους, ήταν κομμάτι της ζωής μας. Έντυσαν γεγονότα, έβαλαν ήχο στις σιωπές, έγιναν ύμνοι προσωπικοί με αξία εθνική για τον καθένα. Τα τραγούδια, μας ψυχανάλυσαν, σκάλισαν μέσα μας κάτι αδιευκρίνιστο και χάραξαν καινούργιους δρόμους για τη ζωή.
Είναι δικά μας τα τραγούδια όταν φύγουν από τα χέρια των δημιουργών, γίνονται τραγούδια της παρέας, της μοναξιά μας, της θλίψης μας. Το ίδιο τραγούδι αποκτά ξεχωριστή σχέση με το καθένα μας, γίνεται σημάδι στο χωροχρόνο μας. Γινόμαστε ήρωες της μουσικής και των στίχων. Είμαι εγώ ο "αλήτης" της Μοσχολιού και ο «ξενύχτης» του Μητροπάνου. Και αυτός «αλήτης» δεν έχει καμία σχέση με τον «αλήτη» του δημιουργού.
Κάποτε θα έρθει ένα τρένο στις 8 ταξίδι για την Κατερίνη, για να συνεχίσει το ταξίδι...

Με αρέσουν τα αργόσυρτα φθινοπωρινά βράδια

Έκλεψα λίγο χρόνο. Απομόνωσα τους ενοχλητικούς θορύβους της τρέχουσας επικαιρότητας, φώναξα δυνατά για να το ακούσω: «δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα» και ετοιμάστηκα για τις δικές μου αλλαγές.


Τι ήθελα; Τι πήρα; Τι πέτυχα; Τι προσπάθησα; Τι επιδίωξα; Τι κατάφερα; Τι έχω; Έτσι μέσα στα ήσυχα φθινοπωρινά βράδια, με ειλικρινείς απαντήσεις αρχίζω να βρίσκομαι. Όσο περνά ο καιρός νομίζω πως περισσεύω σ’ ένα παρελθόν που απεγνωσμένα προσπάθησα να γίνει μέλλον. Να και η διαπίστωση.

Επιστρέφουμε... Στα όνειρα μου πέτυχα τα πάντα. Η ζωή μου είναι μια διαρκής παρουσία σ’ ένα ανοιχτό παράθυρο, δεν θα μπορούσα να την περάσω χωρίς την υπόσχεση μιας άλλης.
Δεν αρκεί μια καλή διαχείριση για να εξασφαλίσουμε ποιότητα ζωής. Χρειάζονται ανατροπές, ρήξεις και διαταράξεις, μα πάνω απ’ όλα χρειάζεται έμπνευση και φαντασία για να ζήσουμε αληθινά.
«Το να διαλέγω τρόπους για να μη δρω» γράφει ο Πεσσόα στο βιβλίο της Ανησυχίας, «υπήρξε ανέκαθεν η μέριμνα και η αποκλειστική ενασχόληση της ζωής μου». Δεν υποτάσσομαι ούτε στο κράτος, ούτε στους ανθρώπους. Αντιστέκομαι αδρανώς. Το κράτος μπορεί μόνο να με θέλει για κάποια δράση, αν εγώ αρνούμαι να δράσω, δεν μπορεί να επιτύχει τίποτα από μένα. Μπορεί κάποια στιγμή γι’ αυτή μου την αδράνεια να με ενοχλήσει, αν συμβεί αυτό, θα πρέπει να θωρακίσω κι άλλο το πνεύμα μου και να ζήσω πιο μακριά μέσα στα όνειρά μου.
Νοιώθω ένα οργανικό και μοιραίο έρωτα για την σταθερότητα, μισώ τη καινούργια ζωή και τα άγνωστα μέρη. Η ιδέα του ταξιδιού μου φέρνει ναυτία. Έχω ήδη δει όλα όσα ποτέ μου δεν είχα δει. Έχω ήδη δει όλα όσα δεν είδα ακόμα. Τα τοπία είναι επαναλήψεις, ας ταξιδεύουν όσοι δεν υπάρχουν»
Έξοδος στα αδιέξοδα, φως στις σκοτεινές μέρες του φθινοπώρου, ξεκόλλημα από τη λάσπη της καθημερινότητας, ασκήσεις θάρρους που μόνο το μυαλό μπορεί. Το μυαλό μπορεί στην επόμενη στροφή, χωρίς να στρίψει. Το μυαλό μπορεί να πάει παραπέρα από την βαρβαρότητα, να συναντήσει την παρέα της ζωής.
Τελικά ο καλύτερος τρόπος να ταξιδεύεις είναι να αισθάνεσαι, να αισθάνεσαι τα πάντα με όλους τους τρόπους. Να αισθάνεσαι τα πάντα υπερβολικά.

Ο Άδειος χρόνος

Μπορεί να μη καταγράφω γεγονότα, να πηδάω ημερομηνίες, να βρίσκομαι πολλές φορές έξω, από τα μικρά που συμβαίνουν στον τόπο μας, κατά κάποιο τρόπο όμως, τον μετράω τον χρόνο. Τον μετράω και όταν βρω την ευκαιρία τον κλέβω.

Σε αυτό το καθημερινό ανακάτεμα του πραγματικού με το φανταστικό, του ονείρου με την καθημερινότητα, επιχειρώ ανεπιτυχώς, να δώσω και να πάρω. Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια τίποτα δεν έμαθαν από τη μεταξύ τους σχέση. Δεν συγκινείται η πραγματικότητα με την φαντασία, θέλει να σε κατεβάσει στο βούρκο της, να γίνεις ένα με τα παιδιά της, για να μπορέσει να σε καταλάβει.

Γι' αυτόν τον κλεμμένο χρόνο θέλω να σας πω, αυτόν που κρατάει ζωντανή τη ψυχή μας. Αυτόν το χρόνο που αναζητάμε και αυτόν που χαρίζουμε σε όσους αγαπάμε.
“Πάνω απ’ όλα θα έβαζα τον χρόνο”, γράφει ο Νίκος Ξυδάκης “Τον χρόνο της σχόλης, τον χρόνο των επισκέψεων και των τραπεζωμάτων, τον χρόνο που παγώνει για λίγο και αργοκυλάει και σταλάζει σε καναπέδες και φορτωμένες ροτόντες, σε καφενεία και φωτεινούς πεζοδρόμους, που καθυστερεί γενναιόδωρα”.
«Στα υπαρξιακά μαθηματικά - επιμένει ο κύριος Κούντερα - η εμπειρία της ζωής λαμβάνει τη μορφή δύο στοιχειωδών εξισώσεων: ο βαθμός της βραδύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της μνήμης. Ο βαθμός της ταχύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της λήθης»
Ο χρόνος τελικά είναι αυτός που μας λείπει περισσότερο και χτίζει ένα κόσμο που χάνει την μνήμη του. Η ζωή αποκτά την ταχύτητα του φωτός, γίνεται δηλαδή ένα τίποτα.
Δυστυχώς αυτός ο χρόνος, στριμώχνεται σε μεσοδιαστήματα στην σύντομη ζωή μας. Ο πολύς χρόνος ρουφιέται από την ανάγκη, τη ρουτίνα, τον μόχθο, την υποταγή.
Τώρα ο χρόνος είναι συμπιεσμένος. Όμως πόση συμπίεση να αντέξει η ζωή;
Πόσο να συμπυκνώσουμε τις εμπειρίες, να στριμώξουμε αισθήματα, όνειρα, ομιλίες, παραμιλητά; Πώς να καταργήσουμε το χάσιμο, το άδειασμα, το χασομέρι, τη φυγή;
Πώς να χτίσεις τη ζωή χωρίς κενά. Δεν ζεις χωρίς άδειο χρόνο

Σε λάθος χρόνο

Δεν συμφωνώ με το Πρωτοσέλιδο της “Αυγής”. Το σύνθημα που χρησιμοποίησε κάτω από την φωτογραφία του Σαμαρά και του Μητσοτάκη, ήταν χρησιμοποιημένο και ταυτισμένο με τη δίκη της εγκληματικής οργάνωσης. Χιλιάδες χρήστες του διαδικτύου, έντυσαν το προφίλ τους με το “Δεν είναι Αθώοι” στην προσπάθεια να καταδικαστούν οι Χρυσαυγίτες κατηγορούμενοι. Το ίδιο σύνθημα σε αυτήν την χρονική στιγμή που ακόμα δεν έχουν απαγγελθεί ποινές, φανερώνει μια εξυπνακίστικη τακτική για να μη πω βλακεία, που δεν ταιριάζει στην επικοινωνιακή λογική της αριστεράς. Φυσικά και δεν είναι αθώοι, όσοι κυβέρνησαν τότε, για την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Αυτό όμως δεν μπορεί να τους κατατάσσει στην ίδια μοίρα με τους εγκληματίες.

Πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και το αντιφασιστικό κύμα αντίδρασης, που πυροδότησε, οι χρυσαυγίτες ήταν παιδιά του κατηχητικού. Ήταν παιδιά της διπλανής πόρτας, που βοηθούσαν γριούλες και μοίραζαν τρόφιμα και ρούχα σε άπορους Έλληνες. Ήταν οι εθελοντές «αστυνομικοί», που καθάριζαν τις γειτονιές από τους λαθρομετανάστες και φρόντιζαν για την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών.
Κανείς δεν γνώριζε για τα τάγματα εφόδου, για τους ξυλοδαρμούς μεταναστών, για την δολοφονία του νεαρού Πακιστανού. Για το σοβαρό τραυματισμό των Αιγυπτίων ψαράδων στην ιχθυόσκαλα. Οι αξιόποινες πράξεις που τελούσε αυτή η εγκληματική οργάνωση κατά κύματα, έγιναν κομμάτι της καθημερινότητας μας. Έγιναν μέρος της αισθητική μας. Και μπορεί ένα κομμάτι της κοινωνίας να μην αντιδρούσε, και κάποιο ηλίθιοι να χειροκροτούσαν, η Κυβέρνηση όμως; Που ήταν η αστυνομία και Δικαιοσύνη το διάστημα που προηγήθηκε; Που ήταν ένας εισαγγελέας; Και τίποτα να μην είχαν κάνει, μόνο η εμφάνισή τους, δικαιολογούσε την ανάμειξη της αντιτρομοκρατικής. Κτήνη μέσα και έξω.
Δεν θέλω να μπω σε σεναρολογίες και υπολογισμούς. Προσπαθώ με απλή αναφορά γεγονότων και μια εικόνα γνωστή σε όλους, που είχε προηγηθεί πολύ πριν την δολοφονία, να διαχωρίσω την θέση μου από εκείνους, που σήμερα επιβραβεύουν την κυβέρνηση εκείνης της περιόδου για την αποφασιστικότητα της! Χαίρομαι για την εξέλιξη, αλλά σε καμία περίπτωση, δεν δικαιολογώ την κυβέρνηση για την εγκληματική ανοχή που επέδειξε και την μεγάλη καθυστέρηση για να πράξει τα αυτονόητα.
«Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι.” γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις “Οι μισητοί δολοφόνοι, που βρίσκουν όμως κατανόηση από τις διωκτικές αρχές λόγω μιας περίεργης αλλά όχι και ανεξήγητης συγγενικής ομοιότητος. Που τους έχουν συνηθίσει οι αρχές και οι κυβερνήσεις σαν μια πολιτική προέκτασή τους ή σαν μια επιτρεπτή αντίθεση, δίχως ιδιαίτερη σημασία που να προκαλεί ανησυχία...” 
Δείτε λιγότερα

Δεν τελειώσαμε

Η μνήμη μου , δεν έχει συγκρατήσει σπουδαία πράγματα, παρ' όλα αυτά εκείνα που θυμάμαι, με σπρώχνουν προς τα πίσω, με οδηγούν στην αρχή.


Δεν χρειάστηκα την πρόβλεψη της Ε.Μ.Υ , τα σημάδια προμηνούσαν την επερχόμενη καταιγίδα. Στον ουρανό γινόταν πανδαιμόνιο, λες και οι θεοί ζήλεψαν της δικές μας αντιδράσεις.
Η πραγματικότητα έχει μερικές φορές τόσο καλές ιδέες , που αρκεί να γράψεις αυτά που σου υπαγορεύει. ‘Άρχισα να μελετάω τον “ οδηγό επιβίωσης για έναν αδιάκριτο κόσμο” έψαξα τις ασφαλιστικές δικλίδες , γιατί κάποιοι ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν περισσότερα για τον εαυτό μου απ ΄ ό,τι εγώ ο ίδιος.
Έζησα παιδί τη χούντα και στα μάτια μου αποτυπώθηκε ο φασισμός χωρίς προσωπεία, ένας φασισμός που μου απαγόρευε να ακούω μουσική Θεοδωράκη, που μου έλεγε τις ειδήσεις ανάποδα, αλλά εγώ μπορούσα να τις αντιστρέψω και να μάθω την αλήθειά. Έζησα ένα φασισμό που σκότωνε εν ψυχρώ, ήξερα όμως τον απέναντι και έφτιαχνα πυρομαχικά για τη σύγκρουσή, με προκαλούσε και με οχύρωνε. Με έκανε να λειτουργώ ενωτικά με συσπείρωνε.
Σήμερα νοιώθω το φασισμό να με τυλίγει. Ένας πολυδιάστατος φασισμός, χοροπηδάει σε κάθε μας βήμα, με τη μορφή του προοδευτικούλη, που μου ανεμίζει το λάβαρο της δημοκρατίας. Τον συναντάω στη δουλειά μου, στο λεωφορείο, στην εφορία, στο γήπεδο, στο σχολείο , στο κόμμα, στην εκκλησία, στο σούπερ μάρκετ, στον υπολογιστή, στο κινητό, δίπλα μου.
Νόμισα πως τον νίκησα, γελάστηκα. Η χούντα, άλλα και οι σημερινοί δηλωμένοι οπαδοί της, είναι αστεία υπόθεση μπροστά στο φασισμό με τα χίλια πρόσωπα. Έχετε αντικρίσει εκείνο το ιδιαίτερα απεχθές της δήθεν πληροφόρησης; Μικροί Γκεμπελίσκοι , επικίνδυνοι δικτατορίσκοι, εκτελώντας διατεταγμένη υπηρεσία , δηλητηριάζουν τη ζωή μας, προσπαθώντας να παρουσιάσουν την υστερία για πρόοδο και το προσωπικό για γενικό.
Πως να τους αντιμετωπίσεις; Σκορπίζουνε οι άνθρωποι και βρίσκονται να κάνουν άλλα, αντί άλλων. Παρέα με ανθρώπους αδιάφορους, με έρωτες ευκαιριακούς με γάμους συμβατικούς και δουλειά μονάχα για το καρβέλι. Μοναδική ελπίδα εκείνος ο κρυμμένος επαναστάτης, που υποπτεύομαι ότι κάπου θα υπάρχει. 

Τρεις τελείες...

Είναι η μαγεία της γραφής που συναντάς τυχαία και αρχίζεις να πιστεύεις στα θαύματα. “Είναι ο πόνος, που όταν κρυώσει, ζητάει την απουσία. Είναι τα λόγια τα άγραφα, τα ανείπωτα που κρύφτηκαν μέσα στις τρεις μεγάλες τελείες των αποσιωπητικών… Τρεις τελείες χωρίς παύλα. Τρεις τελείες, που περιμένουν τη συνέχεια…

Είναι από κείνες τις μέρες, που δεν έχω να πω τίποτα περισσότερο, από εκείνο το «Προς τι», που η Κική Δημουλά, μου έμαθε να γράφω στο πανό διαμαρτυρίας, όταν οι λέξεις απεργούν. Όταν οι λέξεις, αρνούνται, να επαναληφθούν. Όταν δεν έχουν πλέον να πουν τίποτα. Όταν από την τελευταία φορά που είπαν, μαρμάρωσαν . Ούτε βήμα μπρος. Προς τι λοιπόν; Κάθε μέρα που γράφω όλο και λιγότερα θέλω να γράφω

Ελάχιστες διορθώσεις
Έσβησα ένα και
μια και δεν είχε τίποτα να δέσει
βολεύτηκαν στη θέση του μερικά φίλεργα όχι
και έδωσα τα κλειδιά στο ανώτατο
Προς τι
να μπαίνει όποτε θέλει ελεύθερα
στο κείμενο, στην πρόθεση και στην υπογραφή.

Προς τι λοιπόν, τόσα χαμένα λόγια, τόσο μελάνι και χαρτί. Προ τι να γράψω για τα παιδιά της Αφρικής, για την πείνα του τρίτου κόσμου και την δική μας . Για το εκλογικό σώμα που φοβήθηκε μη του πάρουν αυτά που δεν έχει. Προς τι να γράψω για τα περιβάλλον, λόγο επετειακό, τον ίδιο με τον περσινό και τον προπέρσινο. Προς τι για την Πατρίδα μας που μας σκοτώνει και για την ιδιαίτερη, που όλο βυθίζεται. Είναι άχαρος ο ρόλος να μετράς κάθε μέρα τα «πόσα μέτρα βάθους».
Είναι κάτι σαν αυτό που λέμε χαζό ξενύχτη, γιατί ο χρόνος είναι πολύτιμος και της νύχτας ακόμη περισσότερο.
Κάθε μέρα που γράφω όλο και λιγότερα θέλω να γράφω. Νοιώθω να έχω ανέβει ένα βουνό, να έχω κατέβει και να πρέπει να το ξανακάνω.

Αναρωτιέμαι την κακολόγησε κανείς
την επιλήψιμη ελπίδα;
Κανείς, εκτός από εκείνη
την παλαιών αρχών απελπισία...

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...