Δευτέρα 4 Αυγούστου 2008

Χωρίς προορισμό




Πρώτη εργάσιμη Αυγούστου. Περπάτησα στο κέντρο της πόλης. Κόλαση. Που πάνε όλοι αυτοί;
Ναι, υπάρχουν κάποιοι στον πλανήτη που δουλεύουν Αύγουστο. Ιδίως στα νησιά. Αλλά, δεν ζηλεύουμε, δεν φθονούμε.
διαβάζοντας την τελευταία σελίδα αριστερά της ελευθεροτυπίας (2 – 8 – 2008) το άρθρο του συμπατριώτη μας Ευγένιου Αρανίτση παρηγορήθηκα. Είμαστε από τους τυχερούς απ’ αυτούς, που μπορούμε ακόμα να μην φεύγουμε για το πουθενά, . που την στάση την κάνουμε κίνηση. Είμαστε στη θέση του θεατή καλοκαιρινών περιπετειών, απελπισμένων φυγάδων, που αποδράσανε από την κόλαση χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει. Παρηγορηθείτε:
Στη γλώσσα του σώματος χρωστάμε συμπεράσματα εκατό τοις εκατό αδιάψευστα, μεταξύ των οποίων και η διάγνωση του πανικού κατά τη μετακίνηση των πληθυσμών από τις πόλεις προς τα θέρετρα, όταν δίνεται το πράσινο φως για τις λεγόμενες διακοπές, με ορόσημο την παραδοσιακή 1η Αυγούστου, οπότε τα λιμάνια και τα αεροδρόμια κυριεύονται δι' εφόδου.ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ, οι σκηνές μαζικής αλλοφροσύνης που ξετυλίγονται στις προβλήτες του Πειραιά ή στα διόδια της Εθνικής περιγράφουν την απώλεια εκείνου που συνιστούσε κάποτε το κίνητρο για την καλοκαιρινή έξοδο και που δεν ήταν παρά το όνειρο ενός ιδεώδους προορισμού. Ομολογουμένως, το πλεονέκτημα μιας τέτοιας ευτυχισμένης επιθυμίας έπαψε να ισχύει γύρω στις αρχές τις δεκαετίας του '90. Εκτοτε, όπου κι αν κατευθύνεσαι, η ματαιότητα της επιστροφής καραδοκεί.ΣΑΝ ΝΑ λέμε ότι μέχρι πριν από είκοσι χρόνια, για όσους το θυμούνται, οι άνθρωποι πηγαίναμε όντως κάπου, κι αυτό γινόταν φανερό στις χειρονομίες μας, στις εκφράσεις των προσώπων και στην εντύπωση, επίσης, μιας ραθυμίας ή σιγουριάς που ερχόταν από προγενέστερες εποχές, λιγότερο αγχώδεις και πιο εγκάρδιες. Μας συνόδευε η ευεξία ενός αγαθού που έμοιαζε με ευρύτητα ψυχής και που το συντηρούσε η προσμονή της εκπλήρωσης οριακών συναισθηματικών υποσχέσεων, κάτι που ενθάρρυνε την έλξη για παραδείσιους τόπους με των οποίων την ηλιόλουστη φιλοξενία ο καθένας μας ερωτοτροπούσε νοερά απ' όταν ήταν παιδί. Τέλος, μας ενέπνεε η δυνατότητα να παραμείνουμε άνθρωποι μέσα σ' έναν συνωστισμό που, όχι σπάνια, αποδεικνυόταν συναρπαστικός. Η εξημέρωση των αντιθέσεων που συνέδεαν τον χρόνο της πόλης μ' εκείνον της υπαίθρου είχε ανατεθεί στους θεούς και στον αέρα αντηχούσε η ελπίδα ενός εικοσαήμερου που θα συγκρινόταν με την αιωνιότητα. ΑΠΕΝΑΝΤΙΑΣ, σήμερα, δεν πηγαίνουμε κάπου αλλ' απλώς φεύγουμε από κάπου, συγκεκριμένα από εκεί όπου η ζωή κατέληξε αφόρητη. Η φυγή προς το πουθενά προδίδει τις συνθήκες εκτάκτου ανάγκης που την προκάλεσαν, ενώ μια τυφλή και σχεδόν μοχθηρή νευρικότητα κορυφώνεται με την αναβίωση επεισοδίων από την εκκένωση της Ανατολικής Πρωσίας το 1944, εν όψει της εισβολής του σοβιετικού στρατού. Η απελπισία των οδηγών που σχηματίζουν ουρές με σπασμωδικές μανούβρες και κορνάροντας είναι μάρτυρας της ασφυξίας που απειλεί το λεκανοπέδιο. Δεν υπάρχει πλέον προορισμός, μόνον απόδραση και μια δόση τρομώδους επίσπευσης των απαραίτητων τουριστικών διευθετήσεων. Είμαστε πρόσφυγες στην ίδια μας τη χώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...