Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

«Μπομπαρνταμέντο θέλει»...

Είναι κάποια πράγματα που όσο η ζωή κι’ αν επιτάσσει, αυτά μένουν εκεί, στάσιμα. Δυστυχώς σε μια κοινωνία, που χαρακτηρίζεται από υψηλές ταχύτητες, εφοδιασμένη με την τελευταία λέξη της τεχνολογία, υπάρχει κάπου η ανορθογραφία της, για να επιβεβαιώσει τον κανόνα. Λυμένα πράγματα από καιρό, τα επαναφέρουμε στο τραπέζι των ατέρμονων συζητήσεων, για να τα μπερδέψουμε και ράβε ξήλωνε δουλειά να μην μας λείπει. Και είναι το φαινόμενο σήμερα, πιο ορατό από ποτέ γιατί η αντίθεση μεγαλώνει και κάνει το περπάτημα σημειωτών.
Η τελευταία πρόταση συνήθως παραπέμπει σε μια επιτροπή. Η τελευταία ελπίδα, σχεδόν πάντα σε μια επιτροπή πνίγεται. Πολλά ζητήματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με ένα καταφατικό νεύμα, βαλτώνουν για χρόνια, ανάμεσα σε επιτροπές αναρμόδιων, που το μόνο που ξέρουν καλά είναι να ρίχνουν πάσες στο κέντρο του γηπέδου. Ούτε ένα βήμα μπροστά. Και αν κατά λάθος η μπάλα ξεπεράσει τα όρια της καθυστέρησης, εκεί μόνο τρέχουν για την επαναφέρουν. Σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα Ο Νίκος Δήμου μεταξύ άλλων αναφέρει:
«… Η δική μας κατάσταση θυμίζει κλασική ταινία του Σαρλό. Όπου ο πρώτος διαβάτης που περνάει πέφτει στην τρύπα με τα βρομόνερα, αγανακτεί, χειρονομεί, υβρίζει. Και ο δεύτερος που τον ακολουθεί, που τον είδε, που χτυπήθηκε στα γέλια με το πάθημα του, πέφτει (φυσικά) κι αυτός στην ίδια τρύπα. Κάποια κωμική (ή τραγική) νομοτέλεια τον υποχρεώνει να επαναλάβει αυτό, που κάλλιστα θα μπορούσε να αποφύγει.
Εδώ το κοινό γελάει. Αλλά οι Έλληνες κλαίμε. Γιατί δεν μπορούμε πια να ζήσουμε σ' αυτόν τον τόπο. Και γιατί αυτό, που είναι μια κωμική σκηνή του βωβού κινηματογράφου, είναι μαζί και η συντομότερη περιγραφή της μοίρας μας. Βλέπαμε, βλέπαμε τους άλλους να προχωράνε: άλλοι να πέφτουν στην τρύπα, άλλοι να την αποφεύγουν εγκαίρως. Κι εμείς…»
Δεν χρειάζεται να σας περιγράψω τη σημερινή ζωή μας. Ένα αίσθημα ασφυξίας έχει καταλάβει τους Έλληνες. Ο αέρας μας δεν αναπνέεται, οι τροφές μας δεν τρώγονται, οι πόλεις μας δεν είναι πια κατοικήσιμες. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε ούτε καν για χαμηλή ποιότητα ζωής. Ίσως μόνο για φαυλότητα ζωής. Και ο τόπος πεθαίνει.
Κι όμως: Όλα μπορούσαν να έχουν προβλεφθεί και αποφευχθεί - γιατί όλα είχαν ήδη συμβεί και ξεπεραστεί κάπου αλλού!
Τι είδους νοητική μυωπία, τι μεγέθους πνευματικό αστιγματισμό είχαν πάθει οι ιθύνοντες σ' αυτή τη χώρα (και δεν εννοώ μόνο τους πολιτικούς) τα τελευταία τριάντα χρόνια, Ήταν δυνατόν να μην έβλεπαν που οδηγούσαν οι εξελίξεις; Μια ξένη εφημερίδα να διάβαζαν, ένα ταξίδι να έκαναν έξω - θα είχαν το μέλλον της Ελλάδας μπροστά στα μάτια τους.
Και ήταν τόσο εύκολα το '50, το '55 και το '65 να προγραμματίσουν, να χωροδιατάξουν, να απαλλοτριώσουν (τότε που γινότανε). Να χαράξουν δρόμους, να προβλέψουν γκαράζ και πάρκινγκ, να ορίσουν τις βιομηχανικές ζώνες, να αντιγράψουν τις προδιαγραφές ρυπάνσεως, να μιμηθούν τους ξένους οικοδομικούς κανονισμούς.
Τίποτα! Δεν έγινε τίποτα! Με τη μηχανική ακρίβεια της κωμικής (ή τραγικής) ειμαρμένης, πέσαμε στη λούμπα με τα βρωμόνερα, αρκετή ώρα αφού οι προηγούμενοι (ή «προηγμένοι») είχαν ήδη βγει από μέσα.
Και το χειρότερο: Εμείς θα μείνουμε μέσα.
Κάποτε ρώτησαν ένα γέρο Κερκυραίο, τι χρειαζόταν η πόλη του για να βελτιωθεί.
«Τι να θέλει, παιδάκι μου;», είπε. “Μπομπαρνταμέντο θέλει”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...