Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020

Ποιος νομοθέτησε να μας κυβερνούν οι αναίσθητοι και οι ακαλλιέργητοι;

Κάποια κείμενα είναι όπως τα τραγούδια που έχεις ακούσει και θέλεις να ξανακούσεις...
Πάμε πάλι. Όχι από την αρχή. Αυτή τη φορά βρίσκομαι κάπου στη μέση του δρόμου, λίγο κουρασμένος, πολύ απογοητευμένος.
Γύρισα πίσω, στα χρόνια που είχαμε τη ψευδαίσθηση ότι θα αλλάζαμε τον κόσμο, όταν συνειδητοποίησα την ουτοπία, ήμουν αρκετά εγωιστής για να στραφώ εναντίον μου. Πέρασαν αρκετά χρόνια για να το κάνω και να προσπαθήσω όχι πλέον να αλλάξω τον κόσμο, αλλά να μη με αλλάξει εκείνος.

Δεν αποφεύγω με κείμενα συναισθηματικών διεργασιών, την πολιτική πραγματικότητα, απεναντίας. Ποιος είπε ότι το συναίσθημα δεν έχει πολιτική πλευρά; Ποιος νομοθέτησε να μας κυβερνούν οι αναίσθητοι και οι ακαλλιέργητοι; Οι ίδιοι θα μου πείτε, το πρόβλημα όμως είναι ότι την πληρώνουν αθώοι, αθώοι που βρέθηκαν στο λάθος τόπο τη λάθος στιγμή. “Οι ένοχοι ξαναντύνονται την αδιατάρακτη αυτοπεποίθησή τους και συνεχίζουν με ψέματα και μίμηση συναισθημάτων να παίρνουν κόσμο στο λαιμό τους.”
Το να συγκρουστούμε κάποια στιγμή με το παρελθόν μας, είναι μια επώδυνη διαδικασία. Όταν έρθει η στιγμή να παραδεχτούμε λάθη, οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα, βασανιστικά θα έλεγα. Πάντα στο τέλος υπάρχει μια μικρή δικαιολογία για να αμβλύνει τις εντυπώσεις.
Δεν γράφω τίποτα καινούργιο προσπαθώ ξεκινώντας από τα αυτονόητα, να καταλάβω, τι είναι εκείνο που δίνει ασυλία στους πολιτικούς που μας κυβερνούν, να λειτουργούν με τόση αναξιοπιστία απέναντι στο Λαό, χωρίς να νοιώθει ποτέ κανείς την ανάγκη, να απολογηθεί για εκείνα που μας έλεγε χθες και για τα αλλά που μας λέει σήμερα.
Βεβαίως και δεν ανακάλυψα την Αμερική, όμως απορώ πως αυτή η παρωδία αντέχει στο χρόνο, όταν είναι πρόδηλο και στον πιο ανυποψίαστο ψηφοφόρο, ότι δεν μπορεί αυτός που μέχρι χθες έλεγε όλα αυτά, ο ίδιος χωρίς να κοκκινίζει με την άνεση που του δίνει η σιωπηρή αποδοχή, να λέει σήμερα ακριβώς τα αντίθετα.
Κινδυνεύουμε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει παρελθόν, γινόμαστε συνένοχοι σε μια διαδικασία που νομιμοποιεί τη λήθη για ότι εγκληματικό έχει διαπραχθεί. Ότι συνέβη χθες σβήνεται με τη γομολάστιχα του σήμερα και το σήμερα με του αύριο. Κινδυνεύουμε να το πιστέψουμε. Το χειρότερο θεωρούμε το ψέμα στην πολιτική σαν κάτι φυσιολογικό και δεν μας ενοχλεί. Η αλήθεια ..όπως έχει γράψει ο Γκράμσι είναι επαναστατική “παραμένει προοδευτική, δραστική και ανατρεπτική. Η αλήθεια είναι αυτή που προκαλεί το status quo και τις ψευδαισθήσεις της κοινωνικής ακινησίας... Αυτός ο κόσμος προστατεύεται από το πέπλο των παραισθήσεων και των αυταπατών που μας γεννά το δήθεν δικαίωμα να βλέπουμε βιτρίνες μέσα από την κλειδαρότρυπα. Η αλήθεια τους όμως, είναι η καταπίεση, η εκμετάλλευση και η ασφυξία που νιώθουμε μέσα στα στενά και συντηρητικά όρια που μας επιβάλλει η «αγυρτεία» τους. Η αλήθεια του ψέματος τους θα ανατραπεί μόνο από την αλήθεια των ονείρων μας…”

Σ΄αυτά που μας δίνουν ταυτότητα και στυλ

Είναι ανούσιο και άκρως κουραστικό να αναλώνουμε χρόνο σε τηλεοπτικούς διαλόγους για να δικαιολογήσουμε το τι δεν κάναμε.
Όπως είναι ανούσιο, να μιλάμε γι αυτά που θέλουμε να κάνουμε. Ας περιοριστούμε επιτέλους στο αποτέλεσμα, ειλικρινά είναι το μόνο που ενδιαφέρει.
Τα νέα, τα ξέρετε, τα ίδια… μόνο η τηλεόραση, τους αλλάζει την ημερομηνία λήξεως και τα πλασάρει για φρέσκα.
Εκατοντάδες δικαιολογίες για ό,τι στραβό συμβαίνει και προκαλεί διαμαρτυρίες. Ξεκινάμε από την “οικονομική κρίση”, που τελευταία πήρε τη θέση από εκείνη τη φοβερή φράση, κατακλείδα στις ατέρμονες συζητήσεις, «φταίει το σύστημα» και αποτελεί πλέον την οικονομική συσκευασία, όπως λέμε «όλα σε ένα».
Εκεί μέσα κρύβονται ανικανότητες, ανεπάρκειες, σκοπιμότητες, συμφέροντα μικρά και μεγάλα και ό,τι μπορεί να φαντασθεί ο νους σας. Ακολουθούν βεβαίως επί μέρους εμπόδια που συνθέτουν το πλαίσιο της υπερασπιστικής γραμμής, για όσα είπαμε, όσα υποσχεθήκαμε και τίποτα δεν κάναμε.
Η αξία ενός έργου έγκειται στο βαθμό δυσκολίας. Η ιστορία έχει καταγράψει θαύματα, που μένουν για να μας θυμίζουν την ανθρώπινη ικανότητα, τη γνώση, την αγάπη, τη σκληρή δουλειά, την ευρηματικότητα, τη φαντασία, την επιμονή και την υπομονή.
«Αν είχα μια αναπαυμένη ψυχή, δεν θα ’γραφα ποτέ» είπε σε μια παλαιότερη συνέντευξή του, ο ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης. «Εάν θέλεις να είσαι κάθε μέρα ζωντανός, πρέπει να έχεις τις ιδιότητες που έχει ένα ποτάμι, να επαναστατείς συνεχώς στα πράγματα που συμβαίνουν γύρω σου και πάνω σου, το ποτάμι εάν το περιορίσεις γίνονται πλημμύρες. Πρέπει να είσαι τόσο επαναστατικός και τόσο ήσυχος συγχρόνως».
Ε! κάπως έτσι αντέξαμε, χωρίς πλημμύρες. Με μεγάλη οικονομία δυνάμεων, προσπαθήσαμε να μη ξοδευτούμε λάθος, να μη χάσουμε μέσα στη φασαρία το σημαντικό.
Πάλι εδώ, γιατί η ψυχή είναι ανήσυχη. Με τα άκρως απαραίτητα. Απαλλαγμένοι από όλα εκείνα τα περιττά μιας χρήσης και εφοδιασμένοι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, με όλα εκείνα τα χρήσιμα, για μια ζωή.
Σ’ αυτά θα στηριχτούμε, που δεν ξεβάφουν με την πρώτη σταγόνα της βροχής, που μας δίνουν, ταυτότητα και στυλ. Σε αυτά που δεν τ’ ακούμε στις ειδήσεις. Σ’ αυτά που έρχεται μια σιωπή και μας τα ψιθυρίζει, όταν ο θόρυβος της τρέχουσας επικαιρότητας, μας καλεί να ακολουθήσουμε το συρμό.
Με αυτόν το βαρύ οπλισμό των συναισθημάτων μας πορευόμαστε, που μας επιτρέπει να διακρίνουμε τον εαυτό μας, όχι μέσα στον καθρέπτη, αλλά στα μάτια των άλλων.

Έως εδώ


Ο καιρός μουντός, να πάμε κόντρα. Στο διάολο. Έως εδώ. Φτάνει πια. Συνήθως έτσι τελειώνει κάτι ανυπόφορο και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για κάτι άλλο. Είναι στιγμή που ένα μείγμα συναισθημάτων εκρήγνυται. Από την υπερένταση στην ανακούφιση, από την αγωνία στην εκτόνωση. Οι συμπεριφορές διαφορετικές για τον καθένα, όλες όμως συμφωνούν, εμφορούμενες από ένα φορτίο που ξεπέρασε τον αποθηκευτικό χώρο της ψυχής.

Νοιώθεις από την αντίθετη πλευρά, ακριβώς τη ζωή εκείνου του δευτερόλεπτου, μετά την εκσπερμάτωση. Σκορπισμένες λέξεις, και καμία προσπάθεια για να μπουν σε μια σειρά. Και τι σειρά να βρουν, που να χωρέσουν; Λέξεις μάνες, μήτρες, κυψέλες τα άπαντα των ποιητών που μας συνάντησαν. Κάθε μία σέρνει πίσω της και μια ζωή.
Σε μια περίοδο αποδόμησης, η συγκρότηση πυρήνων άμυνας δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για το αύριο. Πίσω και μπροστά. Να ξαναγίνουμε τρελοί που κάνουνε οχτάρια στην παραλιακή, που ρισκάρουν καριέρες για ένα «όνειρο».
«Στην πατρίδα μας τα άνθη της πέτρας φυτρώνουν εκεί στις αρχές της άνοιξης, τότε που τελειώνει ο σχεδόν πάντα γρουσούζικος Φλεβάρης.
Εμείς δεν περιμένουμε τις αμυγδαλιές να ανθίσουν. Από τα λουλούδια των υπεραιωνόβιων βράχων νιώθαμε την νέα εποχή που θα πρόσθετε στις αισθήσεις μας ένα νέο ρίγος...»

Πάμε να φύγουμε από δω



Η εξάρτηση είναι ολοκληρωτική, ο πολιτισμός της παγκοσμιοποίησης ανθεί. Όλα ένα μέσος όρος, όλα μια θρησκεία, με το χρήμα υπέρτατο Θεό. Να σβήσουμε την ιστορία, ακόμα και αν χρειασθεί να ισοπεδώσουμε τον πλανήτη. Ευτυχώς υπάρχει ακόμα το φεγγάρι.
“Η Ευρώπη με μια «ευαίσθητη μειοψηφία» να σκοτώνεται παντού στον κόσμο υπέρ της δημοκρατίας του καναπέ στην οποία ζει η πλειοψηφία.


Ευτυχώς υπάρχει ακόμα το φεγγάρι που ακόμα αυτοεξυπηρετείται, ανάβει και σβήνει από μόνο του. Ακόμα δεν το βάλαμε στο χέρι, ίσως όταν τελειώσουμε με ό,τι ακόμα αντιστέκεται να ξεκινήσουμε μια εκστρατεία εκδημοκρατισμού και της σελήνης, για την ώρα αναβοσβήνει με δική του πρωτοβουλία” Γιατί τόση φασαρία για τις παράπλευρες απώλειες; Τι αξία έχουν τα παιδιά που θυσιάζονται; Ακόμα δεν έχουν βγάλει πιστωτική κάρτα, ούτε χρωστάνε πουθενά. Τι αξία έχουν τα μνημεία που ισοπεδώνονται; Το περιβάλλον που δηλητηριάζεται, τα καραβάνια των προσφύγων; Σε λίγο θα γίνουμε όλοι ένα, εύπεπτοι για την εξουσία, χωρίς θρησκευτικά κολλήματα χωρίς ιστορικές αναφορές, χωρίς ήθη και έθιμα. Θα μασάμε τσίκλα και θα τρώμε μεταλλαγμένο φαγητό που για τις ανάγκες της κατανάλωσης είναι πολύ πιο υγιεινό, το τρως στο πόδι και το χωνεύεις με κόλα που πάει με όλα.
Ευτυχώς που υπάρχει και το φεγγάρι, που ακόμα ανάβει και σβήνει από μόνο του.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...