Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Τι καίγεται και ακόμα είναι άκαυτο;

«Τίποτα σπουδαίο χωρίς το αίμα του, τίποτα μεγάλο χωρίς το νεκρό του». Η συνέχεια χωρίς φλυαρίες για την ηρωική πράξη του αριστερού συνταξιούχου φαρμακοποιού, που θα πρέπει να προστεθεί στο χθεσινό κείμενο.
Σήμερα; «Οι μικρές σιωπές της κάθε μέρας σκεπάζουν με σκόνη τα αισθήματα. Τα αγάλματα της επιθυμίας θρυμματίζονται αχάιδευτα κάθε στιγμή που κοντά σου δεν. Το σπίτι γεμίζει καπνούς, δεν είναι τα τσιγάρα, δεν είναι οι ζωές μας, τι καίγεται λοιπόν τόσα χρόνια κι ακόμα είναι άκαυτο; Μη μου ζητήσεις χρόνο, δεν έχω. Μη μου ζητήσεις εξηγήσεις… έχω». Η ευαίσθητη κυρία που δεν φλυαρεί, που δίνει με λίγες λέξεις ενδιάμεσα το λόγο στο επόμενο τραγούδι.
Και για την προδοσία;
«Ο Ιούδας είναι ρόλος γι αυτό και πήρε τόσα πολλά ονόματα προϊόντος του χρόνου. Η προδοσία όμως είναι έργο, είναι πράξη. Δεν αλλάζει όνομα υφή και πικρή γεύση. Και είναι στην καθημερινότητα μας η πιο συχνή συνήθως επικάλυψη των πάσης φύσεως σχέσεων. Άλλωστε όλοι είμαστε εν δυνάμει προδότες, όλοι κάποια στιγμή δώσαμε κάτι που δεν έπρεπε, άσχετα αν η μετέπειτα επίγνωση μας έκανε λιώμα. Ο Ιούδας πρόδωσε για το χρήμα όπως οι περισσότεροι συνάδελφοί του άλλωστε. Άλλοι το κάνουν για δύναμη για εξουσία ακόμα και για μιαν αγάπη. Δεν βρίσκω έναν καλό λόγο που ν’ αξίζει να κάνεις μια προδοσία. Ίσως με χαλάει ο τρόπος!»

Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Πω πω δύναμη

«Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου εκμηδένισε κάθε ίχνος επιβίωσής μου. Και επειδή δεν μπορώ να βρω το δίκιο μου, δεν μπορώ να βρω άλλον αγώνα αντίδρασης εκτός από ένα αξιοπρεπές τέλος, πριν αρχίσω να ψάχνω τα σκουπίδια για τη διατροφή μου…»
Ο 77χρονος, Αριστερός, φαρμακοποιός δεν αυτοκτόνησε, δεν προέβη σε «απονενοημένο διάβημα». Θυσιάστηκε! Πράξη ύψιστης πολιτικής ευθύνης, που γεννιέται μέσα από αξίες, που έχουν επίκεντρο το άνθρωπο. Πού πηγάζει μέσα από την ανάγκη για προσφορά στην κοινωνία που δοκιμάζεται, στην πατρίδα που βουλιάζει. Προσδιόρισα την ιδεολογία, γιατί αυτή η χώρα, ακόμα έχει αριστερούς που θυσιάζονται. Πω, πω δύναμη.
Άρχισαν ήδη να φλυαρούν οι της κυβερνήσεως Τσολάκογλου, όλοι αυτοί, που οδήγησαν τη χώρα σε ναυάγιο, όλοι αυτοί που κυβέρνησαν «δίχως καρδιά, δίχως πνοή και δίχως άλλο πάθος από το πάθος της εξουσίας», όπως κλείνει το σημερινό άρθρο του, ο Παντελής Μπουκάλας.

Υπάρχουν ακόμα γενναίοι άνθρωποι; Ρώτησε τον παιδί τον πάτερα. Υπάρχουνε. Είναι αυτοί που δεν φλυαρούν. Δεν χρειάζονται άλλα λόγια. Λίγες στροφές από την «πατρίδα» του Αλκίνοου Ιωαννίδη, χωρίς σχολιασμό:
Λοιπόν αγρίεψε ο κόσμος σαν καζάνι που βράζει,
σαν το αίμα που στάζει, σαν ιδρώτας θολός.
Πότε πότε γελάμε, πότε κάνουμε χάζι
και στα γέλια μας μοιάζει να γλυκαίνει ο καιρός.
Mα όταν κοιτάζω τις νύχτες τις ειδήσεις να τρέχουν
ξέρω ότι δεν έχουν νέα για να μου πουν.
Ήμουν εγώ στη φωτιά κι ήμουν εγώ η φωτιά
είδα το τέλος με τα μάτια ανοιχτά.

Είδα τον πόλεμο φάτσα, τη φυλή και τη ράτσα
προδομένη από μέσα απ΄ τους πιο πατριώτες
να 'χουν τη μάνα μου αιχμάλωτη με το όπλο στο στόμα
τα παιδιά τους στολίζουν σήμερα τη Βουλή.
Κάτω από ένα τραπέζι, το θυμάμαι σαν τώρα,
με μια κούπα σταφύλι στου βομβαρδισμού την ώρα
είδα αλεξίπτωτα χίλια στον ουρανό σαν λεκέδες
μου μιλούσε ο πατέρας μου να μη φοβηθώ.
"Κοίταξε τι ωραία που πέφτουν,
τι ωραία που πέφτουν....".

Δεν θέλω ο εαυτός μου να 'ναι τόπος δικός μου
ξέρω πως όλα αν μου μοιάζαν, θα 'ταν αγέννητη η γη
δε με τρομάζει το τέρας ούτε κι ο άγγελός μου
ούτε το τέλος του κόσμου.
Με τρομάζεις εσύ.
Με τρομάζεις, ακόμα, οπαδέ της ομάδας
του κόμματος σκύλε, της οργάνωσης μάγκα
διερμηνέα Του Θεού, ρασοφόρε γκουρού
τσολιαδάκι φτιαγμένο, προσκοπάκι χαμένο
προσεύχεσαι και σκοτώνεις
τραυλίζεις ύμνους οργής
Έχεις πατρίδα το φόβο, γυρεύεις να βρεις γονείς
μισείς τον μέσα σου ξένο.
Κι όχι, δεν καταλαβαίνω
δεν ξέρω πού πατώ και πού πηγαίνω.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

'Εχουμε Προϊστορία

Παραμονές Πάσχα, σε λίγο το νησί θα γεμίσει από επισκέπτες. Μοναδικό το Πάσχα στην Κέρκυρα, μόνο που δεν είναι αρκετό για να αντιμετωπισθεί η συνεχιζόμενη τουριστική κρίση. Οι ξένοι χρόνια τώρα μας έχουν γυρίσει την πλάτη, αλλά και οι ντόπιοι αρχίζουν να το σκέφτονται. Η Κέρκυρα είναι αφιλόξενο νησί και το πρόβλημα έρχεται από παλιά.
«ολίγον τι «φιάσκο η Κέρκυρα». Οι φυσικές καλλονές, φυσικά, απαράμιλλες και το «χρώμα» της πολιτείας θαυμάσιοι αλλά η εγκατάσταση μιας μικρής οικογένειας με «παίδα νήπιον»; Μένουμε ακόμα στο ξενοδοχείο, κάπου 40.000 δραχμές τη μέρα για ύπνο μόνο (30.000 έχει το διπλό δωμάτιο!) και δωμάτιο σε σπίτι κατάλληλο, πουθενά δεν υπάρχει.
Μας προσφέρθηκε το μόνο υπάρχον ξενοίκιαστο στο πέραμα, πολύ έξω από την πολιτεία, σ’ ερημιά σχεδόν, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς τίποτα, για 45 μέρες 1.800.000! Παντού αλλού τα σπίτια είναι σεσαθρωμένα από τους αιώνες που έχουν στη ράχη τους, κατσαριδοβριθή, στενάχωρα, βρώμικα: 600.000 το μήνα το λιγότερο η κάμαρη. Η τροφή είναι κάπως φτηνότερη από την Αθήνα (6.500 η μερίδα η συναγρίδα, 1500 το φρούτο, 1500 τα μακαρόνια, 1000 το τυρί, 5.500 το κρέας κλπ Φρούτα λίγα και άσχημα..
Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος ( 18 - 7 - 1950)
Δεν είμαστε αποτέλεσμα παρθενογέννησης. Είμαστε η εξέλιξη μια ιστορίας, που δεν μας περιποιεί τιμές. Βεβαίως και έχουν αλλάξει τα πράγματα, προς το χειρότερο. Όλα αυτά τα προβλήματα βουνά, που έχουμε απέναντι μας, δεν δημιουργήθηκαν ξαφνικά, γεννήθηκαν, από μια νοσηρή κατάσταση, και έγιναν τέρατα έτοιμα να μας κατασπαράξουν.
«Οι φυσικές καλλονές φυσικά απαράμιλλες», αλλά φτάνουν; Φτάνουν, να καλύψουν τα ελλείμματα; Δεν θα τα αναφέρω, άλλωστε από την πολλή χρήση, έχουν γίνει ένα με την ζωή μας, μια ζωή, αντιστρόφως ανάλογη από την υπέροχη συσκευασία.

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Ο ταχυδρόμος πέθανε

Το πρωί είδα έναν ταχυδρόμο, χωρίς καπέλο και στολή φυσικά. Υποβαθμισμένη εμφάνιση, τριτοκοσμική κατάσταση. Φιγούρα μιας Ελλάδας, «άρπα κόλα», μιας χώρας που έχασε το προσανατολισμό της, που πιάστηκε με πολλά και τα τίναξε όλα. Αυτόματα χωρίς καμία δεύτερη σκέψη ψιθύρισα, με τόση ένταση, που το άκουσα: «Ο ταχυδρόμος πέθανε». Δεν συνέχισα το τραγούδι. Γιατί ήρθε ο τίτλος και κάθισε; Θα ήταν ψέμα αν σας έλεγα ότι ξέρω τη συνέχεια. Το σίγουρο είναι, ότι σήμερα δεν θα μπορούσα να γράψω τίποτα άλλο με διαφορετικό τίτλο.
Άφησα τον Ταχυδρόμο, σκυμμένο, πάνω από τον ταχυδρομικό σάκο, μπερδεμένο με διευθύνσεις και ονόματα, ο τίτλος όμως δεν με άφησε. «Ο ταχυδρόμος πέθανε».
Σ’ αυτόν τον τόπο, που το χώμα υποχωρεί, που η γη βουλιάζει και μας έχει αφήσει μετέωρους, είναι ανάγκη να γυρίσουμε σε κείνες τις σταθερές, που έγιναν στίχοι, έγιναν τραγούδια και έμειναν.

Με αφορμή το υπέροχο τραγούδι «πατρίδα» του Αλκίνοου Ιωανίδη, ένας ραδιοφωνικός σχολιασμός, από μια κυρία, που έχει και αυτή την αγωνία να κρατήσει τις λέξεις ζωντανές. «Υπάρχουν ακόμα γενναίοι άνθρωποι; ρώτησε το παιδί τον γονιό του. Εκείνος κώλωσε. Από το μυαλό του πέρασαν όλοι οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι πρόεδροι κρατών, οι πρόεδροι πολυεθνικών, όλοι τους ψυχή τε και σώματι Ράμπο, να κρατάν τα υπερσύγχρονα όπλα και να καθαρίζουν τους υποσιτισμένους εχθρούς. Αυτοί είναι οι γενναίοι –σκέφτηκε; Που αλωνίζουν μοιράζοντας θάνατο, αυτό το πρότυπο του πάσης φύσεως στρατιώτη θα δώσω τώρα στο μικρό, εγώ ο γονιός ο ανοιχτόμυαλος κι ο λίγο πιο μπροστά από την κρεαταγορά του κόσμου; Ποιοι σκατά είναι οι γενναίοι σήμερα; τι να του δείξω; τι να του πω;…. Και ήρθε αυτό το τραγούδι και ηρέμησε τα θυμικά του παιδιού που ρώταγε και του γονέα που ΔΕΝ απάνταγε. Υπάρχουν μικρό μου –του είπε. Είναι εκείνοι που σωπαίνουν όταν το σύμπαν δίπλα τους φλυαρεί, είναι εκείνοι που παρατηρούν τον κόσμο με την καρδιά στα χέρια και το κεφάλι ανάστατο, είναι εκείνοι που θα συλλέξουν τα ρινίσματα της αλήθειας από κάθε γωνιά της ιστορίας και θα τα κάνουν τραγούδι βιβλίο ταινία για να μπορέσουμε κι εμείς να στηρίζουμε κάπου τα δεκανίκια της ζωής μας. Η γενναιότητα δεν παίζεται ανάμεσα στις σφαίρες που πάνε κι έρχονται. Παίζεται σ’ αυτούς που τολμούν να αρθρώνουν με απόλυτη καθαρότητα την αιθάλη που σκέπασε το κόσμο μας.»
Θα με ρωτήσετε τώρα τι σχέση έχει η αρχή με το τέλος, απόλυτη…

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Για να κρατήσω λέξεις στη ζωή

Στην προεκλογική περίοδο, εκτός όλων των άλλων, δοκιμάζονται και οι λέξεις. Χιλιάδες λέξεις έχουν φονευθεί από την ανάγκη των πολιτικών να τις χρησιμοποιούν και να πράττουν τα ακριβώς αντίθετα από το νόημα τους. Χιλιάδες λέξεις έχουν θυσιαστεί στο βωμό της προπαγάνδας. Και αν δεν υπήρχαν οι ποιητές, που δοξάζουν τις λέξεις, σήμερα θα συνεννοούμαστε με νοήματα. «Ο ποιητής κάνει τον εαυτό του οραματιστή μέσα από μια μακριά, απεριόριστη και συστηματική αποδιοργάνωση όλων των αισθήσεων. Όλες οι μορφές έρωτα, πόνου, τρέλας. Διερευνά τον εαυτό του, εξαντλεί μέσα του όλα τα δηλητήρια και διατηρεί την πεμπτουσία τους. Δοκιμασία ακατονόμαστη, όπου θα χρειαστεί τη μεγαλύτερη πίστη, την υπεράνθρωπη δύναμη, όπου θα γίνει αυτός μέσα απ’ όλους, ο μέγας σακάτης, ο μέγας αφορισμένος και ο υπέρτατος επιστήμων. Γιατί φτάνει το ΑΓΝΩΣΤΟ ! Έτσι λοιπόν, τι κι αν καταστραφεί στην εκστατική πτήση του μέσα από πράγματα πρωτάκουστα, ακατονόμαστα…» (ΡΕΜΠΩ)

Είναι αλήθεια η ποίηση δεν χρειάζεται τη στήριξη του αναγνωστικού κοινού, αλλιώς δεν θα υπήρχε. Υπάρχει όμως για να φωτίζει και να καθοδηγεί, όχι μόνο αυτούς που τη διαβάζουν, αλλά και αυτούς που τυχαίνει να ακούσουν τρεις λέξεις, ένα στίχο και μόνο αυτό να αρκεί για να στηριχτούν πάνω του και να τον κάνουν σήμα κατατεθέν στη ζωή τους.
Δε σας κρύβω, δυσκολεύομαι σ’ αυτήν την καθημερινή επικοινωνία. Δυσκολεύομαι σε μια προσπάθεια ν’ αλλάξω τα κλισέ. Αφαιρώ λέξεις, διαφοροποιώ τη σειρά, αυθαιρετώ, χρησιμοποιώντας πολλές φορές, αδόκιμους όρους, όχι για να πρωτοτυπήσω, αλλά για να κρατήσω στη ζωή λέξεις, που απ’ την κατάχρηση αδυνατούν να αποδώσουν το πραγματικό τους νόημα.
Δυσκολεύομαι ακόμα περισσότερο αυτήν την περίοδο, γιατί μπροστά στην ανυποληψία της πολιτικής, στα νεκροταφεία των λέξεων που δημιούργησαν οι πολιτικοί, το διάστημα που προηγήθηκε, χρειάζονται λέξεις μαχαίρια, που θα σηματοδοτήσουν τη νέα εποχή. Που θα δώσουν μια άλλη αισθητική. Που θα υπερασπίζονται την αλήθεια.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...