Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008

Στη Κούβα

Επόμενη στάση; Η Κούβα, εκεί που οι γυναίκες δεν σε κλωτσάνε στο ύπνο τους. Κοιμούνται σαν άγγελοι, απαλλαγμένες από ενοχές, νευρώσεις και εφιάλτες. Στην Κούβα δεν ξέρω να μαγειρεύω να κάνω δουλειές του σπιτιού. Στη Κούβα. Να καπνίζω πούρα χειροποίητα και να πίνω ρούμι. Για τα αλλά; Θα φροντίσουν οι χαμογελαστές Θεές.Τρία αποσπάσματα σήμερα που τα έγραψε «για μένα» μια Θεά, που με συντροφεύει τα βράδια και μου μαλακώνει τη ψυχή. Στην Κούβα δεν χρειάζεται να γράφεις τέτοιο πόνο, ίσως να μην χρειάζεται να γράφεις καθόλου.«Βήμα βήμα η μακρύτερη πορεία. Του ουρανού τα υλικά δεν ευδοκιμούν στη γη. Εδώ κάτω στη λάσπη αφήνουμε τα ίχνη μας, στη σκόνη υπογράφουνε τα κατά καιρούς ονόματα μας. Στο χώμα αποθηκεύουμε τα υγρά διαμάντια των ματιών μας. Οι ψευδαισθήσεις μας γεμίζουν στιγμιαίο θάρρος, οι μύες ακινητοποιούνται σε μια στάση προς τα εμπρός, αγάλματα παγωμένων ονείρων, στοπ καρέ στιγμών χαράς, πλάνα έξω από το χρόνο, σώματα σε αναμονή. Πως δραπετεύει κανείς από τη ζωή του;»Στην Κούβα!«Είχες πάντα το άγχος να μεγαλώσεις, να εξουσιάζεις τα ζωή σου, νόμιζες όλα τότε θα ήταν αλλιώς, πιο εύκολα, πιο χαρούμενα, πιο τίμια. Μεγάλωσες και δεν άλλαξες τίποτα. Συνέχισες να πληρώνεις τα χρέη των άλλων, άλλαξες τον ύπνο σου με χάπια, νοίκιασες το μυαλό σου για πτώση από τον τέταρτο, αγάπησες όσο δεν άντεχες, πουλήθηκες, τρελάθηκες. Προχθές σου είπε μια φίλη «γερνάς» και αναποδογύρισε ο κόσμος μέσα σου. Γερνάς! Πως είναι δυνατόν; Αφού εσύ ακόμα δεν μεγάλωσες»Στην Κούβα για να μη μεγαλώσεις ποτέ.«κράτησες τη ζωή σου μακριά από την αγορά του κόσμου. Αποφάσισες να επιλέγεις και για ζωή και για θάνατο, να πορεύεσαι χωρίς εξαρτήσεις, είπες φίλους τα φιλιά και αδέλφια τα γεράκια, χτίζοντας μια μοναξιά από γυαλότουβλο, να μπαίνει λίγο φως, να βγαίνει το σκοτάδι. Πίστεψες ότι τα έχεις λογαριάσει όλα, κανείς δε θα σε πληγώσει, κανείς δε θα αθετήσει τις υποσχέσεις του, κανείς δε θα πατήσει τους όρκους του, γιατί εσύ είσαι πουλί πετάμενο, δε στέκεσαι πουθενά, περπατά πετάς, διαβαίνεις, δεν προλαβαίνει πίσω σου να γεννηθεί σκιά. Και λοιπόν; Τι κατάφερες; Τόσο παράπονο που μάζεψες που θα το απλώσεις να στεγνώσει;»Στη Κούβα
Επόμενη στάση; Η Κούβα, εκεί που οι γυναίκες δεν σε κλωτσάνε στο ύπνο τους. Κοιμούνται σαν άγγελοι, απαλλαγμένες από ενοχές, νευρώσεις και εφιάλτες. Στην Κούβα δεν ξέρω να μαγειρεύω να κάνω δουλειές του σπιτιού. Στη Κούβα. Να καπνίζω πούρα χειροποίητα και να πίνω ρούμι. Για τα αλλά; Θα φροντίσουν οι χαμογελαστές Θεές.Τρία αποσπάσματα σήμερα που τα έγραψε «για μένα» μια Θεά, που με συντροφεύει τα βράδια και μου μαλακώνει τη ψυχή. Στην Κούβα δεν χρειάζεται να γράφεις τέτοιο πόνο, ίσως να μην χρειάζεται να γράφεις καθόλου.«Βήμα βήμα η μακρύτερη πορεία. Του ουρανού τα υλικά δεν ευδοκιμούν στη γη. Εδώ κάτω στη λάσπη αφήνουμε τα ίχνη μας, στη σκόνη υπογράφουνε τα κατά καιρούς ονόματα μας. Στο χώμα αποθηκεύουμε τα υγρά διαμάντια των ματιών μας. Οι ψευδαισθήσεις μας γεμίζουν στιγμιαίο θάρρος, οι μύες ακινητοποιούνται σε μια στάση προς τα εμπρός, αγάλματα παγωμένων ονείρων, στοπ καρέ στιγμών χαράς, πλάνα έξω από το χρόνο, σώματα σε αναμονή. Πως δραπετεύει κανείς από τη ζωή του;»Στην Κούβα!«Είχες πάντα το άγχος να μεγαλώσεις, να εξουσιάζεις τα ζωή σου, νόμιζες όλα τότε θα ήταν αλλιώς, πιο εύκολα, πιο χαρούμενα, πιο τίμια. Μεγάλωσες και δεν άλλαξες τίποτα. Συνέχισες να πληρώνεις τα χρέη των άλλων, άλλαξες τον ύπνο σου με χάπια, νοίκιασες το μυαλό σου για πτώση από τον τέταρτο, αγάπησες όσο δεν άντεχες, πουλήθηκες, τρελάθηκες. Προχθές σου είπε μια φίλη «γερνάς» και αναποδογύρισε ο κόσμος μέσα σου. Γερνάς! Πως είναι δυνατόν; Αφού εσύ ακόμα δεν μεγάλωσες»Στην Κούβα για να μη μεγαλώσεις ποτέ.«κράτησες τη ζωή σου μακριά από την αγορά του κόσμου. Αποφάσισες να επιλέγεις και για ζωή και για θάνατο, να πορεύεσαι χωρίς εξαρτήσεις, είπες φίλους τα φιλιά και αδέλφια τα γεράκια, χτίζοντας μια μοναξιά από γυαλότουβλο, να μπαίνει λίγο φως, να βγαίνει το σκοτάδι. Πίστεψες ότι τα έχεις λογαριάσει όλα, κανείς δε θα σε πληγώσει, κανείς δε θα αθετήσει τις υποσχέσεις του, κανείς δε θα πατήσει τους όρκους του, γιατί εσύ είσαι πουλί πετάμενο, δε στέκεσαι πουθενά, περπατά πετάς, διαβαίνεις, δεν προλαβαίνει πίσω σου να γεννηθεί σκιά. Και λοιπόν; Τι κατάφερες; Τόσο παράπονο που μάζεψες που θα το απλώσεις να στεγνώσει;»
Στην Κούβα

2 σχόλια:

ritsmas είπε...

Μα τί εμμονή κι αυτή με την Κούβα ; Αμαν πια εσείς οι αρσενικοί. Ετσι νομίζετε ότι ειναι η ζωή ; Καποιες γυναικες που κοιμούνται αγγελικά κάπου ; Αμδε.. Ρώτα φιλε μου και το αγαπημένο Αλεφ, να δεις τί θα πει επί του προκειμένου. ( Θυμασαι παλιά που χρησιμοποιούσαμε αυτή την εκφραση "επί του προκειμένου" Την ειχα ακουσει μια φορά από τον Παραβα. Περίπτωση κι αυτός ο άνθρωπος. Βασανισμένος και προδομένος από πολλούς )
χαιρετω. Υπαρχει τωρα και η Βενεζουέλα.

Μάκης Αρμένης είπε...

Το ειδικό εν προκειμένω, έδωσε αφορμή για το γενικό. Η Κούβα, ή η Βενεζουέλα δεν ήταν οι επόμενες στάσεις, η αγανάκτηση οδήγησε τη γραφή στα άκρα.
Ένας φίλος πικραμένος γυρίζοντας από την Κούβα μου είπε: «οι γυναίκες εκεί δεν κλωτσάνε στο κρεβάτι» φαντασθείτε πόσες κλωτσιές είχε φάει. Όταν έφαγα και εγώ κάποιες κλωτσιές τον θυμήθηκα. Όταν θα μου περάσει η οργή, θα συμφωνήσουμε.
Σας ευχαριστώ για το σχόλιο.

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...